Κυριακή 29 Αυγούστου 2010

Γεωστρατηγική στην Ανατολ. Μεσόγειο (γ)


Το νέο γεωστρατηγικό τοπίο στην Ν/Α Μεσόγειο
και η ελληνο-ισραηλινή συνεργασία

Ε. Η περίπτωση συσφίξεως των ελληνο-ισραηλινών σχέσεων

Οι ανταλλαγές επισκέψεων μεταξύ των Πρωθυπουργών της Ελλάδος και του Ισραήλ εκτιμάται ότι έλαβαν χώρα, λόγω της ενδελεχούς αξιολογήσεως όλων των ανωτέρω δεδομένων από τον Έλληνα Πρωθυπουργό και το ελληνικό ΥΠΕΞ, και της συνεπαγομένης εξαγωγής των αναλόγων συμπερασμάτων. Είναι ενδιαφέρον να εξετασθούν και τα -καλώς νοούμενα και όχι ιμπεριαλιστικού τύπου-οφέλη πέντε εθνοκρατικών δρώντων αλλά και της ειρήνης και της ασφάλειας στην περιοχή τα οποία θα προέλθουν από μια ειλικρινή και έντιμη Ελληνο-ισραηλινή διακρατική συνεργασία. Αυτά 1) της Ελλάδος 2) των Παλαιστινίων 3) του Αραβομουσουλμανικού κόσμου, 4) του Ισραήλ και 5) της Κύπρου.

1) Η Ελλάδα και η Κύπρος
Για την Ελλάδα η εξέλιξη αυτή μπορεί να προσφέρει μια -κατά λογαριθμική πρόοδο-αύξηση των διπλωματικών της παρεμβάσεων στα διεθνή όργανα εις τα οποία συμμετέχει και ιδιαίτερα εις το ΝΑΤΟ. Οι δυνατότητες αυτές έχουν ιδιαίτερη σημασία κατόπιν σχετικών ενεργειών της Άγκυρας στο ΝΑΤΟ που αποβλέπουν στην πρόκληση ανηκέστων βλαβών στα ελληνικά εθνικά κυριαρχικά συμφέροντα στο Αιγαίο (π.χ το έγγραφο του Αυγούστου του 2006 του SHAPE τιτλοφορούμενο “Ακολουθούμενη πολιτική περί των Νήσων του Αιγαίου” ή η σχετική οδηγία SOP του Αεροπορικού Στρατηγείου Σμύρνης). Αυτό θα οφείλεται στο γεγονός, ότι διαμεσολαβούσα, ειλικρινώς και εντίμως, μεταξύ του Αραβομουσουλμανικού κόσμου και του Ισραήλ, αλλά και των δυτικών πόλων ισχύος οι οποίοι έχουν καλώς νοούμενα συμφέροντα στην Ν/Α Μεσόγειο (ενεργειακά, εμπορικά, επενδυτικά) αποκτά το απαραίτητο προς αυτό κύρος. Τα ελληνικά διπλωματικά διαβήματα εξ άλλου, εξυπηρετούνται εύκολα και χωρίς νομικές, ηθικές και συνειδησιακές “εκπτώσεις” ή “υπερβάσεις” από πλευράς της διεθνούς κοινότητος διότι βασίζονται καθ' ολοκληρίαν στις Διεθνείς Συμφωνίες, τις διεθνείς Συμβάσεις, τις διεθνείς Συνθήκες και στο Διεθνές Δίκαιο (κυρίως της Θαλάσσης και ιδιαίτερα στη Συνθήκη για το Δίκαιο της Θαλάσσης του Montego Bay του 1982). Και αυτό συμβαίνει διότι η Ελλάδα δεν είναι, ούτε και συμπεριφέρεται όπως η Τουρκία δηλαδή, ως “αναθεωρητικό κράτος” ως προς την υπάρχουσα διεθνοδικαιική πραγματικότητα.

2) Οι Παλαιστίνιοι
Η Ελλλάδα είναι η μόνη χώρα με διεθνείς συμμετοχές σε διεθνείς εγκύρους θεσμούς συλλογικής ασφαλείας, όπως και μέλος της Ε.Ε., η οποία έχει δικαίως την εμπιστοσύνη του Αραβο-μουσουλμανικού κόσμου, στο βαθμό που δεν της την αποστερεί με ταχείς ρυθμούς η Άγκυρα, μέσω των παρεμβάσεών της στη Γενική Συνέλευση του Οργανισμού Ισλαμικής Διασκέψεως όπου έχει κατακτήσει την θέση του Γενικού Γραμματέως του Οργανισμού, δια του Τούρκου Καθηγητού Εκλεμεντίν Ιχσάνογλου, από το 2005. Το μεθοδικά ανθελληνικό έργο του εν λόγω καθηγητού συνίσταται στην έκδοση ψηφισμάτων από τις Συνόδους ΥΠΕΞ του Οργανισμού τα οποία ομιλούν για “Τούρκους της Δυτικής Θράκης” για καταπίεση των “τουρκικών μειονοτήτων της Δυτικής Θράκης, της Κω και της Ρόδου” για επίσημη αναγνώριση των “τούρκων μουφτήδων της τουρκικής μειονότητας της Δυτικής Θράκης” για “διαχείριση των τουρκικών μουσουλμανικών βακουφιακών περιουσιών στη Δυτική Θράκη” από τους “εκλεγμένους τούρκους” μουσουλμάνους μουφτήδες κατακρίνει το έργο της Ελληνικής Δικαιοσύνης καταγγέλλοντας εν πολλοίς ως παράνομη και καταχρηστική την απόφαση του Αρείου Πάγου να μην αναγνωρίσει επιστημονικό σύλλογο “Τούρκων Επιστημόνων της Δυτικής Θράκης” και μάλιστα “προειδοποιεί” την ελληνική κυβέρνηση, εν όψει της εφαρμογής του “Καλλικράτη” να προσέξει “να μην βλάψει την αντιπροσωπευτική εκπροσώπιση των Τούρκων Μουσουλμάνων της Τουρκικής Μειονότητας της Δυτικής Θράκης” και άλλα παρόμοια θαυμαστά, θρασύτατα και απίθανα! Μάλιστα εξέδωσαν τον Μάιο (του 2010) στο οποίο αναθέτουν (!) στον κ. Ιχσάνογλου την επίβλεψη για όλα τα ανωτέρω ώστε να διαπιστώσουν εάν η Ελλάδα “συνεμορφώθη προς τας υποδείξεις” του Ο.Ι.Δ! Ωχριά και η... Επιτροπή Ελέγχου του Δ.Ν.Τ ενώπιον των απαιτήσεων του Ο.Ι.Δ! Αυτά συμβαίνουν με την επίσημη καθοδήγηση του Γ.Γ του Ο.Ι.Δ. Τούρκου Καθηγητού κ. Ιχσάνογλου! Πριν όμως την ύπαρξη του Τούρκου συναδέλφου στο αξίωμα του Γ.Γ., και μάλιστα από το 1979, ο Ο.Ι.Δ ανεγνώρισε επισήμως και “ομοφώνως” ως μέλος του το ψευδοκράτος του Αττίλα, ως “κράτος παρατηρητή/observer state” (!) με την ονομασία: “Τurkish Cypriot State” ! Μεταφέρω επακριβώς την ονομασία στα Αγγλικά, όπως έγινε δεκτό από τα 57 εν συνόλω, φιλικά προς την Ελλάδα, αραβομουσουλμανικά κράτη μέλη του Οργανισμού Ισλαμικής Διάσκεψης. Των Παλαιστινίων συμμετεχόντων, με το καθεστώς του “κράτους-πλήρους μέλους” του Ο.Ι.Δ με την ονομασία “State of Palestine”.
Όλα τούτα συνέβησαν εις βάρος του Ελληνισμού, πριν ακόμα στεγνώσει καλά-καλά το αίμα των 4.000 νεκρών Ελληνοκυπρίων από το ξίφος του “Αττίλα” με 200.000 πρόσφυγες στα αντίσκηνα, και πριν ακόμα τολμήσει και ο ίδιος ο Ντενκτάς να ανακηρύξει την “Τουρκική Δημοκρατία της Βορείου Κύπρου”. Αυτά, η “φίλη”, γείτων και “σύμμαχος” Τουρκία, τα επέτυχε δια μυστικής διπλωματίας εις βάρος του Ελληνισμού και με μοχλό, δυστυχώς, τα παρασυρθέντα -αλλά οπωσδήποτε- φιλικώς προσκείμενα προς τον ελληνισμό, αραβομουσουλμανικά κράτη του Οργανισμού Ισλαμικής Διάσκεψης! Πάντως, πρέπει να ομολογήσουμε ότι δεν μένουν και πολλά περισσότερα πλήγματα να καταφέρει η Άγκυρα κατά του Ελληνισμού, με βραχίονα το θεσμικώς οργανωμένο σύνολο του αραβομουσουλμανικού Κόσμου!
Εκείνο όμως το οποίο μπορεί να αντιστρέψει την κατάσταση αυτή είναι ο νέος ρόλος της Ελλάδος ως διαμεσολαβητικής δυνάμεως κατευνασμού μεταξύ των δύο ανταγωνιζομένων πλευρών. Και είναι ιδιαιτέρως χρήσιμη ως πρώτη πρακτική και ουσιαστική ελληνική διπλωματική πρωτοβουλία, η ενεργοποίηση -του γαλλικής εμπνεύσεως θεσμού- της Ευρωμεσογειακής Συνεργασίας με ελληνική πρωτοβουλία ώστε η Αθήνα και η Λευκωσία να δημιουργήσουν έναν δίαυλο τροφοδοσίας, με κάθε απαραίτητο αγαθό, της Λωρίδας της Γάζας, υπό την επίβλεψη και ενός αντιπροσώπου από κάθε πλευρά, αλλά και ομάδος Εμπειρογνωμόνων του Ο.Η.Ε. Προερχομένους από κράτη κοινής εμπιστοσύνης των δύο πλευρών. Θα ήταν ένα πολύ σημαντικό μέτρο ουσιαστικής βελτίωσης των συνθηκών στη Γάζα αλλά και βάση παραγωγής πολιτικών λύσεων που θα προσέδιδε σημαντική βοήθεια στον παλαιστινιακό λαό της Γάζας, αλλαγή του αρνητικού κλίματος που βλάπτει το Ισραήλ αλλά και κύρος και δυναμική στην Ελληνική διπλωματική πρωτοβουλία, στην ελληνική κυβέρνηση και στη χώρα.

3) Ο Αραβομουσουλμανικός κόσμος
Όπως ανελύθη ανωτέρω, ο αραβομουσουλμανικός κόσμος δεν αποτελεί κάτι το ενιαίο, ομοιογενές, στερούμενο ανταγωνισμών, καχυποψιών και εσωτερικών τριβών και αντιθέσεων.
i) Η Ελλάδα όμως δεν μετέχει κατά κανένα τρόπο σε αυτούς τους ανταγωνισμούς, ούτε υποστηρίζει κάποια πλευρά εις βάρος κάποιας άλλης.
ii) Επίσης η χώρα μας δεν έχει “ποινικό μητρώο” στη Μέση Ανατολή όπως έχει η γείτων Τουρκία, η οποία καταδικάζεται στη συνείδηση του Αραβομουσουλμανικού κόσμου ως “ο καταστροφέας του Χαλιφάτου”. Σύνδρομο το οποίο στρέφει σήμερα την Άγκυρα εναντίον του Ισραήλ και την οδηγεί προς κάθε άλλο παρά ειλικρινείς συμμαχίες, με αποτέλεσμα την διατάραξη των πυρηνικών ισορροπιών στην Ευρύτερη Μέση Ανατολή και συνεπώς την δημιουργία σοβαρότατων εστιών αστάθειας σε έναν εξαιρετικά εύφλεκτο χώρο. Χώρο ο οποίος αντιμετωπίζει ήδη το αποσταθεροποιητικό Πακιστανικό ισλαμιστικό υπόστρωμα, την ΝΑΤΟική “αιμορραγία” στο Αφγανιστάν και την ανοιχτή πληγή του Ιράκ, ειδικά μετά την τελική αποχώρηση του μεγαλύτερου μέρους των Αμερικανικών στρατευμάτων. Και σε όλα αυτά, η Τουρκία απαντά με την καταστολή του κουρδικού στοιχείου, τις “πυρηνικές διευκολύνσεις” στην Τεχεράνη και τις επιθετικές παρεμβάσεις της στην υπόθεση της Γάζας. Είναι φυσικό λοιπόν να μην θεωρείται πλέον η Τουρκία ως “αξιόπιστος σύμμαχος” από την Ειδική Σχέση και τα διεθνή συστήματα συλλογικής ασφαλείας όπου η Ειδική Σχέση έχει βαρύνοντα ρόλο.
iii) Από τη στιγμή που η Ελλάδα ασχοληθεί σοβαρά με το Παλαιστινιακό, αλλά και την υπόθεση των Συρο-ισραηλινών αλλά και Συρο-αμερικανικών Σχέσεων πέραν του όποιου θετικού αποτελέσματος για τα υπό διαμεσολάβηση θέματα υπάρχει ένα εξίσου σημαντικό θέμα εις το οποίο η ελληνική πρωτοβουλία βοηθά. Πρώτον, στην ουσιαστική πρόοδο των συνομιλιών με τις λιγότερες δυνατές ενδο-ισλαμικές ή ενδο-αραβικές τριβές και αντιδράσεις λόγω εσωτερικών ανταγωνισμών και αντιζηλιών (πρωτοκαθεδρίας ρόλου) μεταξύ αραβικών και μουσουλμανικών κρατών και δεύτερον, στον εφησυχασμό της Σαουδικής Αραβίας, διότι από τις ελληνικές πρωτοβουλίες, όσο... επιτυχημένες και αν είναι, η Τζέντα δεν κινδυνεύει να χάσει την πρωτοκαθεδρία της στον Αραβο-μουσουλμανικό κόσμο! Θα είναι λοιπόν ευγνώμων στην Αθήνα και για τον λόγο αυτόν. Και νομίζω πως δεν είναι άχρηστο να ευγνωμονεί η Τζέντα την Αθήνα για κάτι τέτοιο.Αντιστοίχως θα αισθάνονται η Αίγυπτος και η Ιορδανία, σημαντικές δυνάμεις σταθερότητος, κοσμικού χαρακτήρα στη Μέση Ανατολή και με συμφωνία ειρήνης μάλιστα με το Τελ Αβίβ.
iv) Ο ρόλος της Ελλάδος ως διαμεσολαβητού στις Συρο-ισραηλινές σχέσεις είναι ιδιαίτερα σημαντικός. Πρέπει να ληφθεί υπόψη ότι το Τελ Αβίβ έχει διαρκώς στις διπλωματικές του αποσκευές την επιστροφή των Υψιπέδων του Γκολάν στη Δαμασκό, υπό το καθεστώς Άσαντ μάλιστα, έναντι διαρκούς και επισήμου ειρήνης, επικυρωμένης με έναρξη λειτουργίας πρεσβειών στις δύο πρωτεύουσες και υπογραφή Συνθηκών Ειρήνης και Συνεργασίας ανάλογες με αυτές της Ιορδανίας και της Αιγύπτου. Πρέπει να αντιληφθούμε στην Αθήνα ότι η παρούσα Μπααθική κυβέρνηση της Συρίας είναι περισσότερον ανεκτή από τις Η.Π.Α, το Λονδίνο και το Τελ Αβίβ διότι είναι κοσμική. Αν ο Άσαντ υιός αποτύχει, στην εξουσία της Δαμασκού θα ανέλθουν οι Αδελφοί Μουσουλμάνοι με τα παράγωγα πολιτικά τους σχήματα. Και κάτι ανάλογο δεν είναι επιθυμητό από τα ανωτέρω κέντρα αποφάσεων. Από την άλλη πλευρά, ο μειονοτικός αλαουίτης Άσαντ για να αναπροσανατολίσει την εξωτερική του πολιτική και να εξέλθει του αδιεξόδου εις το οποίο ευρίσκεται σήμερα, χρειάζεται μια υψηλού επιπέδου διπλωματική επιτυχία. Μόνο έτσι θα ανθέξει την αντίδραση της άτυπης μουσουλμανικής σουνιτικής αντιπολιτεύσεώς του, η οποία εκπροσωπεί θρησκευτικώς, το 80% περίπου του συριακού λαού και η οποία ενθυμείται την αιματηρή καταστολή την οποία υπέστη από το συριακό Μπάαθ, του πατρός Άσαντ, τέσσερις περίπου δεκαετίες πριν.
iv. i) Ας μη λησμονούμε ακόμη, ότι οι δύο χώρες (Ιορδανία και Αίγυπτος), οι οποίες υπέγραψαν τις Συμφωνίες Ειρήνης με το Ισραήλ έχουν απωλέσει στον Πόλεμο των Έξι Ημερών του Ιουνίου του 1967, η μεν πρώτη την Δυτική Όχθη η δε δεύτερη τη Λωρίδα της Γάζας.
iv. ii) Επίσης, το Τελ Αβίβ είναι εκείνο που δηλώνει σε όλους τους τόνους ότι τα περιβόητα “Αγροκτήματα Σεμπάα” ανήκουν στη Συρία μέρος του Γκολάν (!), ενώ η Συρία δεν το δέχεται λέγοντας ότι ανήκουν στον Λίβανο (!), διαφωνώντας με τον Ο.Η.Ε ο οποίος θεωρεί, όπως και το Τελ Αβίβ, ότι ανήκουν στην Συρία! Άρα υπάρχει και εδώ έδαφος για πρόοδο αφού γίνει η σχετική σχολαστική μελέτη από πλευράς Αθηνών των σχετικών Συμφωνιών αλλά και των προσφάτων αποφάσεων του Ο.Η.Ε μετά τη θερμή ρήξη μεταξύ Χεζμπολά και Ισραήλ κατά την περίοδο Iουλίου-Αυγούστου του 2006.
v) Αναφορικά με την ευκταία διαμεσολαβητική σχέση της Ελλάδος μεταξύ Τεχεράνης και Ουάσιγκτον, επίσης η Αθήνα είναι “υπεράνω πάσης υποψίας”.
Πρώτον, δεν ενδιαφέρεται (αλλοίμονο) να καταστεί η ιδία... πυρηνική δύναμις, άρα θα είναι απολύτως ειλικρινής στις διαμεσολαβήσεις της με την σημαντική αυτή σιιτική ισλαμική χώρα, σε αντίθεση με την νταβουτογλιανή Άγκυρα.
Δεύτερον, ουδέποτε οι σχέσεις της με το Ιράν πέρασαν δοκιμασίες για το κουρδικό ζήτημα και ουδέποτε ασκήθηκαν εκβιασμοί προς την Τεχεράνη σε σχέση με την αποσταθεροποιητική υποκίνηση των κουρδικών πληθυσμών ένθεν και ένθεν των... ανύπαρκτων ελληνο-ιρανικών συνόρων, σε αντίθεση με την Άγκυρα.
Τρίτον, η Ελλάδα εκπροσωπεί και την Ε.Ε σε μία τέτοια προσπάθεια, και η Ε.Ε δεν χαρακτηρίζεται από... αντι-ιρανικό μένος. Κάθε άλλο! Άρα προσφέρει ακόμη μία, σημαντικότατη δικλείδα αξιοπιστίας προς τον ισλαμικό κόσμο γενικότερα, αλλά και προς το Ιράν ειδικότερα.
vi) Kαι ένα ακόμα ζήτημα, το πλέον σημαντικό, το οποίο προκαλεί και τις όποιες, κατανοητές άλλωστε, ενστάσεις της Αριστεράς στην ελληνο-ισραηλινή συνεργασία: ποια θέση θα κρατήσει η Ελλάδα σε μια περίπτωση Αμερικανο-ισραηλινής επιθέσεως εναντίον του Ιράν; Το ερώτημα απαιτεί κατ' αρχάς την ανάλυσή του από γεωστρατηγικής πλευράς. Ας την δούμε λοιπόν.

Πρώτον, μια ισραηλινή αεροπορική επίθεση εναντίον του Ιράν δεν είναι δυνατόν να πραγματοποιηθεί με μονομερή απόφαση του Τελ Αβίβ και άνευ της εγκρίσεως των Η.Π.Α. Δεν είναι όμως πιθανή μια τέτοια έγκριση, διότι, ιδιαίτερα σε περίοδο οικονομικής κρίσεως η τιμή του βαρελιού του πετρελαίου θα ξεπεράσει τα USA $ 500! Και ας μη λησμονούμε την θερμή αστάθεια στο Αφγανιστάν και στο Ιράκ αλλά και την εξαιρετικά εύθραυστη ισορροπία του Πακιστάν. Ζητήματα τα οποία θα εκραγούν με όλους τους δυνατούς τρόπους, με ανυπολόγιστες συνέπειες στον οικονομικό και κοινωνικό ολοκλήρου του δυτικού κόσμου, και όχι μόνο για την Ουάσιγκτον ή το Λονδίνο.
Δεύτερον, μια τέτοια αεροπορική επίθεση με δεδομένη την υφιστάμενη υπόγεια οχύρωση και αμυντική προστασία των Ιρανικών πυρηνικών εγκαταστάσεων, δεν θα επιφέρει τελικώς τα επιθυμητά, από πλευράς επιτιθεμένων, καταστροφικά αποτελέσματα. Το μόνο που θα επιτύχει θα είναι η πυροδότηση ανεξέλεγκτων εξελίξεων σε ολόκληρο τον ισλαμικό κόσμο οι οποίες ουδένα δύνανται να κρατήσουν στο απυρόβλητο και φυσικά ούτε την Ελλάδα η οποία μετέχει στο ΝΑΤΟ, το οποίο εκ των πραγμάτων θα εμπλακεί σε μια τέτοιας εμβέλειας δυτική επιχείρηση. Και να είμαστε βέβαιοι ότι ο Δυτικός κόσμος θα καταβάλλει τεράστιο κόστος! Σε ψυχές και σε υποδομές πάσης φύσεως!
Τρίτον, υποτεθείσθω ότι κάτι παρόμοιο εμφωλεύει, παρόλα αυτά, στους εγκεφάλους των ηγεμόνων της Ειδικής Σχέσεως. Μα τότε είναι ακόμη σημαντικότερη η διαμεσολαβητική προσπάθεια μιας αποδεδειγμένα φιλειρηνικής χώρας όπως η Ελλάδα, η οποία θα καταβάλλει όλες τις δυνατές προσπάθειες για να αποτρέψει ένα παρόμοιο ενδεχόμενο και να βοηθήσει την Τεχεράνη προς μια έντιμη αλλαγή προσανατολισμού. Είναι σαφές ότι αυτές οι προσπάθειες μπορούν να καρποφορήσουν μόνον όταν η Αθήνα έχει την διαπιστωμένη και “διαπιστευμένη” εμπιστοσύνη των δύο πλευρών! Άρα καλώς πράττει ο Έλληνας Πρωθυπουργός, αποδεδειγμένα φιλειρηνιστής και μη θερμοκέφαλος με αντίστοιχο πολιτικό παρελθόν, να επιδιώκει την σύσφιξη των ελληνο-ισραηλινών σχέσεων.
Τέταρτον, μένει προς απάντησιν το πλέον κρίσιμο ερώτημα: είναι προτιμότερο να δρα η χώρα μας προς την κατεύθυνση του κατευνασμού και της Ειρήνης ή να αναμένει μοιρολατρικώς να αποφασίσουν οι άλλοι για λογαριασμό της; Και μάλιστα όταν υπάρχει περίπτωσις να αποφασισθεί από άλλους, (και) για λογαριασμό της, ο Αρμαγεδδών; Η απάντησις είναι προφανής.

Συμπεράσματα

Κατόπιν των προαναφερθέντων προκύπτει ότι τα θετικά αποτελέσματα μιας ελληνο-ισραηλινής συνεργασίας μπορεί να είναι ευεργετικά αφενός μεν για το κύρος της Ελλάδος με ό,τι αυτό σημαίνει σε όλους τους λοιπούς τομείς (άμυνα, οικονομία, ασφάλεια, τεχνολογία), για την έξοδο από την απομόνωση του Ισραήλ, για τον κατευνασμό και την παραγωγή κοινώς αποδεκτών λύσεων στις Ισραηλο-Παλαιστινιακές σχέσεις και τελικώς για την εδραίωση της Ειρήνης και της Συνεργασίας μεταξύ των Μεσογειακών Λαών. Παραμένει πλέον ως ζητούμενο, ο χειρισμός των λεπτών αυτών ζητημάτων και από τις δύο πλευρές. Οι κατάλληλοι άνθρωποι και θεσμικοί μηχανισμοί υπάρχουν ή/και επιβάλλεται να δημιουργηθούν και στις δύο πλευρές.
Ο ιερός, από το οικουμενικό Ελληνικό Πνεύμα των Αμφικτυονιών, χώρος των Δελφών προσφέρει τον κατάλληλο χώρο για την στέγαση των συναντήσεων που συνεπάγονται οι αναληφθησόμενες (;) ελληνικές διεθνείς πρωτοβουλίες. Χώρος γνωστός στην Οικουμένη και ευρισκόμενος υπό την πεφωτισμένη διοίκηση της Ελένης Αρβελέρ-Γλυκατζή. Θα μπορούσε αξιοποιηθεί καταλλήλως από το Ελληνικό Υπουργείο Πολιτισμού ως έδρα ενός μονίμου θεσμού Διεθνούς Ειρήνης. Ουδεμία άλλη χώρα διεθνώς δύναται να προσφέρει καταλληλότερο χώρο, αντιστοίχως νοηματοδοτημένο, απολαμβάνοντας τα συνεπαγόμενα πάσης φύσεως οφέλη.
Δεν μπορούμε να επαφιέμεθα πλέον σε αμέθοδες και εμπνευσιακού τύπου ενέργειες σε τόσο σοβαρές διεθνείς υποθέσεις. Πρόκειται για την σημαντικότερη απόφαση ελληνικής κυβερνήσεως σε ζητήματα γεωστρατηγικής αυτογνωσίας της Ελλάδος, μετά από την είσοδό της στο ΝΑΤΟ και αυτήν της εισδοχής της ως πλήρους μέλους στην Ευρωπαϊκή Οικογένεια. Και ο Έλληνας Πρωθυπουργός έχει αποδείξει ότι ξέρει να προβαίνει σε ανάλογες τολμηρές επιλογές, να προχωρά δημιουργικά και αδιαφορώντας για το πρόσκαιρο “πολιτικό κόστος” ενώπιον του εθνικού συμφέροντος. Του αξίζει, τουλάχιστον γι αυτό, μια αναγνώριση. Χωρίς μικροκομματικές και φοβικές μικροψυχίες...

Γιάννης Μάζης, Καθηγητής Πανεπιστημίου Αθηνών

Δεν υπάρχουν σχόλια: