Δευτέρα 26 Σεπτεμβρίου 2016

Ο Χρήστος Καλογρίτσας, ή η αριστερή δημοσιογραφία από τον Φλωράκη… στον Τσίπρα

Ο Χρ. Καλογρίτσας σε πρόσφατη εκδήλωση του Σύριζα για την διαπλοκή στα ΜΜΕ (!), λίγα μέτρα απόσταση από τον υπουργό Παππά

Ο Χρήστος Καλογρίτσας, ή η αριστερή δημοσιογραφία 
από τον Φλωράκη… στον Τσίπρα
Του Γιώργου Καραμπελιά
Τελικώς ο “αγωνιστής” Καλογρίτσας παραιτήθηκε ώστε να δικαιολογηθούν οι αθλιότητες που διέπραξε προσφάτως η κυβέρνηση γύρω από τις τηλεοπτικές άδειες κα να τις φορτώσουν σε αυτόν. Ωστόσο   η υπεράσπιση, από το σύνολο της αριστερής δημοσιογραφίας και τα έντυπά της, της επιλογής Καλογρίτσα[1], τη στιγμή που βοά ο τόπος για τα «δανεικά βοσκοτόπια», αποτέλεσε το τελειωτικό πλήγμα στην αξιοπιστία των εσχάτων δημοσιογραφικών καλάμων της αριστεράς.  Ανοίγει  δε ένα,  εξ ίσου σημαντικό με εκείνο του ΔΟΛ, κεφάλαιο του μεταπολιτευτικoύ τοπίου, εκείνο των «ψευδο»μεγιστάνων της αριστεράς και της σχέσης τους με τη δημοσιογραφία και τον Τύπο.
Ο Γιώργος Μπόμπολας και ο Σωκράτης Κόκκαλης υπήρξαν οι πρώτοι προερχόμενοι από την αριστερά μεγάλοι επιχειρηματίες οι οποίοι συνδέθηκαν με τον Τύπο·  ο πρώτος σε μόνιμη και σταθερή βάση (εκδίδει το «Έθνος» και την «Ημερησία» είναι ιδιοκτήτης τυπογραφείου και μεγαλομέτοχος του Mega, μεταξύ  άλλων) και ο δεύτερος, περιστασιακά, – εξέδιδε την εφημερίδα «Επικαιρότητα» και κατείχε τον ραδιοφωνικό Flash. Ωστόσο η πλέον εμβληματική φυσιογνωμία αριστερού επιχειρηματία που αναμειγνύεται με τα του Τύπου, και λόγω της πρόσφατης ανάδειξης του σε «υπερθεματιστή» στο σκάνδαλο των τηλεοπτικών αδειών είναι εκείνη του Χρήστου Καλογρίτσα, ο οποίος και λόγω νεαρότερης ηλικίας, είναι αποκλειστικά συνδεδεμένος  με την μεταπολιτευτική εποχή και την μεταπολιτευτική αριστερά. Η διαδρομή του, πολυκύμαντη, αναπαριστά ολόκληρη την πορεία μιας αριστεράς που ανήλθε σταδιακώς στην εξουσία – όχι απλώς κρατικοδίαιτης, αλλά άρρηκτα συνδεδεμένης με το κράτος, δεδομένου ότι όπως και οι άλλοι αριστεροί επιχειρηματίες αναδείχθηκαν  μέσα από τη σχέση τους με τις κάθε είδους προμήθειες του δημοσίου.
Αν θα θέλαμε να προβούμε μάλιστα σε μια τυπολογία της διαφοροποίησης μεταξύ «αριστερών» και «δεξιών» επιχειρηματιών στη μεταπολιτευτική Ελλάδα, θα διαπιστώσουμε ότι  οι μεν αριστεροί είναι άρρηκτα δεμένοι με  τα δημόσια έργα ή τις δημόσιες προμήθειες κάθε είδους – από όπλα έως τηλέφωνα ή κρατικοδίαιτες τράπεζες,  οι δε δεξιοί διαθέτουν ένα μεγαλύτερο πεδίο αυτονομίας από το κράτος, ως κατ’ εξοχήν συνδεδεμένοι με τις ναυτιλιακές δραστηριότητες  και τον εφοπλισμό! Γι’ αυτό και οι πρώτοι παρεμβαίνουν συστηματικά υπέρ της αριστεράς και της «κεντροαριστεράς» και στον Τύπο, ενώ οι δεύτεροι υπέρ της κεντροδεξιάς. Εξάλλου και τα περισσότερα σκάνδαλα της μεταπολίτευσης, μετά το 1981, συνδέονται κατ’ εξοχήν με τους «αριστερούς» επιχειρηματίες, οι οποίοι είναι προσκολλημένοι ως βδέλλες στο κράτος. Αυτό συνέβη ήδη με τον Κοσκωτά και την Τράπεζα Κρήτης, με τον Κόκκαλη και την Ιντρακόμ-Ζήμενς, με τον Τζοχατζόπουλο και τον Λιακουνάκο στα εξοπλιστικά, με τον Μπόμπολα και  την Αττική οδό ή τα Ολυμπιακά ακίνητα κ.ο.κ.


Ο Χρ. Καλογρίτσας δίπλα στον Ανδρέα Παπανδρέου την δεκαετία του 80

Ο Χρήστος Καλογρίτσας, που είχε σπουδάσει μηχανικός στην Ιταλία, έμπιστος του κοντοχωριανού του Χαρίλαου Φλωράκη και μικροεργολάβος δημοσίων έργων στη δεκαετία του 1970, εμφανίστηκε κατά τα μέσα της δεκαετίας του ’80, ως εκδότης της εφημερίδας «Πρώτη». (Η εφημερίδα “Πρώτη” πρωτοεκδόθηκε τον Απρίλιο του 1986 και κατέβασε ρολά το Σεπτέμβριο του 1990) Εφημερίδα γύρω από το ΚΚΕ, που προωθούσε τη νέα τότε σοβιετική γραμμή της περεστρόικας που προωθούσε ο Γκορμπατσώφ η Πρώτη προετοίμασε τη σύγκλιση ΚΚΕ και ΚΚΕ εσ., για να προκύψει ο Συνασπισμός, ενώ εξέφραζε και τη νέα γραμμή του ΚΚΕ μετά το ’85 για σύγκρουση με το Πασόκ, που είχε αρχίσει να εγκαταλείπει τη γραμμή της προσέγγισης με τη Σοβιετία της πρώτης κυβερνητικής περιόδου.
Στην πραγματικότητα, διαχρονικό «όνειρο» της μεταπολιτευτικής αριστεράς παρέμενε πάντοτε η υποκατάσταση του ΠΑΣΟΚ ως  ο κυρίαρχος πόλος στην αριστερά και την κεντροαριστερά, το οποίο παρ’ ολίγο να υλοποιηθεί  από τον ενιαίο Συνασπισμό  με την ευκαιρία του σκανδάλου Κοσκωτά  και θα επιτευχθεί στο τέλος του κύκλου –έστω και πρόσκαιρα– από τον ΣΥΡΙΖΑ. Οι νεαροί αριστεροί, Κνίτες κατ’ εξοχήν, και δευτερευόντως οι Ρηγάδες του ΚΚΕεσ., τριτευόντως δε οι ΕΚΚετζήδες  και οι λοιποί αριστεριστές,  δεν μπορούσαν σε καμία περίπτωση να αποδεχτούν το «καπέλωμα» του Ανδρέα Παπανδρέου πάνω στο αντιδικτατορικό κίνημα και την αριστερά μετά την πτώση των συνταγματαρχών. Χαρακτηριστικά, ο Μίκης Θεοδωράκης πίστευε ακόμα και το 2011 ότι η «Σπίθα» θα αποτελούσε το όχημα για να πάρει την μεταθανάτια ρεβάνς  του απέναντι στον Ανδρέα Παπανδρέου!
Και  αν οι νεαροί ανερχομένοι κνίτες, μέχρι το 1985 φαντασίωναν ακόμα πως θα ήταν δυνατό στα πλαίσια του ανταγωνισμού Ανατολής-Δύσης, με κάποιο μαγικό τρόπο να αντικρύσουν τον «χορευτικό ρυθμό» των σοβιετικών τανκς και στην πλατεία Συντάγματος[2] στη συνέχεια απώλεσαν αυτές τους τις προσδοκίες.  Η Σοβιετική Ένωση έχανε τον ψυχρό  πόλεμο στον ανταγωνισμό με την επανεξοπλιζόμενη Αμερική του Ρόναλντ  Ρέηγκαν και θα εγκαινιάσει την περίοδο της περεστρόϊκα. Κατά συνέπεια ο δρόμος προς την εξουσία περνούσε μέσα από την αποδοχή, εν πολλοίς, των πλαισίων που έθετε ο καπιταλιστικός κόσμος με μόνη πιθανή διέξοδο τον «σοσιαλισμό με ανθρώπινο πρόσωπο».
Έτσι και οι διψασμένοι για εξουσία και αναγνώριση Κνίτες της «γενιάς του Πολυτεχνείου» θα προσχωρήσουν σε πρώτη φάση –κάτω από την καθοδήγηση του Μίμη Ανδρουλάκη– στο εγχείρημα του «σοσιαλισμού με ανθρώπινο πρόσωπο», συναντώντας και τους προερχόμενους από το ΚΚΕεσωτ. ευρωκομουνιστές Ρηγάδες με επικεφαλής τον Βούτση, καθώς και τους απογοητευμένους από την Κίνα αριστεριστές.  Αυτή η νέα συγκυρία θα εκφραστεί μέσα από την σταδιακή προσέγγιση Κύρκου – Φλωράκη και  στο πεδίο του τύπου από εγχείρημα της εφημερίδας «Πρώτη». Και ο άνθρωπος κλειδί ήταν ο Καλογρίτσας, που απήλαυνε της εμπιστοσύνης του Χαρ. Φλωράκη, αλλά και των νεαρών «ανανεωτών», με κύριο εκφραστή τον Ανδρουλάκη.
Από την Πρώτη πέρασαν πολλοί από τους σταρ της τότε αριστερής δημοσιογραφίας, που μεταπήδησαν στα ΜΜΕ, όπου και κυριάρχησαν τα αμέσως προηγούμενα είκοσι πέντε χρόνια. Πρώτος  διευθυντής της Πρώτης υπήρξε ένας συστημικός δημοσιογράφος, ο Λυκούργος Κομίνης[3], ενώ ακολούθησαν ως  διευθυντές της ο Νίκος Τσαγκρής και στο τέλος ο Παύλος Τσίμας, εκ μεταγραφής από τον «Ριζοσπάστη». Ανάμεσα σε άλλους, στο δημοσιογραφικό επιτελείο της Πρώτης συμμετείχαν ο Σταύρος Θεοδωράκης (και αυτός προερχόμενος από την ΚΝΕ), η Ιωάννα Μάνδρου, ο Νίκος Ευαγγελάτος, ο Τάσος Τέλλογλου, ο Σταύρος Λυγερός, ενώ η εφημερίδα είχε ως σύμβουλο έκδοσης τον Στέργιο Πιτσιόρλα και οικονομικό διευθυντή τον Αντώνη Μαλάμη, που είχε γίνει γνωστός  κατά τη δεκαετία του ’70 ως επικεφαλής των ομάδων περιφρούρησης της ΚΝΕ, των γνωστών ως «ΚΝΑΤ». Οργανωτικός και πολιτικοϊδεολογικός εγκέφαλος της Πρώτης θεωρούνταν ο Μίμης Ανδρουλάκης, τότε κύριος εκφραστής της περεστρόϊκα στην Ελλάδα,  alter ego και λογογράφος του Χαρίλαου Φλωράκη.
Σταδιακώς πολλαπλασιάζονταν  οι επιθέσεις της εφημερίδας ενάντια στο ΠΑΣΟΚ και προσωπικά στον Ανδρέα Παπανδρέου, θέτοντας τέλος στη γραμμή της «αντιδεξιάς ενότητας» ΠΑΣΟΚ-ΚΚΕ της περιόδου 1977-1985. Το φθινόπωρο του 1987 εγκαινιάζονται οι καταγγελίες εναντίον της πανίσχυρης éminence grise του Ανδρέα, του διευθυντή του ΟΤΕ, Θεοφάνη Τόμπρα, που οργάνωνε τις τηλεφωνικές υποκλοπές σε συνεργασία με τον Σωκράτη Κόκκαλη. Η εφημερίδα επιτίθεται συστηματικά σε αυτή που αποκαλεί «κατάμαυρη νεοφασιστική κλίκα Κουτσόγιωργα-Αυριανής», ενώ στηρίζει μια ομάδα στελεχών  όπως ο Γιώργος Γεννηματάς και ο Κώστας Λαλιώτης.
Η Πρώτη ξεκίνησε με μεγάλες κυκλοφορίες, γύρω στις 90 χιλ. φύλλα ημερησίως. Ωστόσο μετά το Τσέρνομπιλ στις 26 Απριλίου 1986, αναπαρήγαγε αμάσητη τη σοβιετική προπαγάνδα, και  κυκλοφόρησε με πρωτοσέλιδο που ισχυριζόταν πως «Οι συνέπειες της εκλυόμενης ραδιενέργειας δεν ξεπερνούν αυτές που μπορούν να έχουν οι πολίτες από το κάπνισμα ενός τσιγάρου»!  με αποτέλεσμα  η κυκλοφορία της να  πέσει γύρω στις 30 χιλ. φύλλα.
Μετά την πτώση της Σοβιετικής Ένωσης και την αποτυχία του εγχειρήματος υποκατάστασης  του ΠΑΣΟΚ από τον Συνασπισμό, η Πρώτη, θα ακολουθήσει την τύχη του Συνασπισμού που θα αποσυντεθεί και τον Σεπτέμβριο του 1990 θα κλείσει οριστικά έχοντας πέσει κάτω από 20.000 φύλλα κυκλοφορίας.  Όμως οι νεαροί δημοσιογράφοι που είχαν αναδειχτεί μέσα από τις στήλες της δεν επρόκειτο να «χαθούν». Ελάχιστοι θα παραμείνουν στο ΚΚΕ, πολλοί θα μεταπηδήσουν στον «Συνασπισμό» και οι περισσότεροι «θα ανοίξουν τα φτερά τους» για τις έτοιμες να τους υποδεχθούν αγκάλες  της αστικής τάξης και των συστημικών ΜΜΕ.  Μια και η εξουσία δεν ήρθε στο ραντεβού, ούτε μέσω των τανκς ούτε του «πιτσαδόρου» Γκορμπατσώφ[4] μπορούσαν να πορευτούν οι ίδιοι προς συνάντησή της, όπως έκαναν στη Ρωσία τα μέλη της Κομσομόλ και οι νεαροί λύκοι της Κα Γκε Μπε.  Και θα σκορπιστούν παντού. Στην Καθημερινή, που μετά τον Κοσκωτά θα περάσει στον Αλαφούζο, όπως ο Τσαγκρής, στο Σκάϊ ο Κομίνης, ο Καρτερός, ή ο Ευαγγελατος, στον Flash και παρεμπιπτόντως στο ΠΑΣΟΚ, ο Ανδρουλάκης,  στον ΔΟΛ και  στο Mega  ο Τσίμας, o Σταύρος Θεοδωράκης,ο Τάσος Τέλογλου,  στο Εθνος, κ.ο.κ.
Οι αριστεροί δημοσιογράφοι,  προπαντός  οι προερχόμενοι από το ΚΚΕ και το ΚΚΕεσωτ.  θα «αρκεστούν»  στη μηντιακή εξουσία, εν αναμονή και της πολιτικής. Θα πρωτοστατήσουν στην άνοδο του Σημίτη και του εκσυγχρονισμού του και στην κατακυριάρχηση του εθνομηδενισμού στο σύνολο των ΜΜΕ· θα αλώσουν δε εξ ολοκλήρου τον χώρο των πολιτιστικών ενθέτων, της τέχνης, της λογοτεχνίας, του βιβλίου, δηλαδή της ιδεολογικής αναπαραγωγής. Η αριστερά θα έχει καταλάβει την ιδεολογική εξουσία, ενώ βέβαια θα διατηρεί πάντοτε προνομιακές σχέσεις με τα άλλοτε αριστερά αφεντικά.
Αν όμως λόγω εξαρτήσεων και  σχετικών φακέλων της Κα Γκε μπε ή της Στάζι, μετά την κατάρρευση του «υπαρκτού», πολλά μεγαλοαφεντικά  προσχώρησαν εκόντα ή άκοντα στη νέα παγκόσμια τάξη, εγκαταλείποντας τις νεανικές τους εξαρτήσεις, υπήρχαν μερικοί που έμειναν σταθεροί στον αριστερό προσανατολισμό τους, περιμένοντας την ευκαιρία να «ξαναχτυπήσουν». Ένας από αυτούς ο Χρήστος Καλογρίτσας. ο οποίος  στο μεταξύ συνήψε στενές σχέσεις και με το Πασοκικό κατεστημένο και τον ίδιο τον Ανδρέα Παπανδρέου.  Αφού θα αγοράσει το 1999 την εταιρεία του πατρός Τσίπρα,  με το εμβληματικό όνομα Μέδουσα, θα ενισχύσει σε συνεργασία με τον Μπόμπολα και το ΠΑΣΟΚ την κατασκευαστική του εταιρεία, που θα κινείται  πάντα ως υπεργολάβος των μεγάλων έργων και θα αντλεί αφειδώς από τις τράπεζες και το κράτος. Ως εργολάβος δημοσίων έργων ανέλαβε την ανέγερση του νέου Εφετείου Αθηνών, από τον τότε υπουργό Βαγγέλη Γιαννόπουλο αλλά και άλλων δικαστικών μεγάρων, όπως, και επεκτάσεις του μετρό, ανέγερση νοσοκομείων, το παραλιακό οδικό δίκτυο Πειραιά κ.ά. Δημιούργησε τον εκδοτικό οίκο Ηλέκτρα με διευθυντή τον άλλοτε διευθυντή της Πρώτης, Νίκο Τσαγκρή  και παράλληλα στα τέλη της δεκαετίας του 1990, ίδρυσε και την εταιρεία δημοσκοπήσεων GPO, μαζί με ένα ακόμα «χρυσό παιδί» της ΚΝΕ, τον Τάκη Θεοδωρικάκο, γραμματέα της το διάστημα 1990-91, ο οποίος  αφού επί πολλά έτη κινούνταν  στον κύκλο του Λαλιώτη έφτασε σήμερα να είναι βασικός σύμβουλος του Κυριάκου Μητσοτάκη!
Και αναπάντεχα το όνειρο της κατάληψης της πολιτικής εξουσίας  –στα πλαίσια πάντα των υπαρχουσών κοινωνικών δομών–  γίνεται απτή πραγματικότητα. Ο ΓΑΠ θα καταστρέψει μόνος του το δημιούργημα του πατρός Ανδρέα και η «αυθεντική αριστερά» θα μπορέσει επιτέλους να καταλάβει και το summum της εξουσίας, την πολιτική εξουσία, αφού πρώτα, μισθοφορικά,  είχε υπηρετήσει επί δεκαετίες   την «πασοκαρία». 

Σύσσωμη η αριστερά –εκτός  ΚΚΕ βεβαία, αλλά αυτοί καταχωρούνται στα «απολιθώματα»–  ένιωσε να σκιρτά από ενθουσιασμό μπροστά στην προοπτική «κατάληψης της εξουσίας»· από τους παλαιούς αριστεριστές Χριστοδουλοπούλου και Δρίτσα μέχρι τους εκ μεταγραφής ΠΑΣΟΚ, ΣπίρτζηΤζάκρη κ.ά. Και στο παρασκήνιο  ο Λιβάνης, ο Λαλιώτης και αναρίθμητοι άλλοι. Το ίδιο σκίρτημα ένιωσαν και πολλοί  ανεξάρτητοι ή δήθεν ανεξάρτητοι δημοσιογράφοι, ακόμα και της πατριωτικής αριστεράς. Το αίμα νερό δεν γίνεται. Και μια ανάλογη ζέση έδειξαν ακόμα και δημοσιογράφοι προερχόμενοι από την… Δεξιά όπως ο κ. Χατζηνικολάου, τουλάχιστον κατά την πρώτη «ηρωϊκή»  περίοδο.
Όμως το εγχείρημα είχε μια μεγάλη αδυναμία η οποία άρχισε να γίνεται όλο και πιο εμφανής με το πέρασμα του χρόνου και καθώς πλησιάζουν τα δύσκολα μετά την απάτη του δημοψηφίσματος και την υπογραφή του τρίτου μνημονίου. Το κόμμα αποψιλώνεται μετά τη φυγή ενός μεγάλου αριθμού στελεχών, η κοινωνική βάση εξαερώνεται και η συμμαχία με τους καναλάρχες και τα «συστημικά» ΜΜΕ αποδεικνύεται επισφαλής, γεγονός που κατεδείχθη πανηγυρικά στην περίοδο του δημοψηφίσματος. Και προφανώς δεν αρκεί η στήριξη των Αμερικανών, του Σόρος και της κυρίας Μέρκελ  για να διατηρηθεί η εξουσία στο εσωτερικό. Δεν αρκούν ούτε οι διορισμοί μερικών χιλιάδων Συριζαίων και η μεταβολή τους  σε αναίσχυντους πραιτοριανούς. Δεν αρκεί  η κρατική ΥΕΝΕΔ –alias EΡΤ– την οποία ελάχιστοι παρακολουθούν. Χρειαζόταν κάτι  πολύ πιο δραστικό.  Ει  δυνατόν το «κλείσιμο»  των ανεξέλεγκτων καναλιών και η δημιουργία ενός  ελεγχόμενου μηντιακού τοπίου. Και από μηχανής θεός ο «συνεπής» Χρήστος Καλογρίτσας. Ο Νίκος Τσαγκρής και ο απαραίτητος «Παν Παν» έχουν αναλάβει από το καλοκαίρι τις απαραίτητες κινήσεις  για την επανέκδοση της Πρώτης, ως εβδομαδιαίου εντύπου, και στρατολογούν παλαιούς συντρόφους της ηρωϊκής εποχής, όπως τον Χρήστο Μαχαίρα, καθώς και νεώτερους, προπαντός δε σκοπεύουν να προχωρήσουν στην δημιουργία ενός τηλεοπτικού σταθμού εθνικής εμβέλειας, με διυθυντή τον Κώστα Αρβανίτη, μέχρι σήμερα διευθυντή στο «Κόκκινο».
Μόνο που οι αριστεροί, όταν ιδίως είναι αυθεντικοί, όπως ο «αγωνιστής» Καλογρίτσας, «δεν έχουν χρήματα», γι’ αυτό εξάλλου παραμένουν… αριστεροί· αν είχαν αποκτήσει πολλά χρήματα  θα είχαν εγκαταλείψει τον «αγώνα», όπως έκανε ο Κόκκαλης. Κατά συνέπεια πρέπει να τα βρουν αυτά τα χρήματα. Και δεν αρκεί να πουλήσει τη Φεράρι του ο υιός Καλογρίτσας, Ιωάννης-Βλαδίμηρος,  για να βρεθούν τόσο σημαντικά ποσά.  Και επειδή παραμένουν αταλάντευτοι οπαδοί του κρατικού τομέα, –όπως όλοι οι αριστεροί εξάλλου–, γνωρίζουν πως τα «παιδιά του λαού» μόνο από το κράτος μπορούν να προσποριστούν χρήματα.
Ο Κοσκωτάς χρησιμοποιούσε τα χρήματα που οι ΔΕΚΟ κατέθεταν προνομιακά στην τράπεζα Κρήτης, μετά το σχετικό «σπρώξιμο» από τον Μένιο Κουτσόγιωργα και τον Ανδρέα Παπανδρέου. Ο Καλογρίτσας για να χρηματοδοτήσει τα νέα του εγχειρήματα, πέραν των βοσκοτόπων, διέθετε μία βασική πηγή, την ελεγχόμενη από το κράτος Τράπεζα Αττικής. Έτσι από τη στιγμή που οι σύντροφοι ανέλαβαν τη διακυβέρνηση της χώρας στις αρχές του 2015 πήρε από αυτήν 77,6 εκατομμύρια ευρώ δάνεια.
Και όμως για άλλη μια φορά το σχέδιο φαίνεται να στραβώνει και η απάτη ανακαλύφθηκε. Οι σύντροφοι Σπίρτζης και Παππάς μάλλον την πάτησαν και ένα μεγάλο μέρος των αγωνιστών της αριστεράς θα μείνουν πιθανότατα χωρίς απασχόληση. Παρότι, όπως προσφυώς ανέφερε έγκριτος δημοσιογράφος, δεν υπάρχει καμία διαφορά μεταξύ του «κουλτουριάρη» Χρήστου Λαμπράκη και του χειμαζόμενου Χρήστου Καλογρίτσα.
Γιατί άραγε, συστηματικά και σε όλα τα μήκη και τα πλάτη του πλανήτη, και κατ’ εξοχήν στην Ελλάδα, οι αριστερές κυβερνήσεις  εμπλέκονται σε μεγάλα σκάνδαλα συνδεδεμένα με την κρατική περιουσία.  Διότι  δεν συνδέονται με την κλασική ολιγαρχία του πλούτου, που χρηματοδοτεί τα κεντροδεξιά κόμματα, και συχνά δεν διαθέτουν και οι ίδιοι σημαντικά ατομικά εισοδήματα. Επομένως για να διατηρηθούν στην εξουσία και να εισέλθουν στην ελίτ «υποχρεώνονται» να αντλήσουν από τη μόνη πηγή που διαθέτουν, δηλαδή το κράτος. Τζοχατζόπουλος, Κουτσόγιωργας, Παπανδρέου, Καλογρίτσας.
Γιατί άραγε οι συριζαίοι είναι όλοι κρατικοδίαιτοι; Διότι συνήθως δεν είναι γόνοι καπιταλιστών, και επομένως οικοδομούν την οικονομική και κοινωνική τους άνοδο μέσω του κράτους, του διορισμού, των κρατικών προμηθειών. Να τι υποφέρουν οι σοσιαλιστές  ζώντας μέσα στον καπιταλισμό!

[1] Βλέπε σχετικά,  Γιάννης Ξένος «Η νέα διαπλοκή έρχεται από …παλιά»  Ρήξη φ. 125  Ιούλιος 2016 http://ardin-rixi.gr/archives/199595
[2] Σύμφωνα με την περιβόητη αναφορά του Γιάννη Ρίτσου  στα τανκς που παρήλαυναν  κι αυτά μ’ ένα ρυθμό χορευτικό» όπως ανέφερε σε συνέντευξή του στον Γιώργο Λιάνη στα Νέα (7.12.1977)
https://sarantakos.files.wordpress.com/2012/08/cf81ceafcf84cf83cebfcf82-cf83cf85cebdceadcebdcf84 ceb5cf85cebeceb7-cf83cf84cebfcebd-cebbceb9ceaccebdceb
[3]  Ο Λυκούργος Κομίνης υπήρξε Αρχισυντάκτης στην «Ακρόπολη» (1960 – 1969), στα «Σημερινά» (1971 – 1972), του Σάββα Κωνσταντόπουλου, στην «Απογευματινή» (1972 – 1975). Μαζύ με τον Σταύρο Ψυχάρη συμπεριλαμβάνεται στους 70 δημοσιογράφους που υπέγραψαν συγχαρητήριο τηλεγράφημα για την διάσωση του Γ. Παπαδόπουλου μετά την απόπειρα Παναγούλη. Διατέλεσε διευθυντής σύνταξης στην «Ελευθεροτυπία» (1975 – 1980), πολιτικός αρθρογράφος στο «Εθνος» (1981 – 1982) και αργότερα διευθυντής της ίδιας εφημερίδας, διευθυντής σύνταξης στα «Νέα» (1982 – 1985), διευθυντής της «Πρώτης» (1986 – 1987). (Βλ. και Ριζοσπάστης 31 Αυγούστου 2004, http://www.rizospastis.gr/story.do?id=2467289)
[4] Ο μέγας και πολύς Γκορμπατσώφ μετά την αποκαθήλωσή του και τη διάλυση της ΕΣΣΔ στην οποία συνέβαλε τα μάλα, διαφήμιζε ανενδοιάστως με υψηλό τίμημα την… πίτσα Hut!

http://ardin-rixi.gr/archives/200274


Παρασκευή 23 Σεπτεμβρίου 2016

Ακούστε τον φιλόσοφο

Στυλ Oxfam. Προσοχή στα γυρισμένα μανίκια του υπουργού. Κατά πάσα πιθανότητα θα του είναι δύο νούμερα μεγαλύτερο. Απολύτως φυσιολογικό γι’ αυτόν. Βλέπετε, ο υπουργός ντύνεται στον οίκο Oxfam, που δεν προσφέρει πολλά περιθώρια επιλογών. Ένα υπουργικό σακάκι ζήτησε, αυτό του έδωσαν...

Ακούστε τον φιλόσοφο

ΣΤΕΦΑΝΟΣ ΚΑΣΙΜΑΤΗΣ

Τον Αριστείδη Μπαλτά πρέπει να τον ακούμε προσεκτικά όταν μιλάει, γιατί ο Αριστείδης Μπαλτάς είναι ο φιλόσοφος της κυβέρνησης. Χθες, λοιπόν, από τη Βουλή, ο υπουργός Πολιτισμού προσδιόρισε την πώληση του Ελληνικού ως «αναγκαστικό συμβιβασμό» για την κυβέρνηση και «υποχώρηση στον δρόμο για τον δημοκρατικό σοσιαλισμό». Με το ύφος του υπομονετικού δασκάλου, αλλά πάντα βαρύς ως συνήθως, εξήγησε ότι «ο ΣΥΡΙΖΑ μιλάει εκ γενετής για μία έννοια που λέγεται “δημοκρατικός δρόμος του σοσιαλισμού” και στο περιεχόμενό του έχει υποχωρήσεις, συμβιβασμούς, νίκες και ήττες. Είναι σταθερές οι αξίες μας σε αυτό τον δρόμο. Αρα όταν σε αυτό τον δρόμο βρισκόμαστε μπροστά σε υπέρτερους συσχετισμούς που μας αναγκάζουν να υποστούμε μια αναγνωρισμένη ήττα, δεν σημαίνει ότι μετά την ήττα λέμε άλλα από αυτά που λέγαμε πριν. Λέμε κάτι που αναγνωρίζει το γεγονός μιας ήττας, ότι πρέπει να προσαρμοστούμε, να κάνουμε τον συμβιβασμό που απαιτεί η ήττα για να συνεχίσουμε τον αγώνα».
Καταλαβαίνετε, είμαι βέβαιος, τι σημαίνει αυτό: ότι γαντζώνονται σφιχτά στην εξουσία, διότι ο σκοπός τους είναι ο σοσιαλισμός. Ο δε «δημοκρατικός δρόμος του σοσιαλισμού», τον οποίο μας αναλύει ο υπουργός, δεν είναι παρά η εκμετάλλευση της δημοκρατίας, ώστε να έλθει ο σοσιαλισμός και να εκτοπίσει τη δημοκρατία. Διότι, αν έχεις σοσιαλισμό, που είναι ανώτερος, τι τη θέλεις τη δημοκρατία την «αστική»; Εχεις περάσει σε ανώτερο στάδιο, κατά τη θεωρία. Κατά την πραγματικότητα, όμως, αυτό που λέει ο υπουργός σημαίνει ότι οι κυβερνώντες θα μας ταλαιπωρήσουν όσο δεν πάει! Θα μας βγάλουν το λάδι.
Το γνωρίζαμε αυτό, βέβαια. Παρ’ όλα αυτά, τον ευχαριστούμε που μας το υπενθυμίζει, έστω και αν δεν χρειαζόταν η υπενθύμιση. Είναι όμως άψογο το timing της παρέμβασης. Τέτοια αβάντα στο πολιτικό πρόγραμμα που αρχίζει να προβάλλει ο Κυριάκος Μητσοτάκης κανείς δεν μπορούσε να κάνει καλύτερη. Μόνο ένας καθηγητής Φιλοσοφίας. Καθηγητής Φιλοσοφίας στο Πολυτεχνείο, θυμίζω...

Της αρέσει
Την κυρία Καρακώστα την ξέρετε. Είναι η δυναμική, ενίοτε μπριόζα, βουλευτίνα της Β΄ Πειραιώς με τον ΣΥΡΙΖΑ, που συνηθίζει να σχολιάζει την επικαιρότητα με ένα ιδιαίτερο αφ’ υψηλού ύφος, τελείως χαρακτηριστικό της πρώτης φοράς Αριστερά. Λοιπόν, η κυρία Καρακώστα των μεσαίων στρωμάτων, όπως αυτοπροσδιορίσθηκε, δήλωσε ότι εφέτος πλήρωσε λιγότερο ΕΝΦΙΑ. Είδατε η κυρία; Δήλωσε μάλιστα ικανοποιημένη που πλήρωσε, επειδή... «τα λεφτά δεν θα πάνε στους πλούσιους». Η κυρία Καρακώστα είναι για τον Πειραιά ό,τι η κυρία Τασία για την Αθήνα. Και οι δύο «σουσουδομποβαρίζουν»...

Προς Μαξίμου
Πείτε στον πρόεδρο να πάψει κάτι αναφορές που κάνει τελευταία στον εαυτό του ως «μηχανικό». Είναι τόσο ψεύτικο, τόσο εξωπραγματικό και, εν τέλει, αστείο να ακούς ότι ο Τσίπρας είναι μηχανικός – με όλες τις συνδηλώσεις του όρου: χτίζει σπίτια, γέφυρες κ.λπ. Ισως ακόμη πιο ψεύτικο και από το ότι ο Πελεγρίνης υπήρξε καθηγητής Φιλοσοφίας...

Τι να κάνουν;
Οι έφηβοι στην Ελλάδα, διαπιστώνει μια έρευνα του Ευρωπαϊκού Παρατηρητηρίου για τα Ναρκωτικά και την Τοξικομανία, είναι επιρρεπείς στον τζόγο. Και τι να κάνουν; Αφού τα κόμματα περνούν κρίση, πώς θα πιάσουν «τη καλή»; Αλλωστε, η Δημόσια Παιδεία παράγει ως επί το πλείστον δημοσίους υπαλλήλους. Όσοι καλοί ξεχωρίζουν φεύγουν στο εξωτερικό. Με τι θα ασχοληθούν οι άλλοι που μένουν; Κάτι πρέπει να βρουν να κάνουν μέχρι να έλθει ο σοσιαλισμός και να γίνουμε όλοι δημόσιοι υπάλληλοι...

Free Akis
Ο Ακης ο Τσοχατζόπουλος, ο άνθρωπος που πρώτος δίδαξε ότι «ο σοσιαλισμός είναι τρόπος ζωής», αλλά εμείς δεν τον ακούσαμε, κατέθεσε νέα αίτηση αποφυλάκισης. Πολύ φυσικό δεν είναι, με όλα αυτά τα απίθανα πράγματα που συμβαίνουν σήμερα και μάλιστα με τέτοια συχνότητα; Ο κόσμος του Τσοχατζόπουλου, το βαθύ ΠΑΣΟΚ, μας κυβερνά σήμερα κι αυτός να είναι μέσα; Οπως βλέπετε, δε, τα κάνουν όλα μαντάρα. Να μην είναι έξω ο πρώτος διδάξας, να τους δείξει πώς γίνεται; Εδώ κινδυνεύει ο σοσιαλισμός, αν δεν το έχετε καταλάβει. Εξάλλου –παραλίγο να το ξεχάσω αυτό– αυτή η κυβέρνηση έβγαλε έξω τον Στεφανάκο...

Ανακρίβεια
Δεν είμαι της Εκκλησίας, σας είναι γνωστό· όμως, για τον σημερινό Αρχιεπίσκοπο προσωπικώς έχω σεβασμό. Γι’ αυτό μου έκανε εντύπωση μια εμφανής ανακρίβεια στις δηλώσεις του για το θέμα του μαθήματος των Θρησκευτικών. «Το μάθημα των Θρησκευτικών περνάει κρίση», είπε. Μακαριώτατε, ας μην αυταπατώμεθα. Δεν είναι το μάθημα των Θρησκευτικών που περνάει κρίση, είναι ο ίδιος ο Θεός που περνάει κρίση, εδώ και τουλάχιστον εκατό χρόνια. Πέρασαν πια αρκετοί αιώνες για να ξέρουμε ότι ο Βολταίρος νίκησε...

Η συλλογή;
Φυσικά είμαι βαθύτατα συγκλονισμένος από το διαζύγιο της Αντζελίνα και του Μπραντ, ωστόσο παραμερίζω το σοκ και το δέος για να ρωτήσω τι θα απογίνει, τώρα που χωρίζουν, η συλλογή τους από παιδάκια. Διότι αυτοί οι δύο είχαν μια πρώτης τάξεως συλλογή, με εκπληκτικά, εξωτικά κομμάτια. Θα αναθέσουν σε κάποιον dealer να βολιδοσκοπήσει άλλους μεγάλους συλλέκτες (Μαντόνα...) ή μουσεία για να τη διαθέσουν χωρίς δημοσιότητα; Θα συμφωνήσουν με κάποιον οίκο δημοπρασιών, Sotheby’s, Christie’s; Θα δούμε... Με την ευκαιρία αυτή, πάντως, να θέσω μία απορία που είχα πάντα για τους πλούσιους και διάσημους που κάνουν συλλογή από παιδάκια: Οταν τα παιδάκια μεγαλώνουν, τι τα κάνουν; Χάνουν πια το γούστο τους ως αντικείμενο συλλογής. Μήπως αυτά είναι ειδικά παιδάκια που δεν μεγαλώνουν ποτέ, ειδικά για συλλέκτες; Τι να πω...

Τρίτη 20 Σεπτεμβρίου 2016

Περί αρχαιολατρίας και άλλων δαιμονίων


Περί αρχαιολατρίας και άλλων δαιμονίων

ΤΑΚΗΣ ΘΕΟΔΩΡΟΠΟΥΛΟΣ

Κ​​​​αι βέβαια, να διδάσκονται αρχαία τα παιδιά, αλλά μην τους κάνουμε και αρχαιολάτρες», είπε ο πονηρούτσικος κ. Φίλης σε έναν από τους μονολόγους του στον ρόλο του υπουργού Παιδείας. Θα ήθελα πολύ να κάνει τον κόπο να εξηγήσει τη σημασία της λέξης «αρχαιολάτρης». Φαντάζομαι στο μυαλό του είναι κάποιος που φοράει χιτώνα, σανδάλια, βάζει και κάνα στεφάνι πού και πού για τις γιορτές και όταν μιλάει επαναλαμβάνει συνέχεια: «Πάνυ μεν ουν, ω Σώκρατες». Οταν δε του λέει ο συνομιλητής του ότι δεν τον λένε Σωκράτη, εκείνος τον κοιτάζει απαξιωτικά και του απαντά: «Αδιάφορο. Εγώ αυτό έμαθα». Διότι στο δικό μου μυαλό πάντως «αρχαιολάτρης» είναι όποιος είναι τόσο προσκολλημένος στον αρχαίο κόσμο που δεν μπορεί να δει τον σημερινό. Και για να είμαι ειλικρινής δεν έχω συναντήσει πολλούς τέτοιους στη ζωή μου, ούτε έναν για την ακρίβεια. Αντιθέτως έχω γνωρίσει αρκετούς αρχαιογνώστες, όπως και πολλούς οι οποίοι είναι τόσο αστοιχείωτοι που νομίζουν πως τα ξέρουν όλα.

Τσούκου τσούκου πάντως η καθεστωτική αντίληψη προχωράει και στην κατάκτηση της εκπαίδευσης. Αθόρυβα με μικρές καθημερινές αλλαγές, όπως στη Δικαιοσύνη, ή και με ωραία πατατράκ όπως ο καρνάβαλος που έστησε ο κ. Παππάς για τις τηλεοπτικές άδειες. Πέρυσι ο ποιητής κ. Κουράκης, ο λυρικός υμνητής του προσωπικού φαλλού του, αποφάσισε να καταργηθεί η διδασκαλία του «Επιταφίου» του Θουκυδίδη στην Γ΄ Λυκείου. Αν δεν κάνω λάθος το κενό εκαλύφθη από διδασκαλία σύγχρονης κοινωνιολογίας ή πολιτικής επιστήμης. Τι το προοδευτικότερον. Αυτή είναι η ημετέρα παιδεία: προτιμάς να διδάσκεις το παιδί από ένα κακογραμμένο εγχειρίδιο κοινωνιολογίας από το να το ταλαιπωρείς με τον Θουκυδίδη, τον Περικλή και τη δημοκρατία του που ήταν και δουλοκτητική, και σεξιστική και φιλοπόλεμη. Να θυμίσω ότι το 2005 στο Δουβλίνο, το κονκλάβιο των Υπουργών Εξωτερικών της πολυπολιτισμένης Ευρώπης είχε αφαιρέσει με αυτά τα επιχειρήματα από το σχέδιο του ευρωπαϊκού συντάγματος το προοίμιο που ήταν η περίφημη φράση του Επιταφίου «το πολίτευμά μας καλείται δημοκρατία διότι σ’ αυτό αποφασίζουν οι πολλοί». Θα μου πείτε το δεκαεπτάχρονο παιδί πλέον πρέπει να ψηφίσει. Και για να ψηφίσει πρέπει να διαβάσει τα προγράμματα των κομμάτων και να ακούσει τον κ. Φίλη στην τηλεόραση. Είναι δυνατόν να χάνει τον χρόνο του με Θουκυδίδη; Τσούκου τσούκου, φέτος κατήργησαν μια ώρα από τη διδασκαλία των αρχαίων στο Γυμνάσιο και τα έκοψαν εξ ολοκλήρου από τις «ανακεφαλαιωτικές εξετάσεις» – αυτή η έκφραση με τρελαίνει. Η πρόοδος προχωράει αργά αλλά σταθερά. Και μπράβο της.

Διάβασα την επιστολή του κ. Φράνκο Μοντανάρι, προέδρου της Διεθνούς Ομοσπονδίας των Ενώσεων Κλασσικών Σπουδών. Λέει μεταξύ άλλων ότι η μείωση της διδασκαλίας των αρχαίων: «εξασθενίζει την ικανότητα των νεότερων γενεών στην προφορική και γραπτή επικοινωνία, στην καθαρότητα της έκφρασης και στην κριτική σκέψη». Ασ’ τον να λέει. Πρόεδρος «κάτι» των «κάτι» κλασσικών σπουδών είναι, τι περίμενες να σου πει; Εδώ έχουμε έκθεση του κ. Συμβούλου τάδε, ο οποίος είναι και συνδικαλιστής και έχει αγωνιστεί για τη δημοκρατία που αποδεικνύει πως τα αρχαία είναι άχρηστα, διότι είναι συντηρητικά, ίνα μη είπω αντιδραστικά. Διότι δεν νομίζω ότι για τέτοια θέματα αποφασίζει ο κ. Φίλης που δεν ξέρει καν τι θα πει η λέξη «αρχαιολάτρης». Αποφασίζει κατόπιν εισηγήσεων του βαθέος κράτους της εκπαίδευσης.

Πριν από μερικά χρόνια σε έρευνα της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για τη γλωσσική επάρκεια, ανάμεσα στα άλλα ευρήματα υπήρχε και το εξής: «Όσο περισσότερες αρχαίες γλώσσες διδάσκονται οι μαθητές τόσο καλύτερες επιδόσεις επιτυγχάνουν όταν εξετάζονται στις σύγχρονες γλώσσες». Ευρωπαϊκή Επιτροπή είπατε; Εδώ δεν την ακούν οι Γάλλοι, γιατί να την ακούσει η καθ’ ημάς Ανατολή.

Επειδή έχω γράψει επανειλημμένως για τη χρησιμότητα της διδασκαλίας των αρχαίων Ελληνικών, και των Λατινικών, απλώς θα σημειώσω εδώ τα κυριότερα σημεία. Οπως λέει η Ζακλίν ντε Ρομιγί, οι δύο αυτές γλώσσες σε μαθαίνουν να συνθέτεις τις προτάσεις, αφού η λειτουργία της λέξης δεν εξαρτάται από τη θέση της, αλλά από την πτώση της. Αρα σε εκπαιδεύουν στην ενεργητική ανάγνωση, αργή ανάγνωση. Και σε μια εποχή που μαθαίνεις να σκανάρεις τα κείμενα αυτή έχει τεράστια σημασία. Το νόημα δεν σου δίνεται. Το κατακτάς και αποκτάς έτσι κριτική σκέψη. Τέλος ας επισημάνω τη μεγάλη σημασία της έννοιας του πρωτοτύπου στη διαμόρφωση της έννοιας του κλασσικού, χωρίς την οποία ο πολιτισμός μας δεν αντέχει ούτε μια μέρα. Ας προσθέσω τέλος και την ιδιαίτερη σημασία που έχουν τα αρχαία στο γλωσσικό αίσθημα των Ελλήνων.

Και τώρα για μας εδώ να πούμε. Πώς θα ήταν η Ανώτατη Εκπαίδευση αν, λέω αν, αντί για όλες αυτές τις πανεπιστημιακές και ανθυποπανεπιστημιακές σχολές που λειτουργούν σαν γυμναστήρια ανά την επικράτεια, κάποιοι είχαν φροντίσει να οργανώσουν Μία, έστω Μία, σχολή κλασσικών σπουδών με έμφαση στα αρχαία ελληνικά; Μία σχολή διεθνούς κύρους και ακτινοβολίας; Ποιος Αμερικανός και ποιος Κινέζος φοιτητής κλασσικών σπουδών δεν θα ήθελε να έρθει να σπουδάσει, ή έστω να περάσει ένα εξάμηνο, στα αμφιθέατρά της; Για φαντασθείτε μια μεγάλη σχολή πανεπιστημιακού επιπέδου με έδρα τους Δελφούς, και παραρτήματα στην Αθήνα και την Ολυμπία; Κι αν παραχωρούσαμε εκτάσεις στα μεγάλα πανεπιστήμια του κόσμου για τις έδρες των κλασσικών τους σπουδών; Επιστημονική φαντασία θα μου πείτε. Αντ’ αυτού γεμίσαμε τη χώρα με ΤΕΙ για να δίνουν διπλώματα για το ταμείο ανεργίας. Και βγάζουμε δεν ξέρω πόσους δικηγόρους τον χρόνο για να καλύψουν τη δικομανία μας και να μας βοηθήσουν να επιβιώσουμε απέναντι στον Τυραννόσαυρο του ελληνικού Δημοσίου.



Κυριακή 18 Σεπτεμβρίου 2016

Δωσίλογος η πολιτική της αγλωσσίας


Δωσίλογος η πολιτική της αγλωσσίας
ΧΡΗΣΤΟΣ ΓΙΑΝΝΑΡΑΣ

Η ​​κοινή και κοινωνούμενη πείρα βεβαιώνει ότι η ανάπτυξη μιας χώρας, η ευζωία των πολιτών, είναι συνάρτηση όχι πρωτίστως του κατά κεφαλήν εισοδήματος αλλά πρωτίστως του επιπέδου ποιότητας της ζωής. Οτι η ποιότητα της ζωής είναι συνάρτηση της κατά κεφαλήν καλλιέργειας, όχι της καταναλωτικής ευχέρειας. Και δείχτης της κατά κεφαλήν καλλιέργειας, σε όσες χιλιάδες χρόνια διαρκεί η ανθρώπινη Ιστορία, είναι η γλώσσα: η διεύρυνση των δυνατοτήτων (πλούτος του λεξιλογίου και εύκαμπτη όσο και διαυγής συντακτική δομή) της γλωσσικής εκφραστικής. 

Κοινότοπες διαπιστώσεις, τετριμμένες. Αυτονόητες όσους αιώνες το πολιτισμικό «παράδειγμα» (ο κοινός τρόπος του βίου και η νοηματοδότησή του) δεν ήταν στεγανά ιστορικο-υλιστικό. Οσο δεν είχε ακόμα «παγκοσμιοποιηθεί» ο θρίαμβος του διδύμου Ανταμ Σμιθ-Καρλ Μαρξ, δηλαδή ο ολοκληρωτισμός του «Διαφωτισμού», ο πρωτογονισμός του ατομοκεντρισμού. Οι κοινωνίες που γέννησαν το εφιαλτικό δίπολο (τη μεταποίηση της συλλογικότητας ή σε «κολεκτίβα» ή σε «αγορά») είχαν θητεύσει για αιώνες στον θρησκευτικό ατομοκεντρισμό: της ατομικής «πίστης», της ατομικής «ηθικής», της ατομικής «σωτηρίας». Γι’ αυτό και είχαν προλάβει να γεννήσουν και «αντισώματα» στην εγωτική ιδιοτέλεια: θεσμικά χαλινάρια και κατεστημένες «νοο-τροπίες» που να τιθασεύουν (κάπως) την ενορμητική φιλαυτία, τη βουλιμική αρχομανία, τον ακόρεστο ναρκισσισμό: Γέννησαν τον ρωμαιοκαθολικό νομικισμό, την προτεσταντική Ηθική και, αργότερα, τους κώδικες (μάλλον ευχετήριους) κατασφάλισης των «ατομικών δικαιωμάτων». 

Η γλωσσική εκφραστική αυτών των κοινωνιών, καταγωγικά διαμορφωμένη για να εξυπηρετεί «την χρείαν» (όχι την «πολιτικήν κοινωνίαν»), ελάχιστα επηρεάστηκε από την παγκοσμιοποίηση του Ιστορικού Υλισμού – τη διεθνοποίηση του χρηματοπιστωτικού συστήματος, τον ολοκληρωτισμό των «Αγορών». Συρρικνώθηκε η γλωσσική εκφραστική σε μία και μόνη, λατινο-γερμανικού μείγματος λαλιά, την αγγλική, που κάθε λαός του πλανήτη παραμορφώνει κατά το κέφι του την προφορά της, σώζοντας (παραδόξως) τη χρηστική της δυναμική. 

Η ελληνική ήταν μια διεθνοποιημένη γλώσσα, «κοινή» στην ελληνο-ρωμαϊκή «οικουμένη», για πολλούς αιώνες. Κοινή σε ένα πολιτισμικό «παράδειγμα» κοινωνικοκεντρικό (τουλάχιστον στις στοχεύσεις του), στους αντίποδες του ατομοκεντρικού της μετα-ρωμαϊκής (βαρβαρικής τότε) Δύσης. 

Το κοινωνιοκεντρικό «παράδειγμα» καταλύθηκε με τη συνδυασμένη δράση (το πάθος-μένος) Σταυροφόρων και Οθωμανών. Και, τέσσερις αιώνες μετά, η ελάχιστη χούφτα απελευθερωμένων Ελλήνων υποτάχθηκε στους όρους του «έθνους-κράτους» (που συμπύκνωνε τον τρόπο - πολιτισμό του ατομοκεντρικού «παραδείγματος»). Οι συνέπειες για την ελληνική γλώσσα ήταν μοιραίες: Για δυο ολόκληρους αιώνες οι Ελληνόφωνοι βιάζουμε τη γλώσσα μας να εξυπηρετήσει τις εντελώς αντίθετες ανάγκες, τις ατομοκεντρικές, από τις ανάγκες τις κοινωνιοκεντρικές που γέννησαν την ίδια και τον μοναδικό πραγματικά εκφραστικό της πλούτο. 

Μιλάμε σήμερα για συντελεσμένη μακάβρια καταστροφή: Το νοηματικό περιεχόμενο (βιωματικό φορτίο) πολύτιμων λέξεων έχει αλλοιωθεί ή διαστραφεί. Λέμε «δημοκρατία» και εννοούμε την καλοστημένη απάτη διαχείρισης εντυπώσεων την επιλεγόμενη «αντιπροσωπευτικό σύστημα». Λέμε «αλήθεια» και εννοούμε την ορθότητα της πληροφορίας, όχι την προφάνεια της κοινωνούμενης εμπειρίας. Λέμε «πίστη» και εννοούμε ατομικές πεποιθήσεις, όχι αμοιβαιότητα εμπιστοσύνης. Λέμε «ελευθερία» και εννοούμε δικαίωμα εγωτικών επιλογών ή συνδικαλισμένης αυθαιρεσίας, όχι το (κορυφαίο για τον άνθρωπο) άθλημα απεξάρτησης από τυφλά ένστικτα και ενορμήσεις. Λέμε «διάλογο» και εννοούμε παράλληλους μονολόγους. Λέμε «πρόσωπο» και καταλαβαίνουμε απρόσωπο άτομο, λέμε «έρωτας» και καταλαβαίνουμε «σεξ» – απειράριθμα τα ανάλογα εκτρωματικά. 

Η Ελλάδα χωρίς γλώσσα που να κομίζει την πολιτισμική διαφορά των Ελλήνων (να την κομίζει όχι σαν μουσειακό παρελθόν αλλά σαν επικαιρική πρόταση με πανανθρώπινη εμβέλεια – αντιπρόταση στον ιστορικο-υλιστικό εφιάλτη) είναι αναπότρεπτο να υποταχθεί στο «μοντέλο» Ταϋλάνδης, Μαλαισίας, Γεωργίας, Ρουμανίας: Το μεροκάματο, για όσους αρνηθούν την προσφυγιά, ισοδύναμο με φυσική εξόντωση. Και η αγγλωσία δοκιμασμένη συνταγή εξαθλίωσης των μαζών, υποταγή τους σε σωστικά «μνημόνια» – μαζί με κατάργηση βαθμολογίας και εξετάσεων, δηλαδή με την εκδοχή της αριστείας ως «ρετσινιάς». Οι πολιτικές του υπουργείου Παιδείας, τα τελευταία σαράντα χρόνια, υπηρέτησαν, χωρίς εξαίρεση, τη δρομολογημένη επιδίωξη (ας ελπίσουμε, ανεπίγνωστα). 

Η καταστροφή της γλώσσας συνεχίζεται αδυσώπητη – κάθε μέρα υπάρχουν τρεις έως πέντε εκφωνητές ή ανταποκριτές ή σχολιαστές στα κανάλια που θα έπρεπε να απολυθούν αυθημερόν για την αγραμματοσύνη τους, και άλλοι τόσοι από πολιτικούς θώκους, γελοιωδέστεροι. Ακούμε φρικαλεότητες, όπως: «ο αναλογούν φόρος», «η πλήρη εφαρμογή», «τον επικεφαλήν» ή «του επικεφαλή», «αυτή τη στιγμή συνδράμουν στην κατάσβεση», «κάτι άλλο δεν παρατηρούμε μέχρι στιγμή», «τους υπαγάγει τώρα δωρεάν», «άνευ άδεια», «να μην εκτίθεται στον ήλιο υπέρ του δέοντος»… 

Το πιο αδιάντροπο είναι η αυθαίρετη στρέβλωση της γλώσσας επειδή ο ρήτορας λογαριάζει κάποιους γραμματικούς τύπους σαν «καθαρευουσιάνικους» που μολύνουν την «προοδευτική» του εκφραστική. Ο κ. Τσίπρας, π.χ., υιοθετεί το ανύπαρκτο «έχει παράξει πλεόνασμα η κυβέρνηση» (το έχει παραγάγει του μοιάζει «συντηρητικό», ακατάλληλο για υπέρμαχους «της Αριστεράς και της προόδου». Για τον ίδιο λόγο, προφανώς, και ο κ. Σημίτης καταργούσε τη διάκριση «στιγμιαίου» και «διαρκούς»: έλεγε «η Ελλάδα πέρυσι παρήγε» – τον ενοχλούσε το «παρήγαγε»). 

Ενας φιλόλογος θα μπορούσε να εντοπίσει ευστοχότερες και πολυπληθέστερες ενδείξεις της καταστροφής που συντελείται, τα πολύ τελευταία χρόνια, στη γλώσσα των Ελλήνων. Με ιστορικές συνέπειες ασύγκριτα εφιαλτικότερες από αυτές της οικονομικής χρεοκοπίας, της χαμένης κρατικής ανεξαρτησίας, της διοικητικής διάλυσης, του κυρίαρχου κυνικού αμοραλισμού. Δύσκολο να πείσει κανείς γλωσσικά απαίδευτους κομματανθρώπους πού οδηγεί η σύγχυση οριστικού και υποτακτικού λόγου («θα υπάρξει επιδείνωση του καιρού», αντί, «θα επιδεινωθεί ο καιρός» – «να σε ευχαριστήσω, Ανδρέα», αντί, «σε ευχαριστώ Ανδρέα»). 

Πού οδηγεί η κατάργηση των άρθρων (όπως σε γλώσσες υπανάπτυκτης εκφραστικής): «θα πάμε Μοναστηράκι», «μένω Αγρίνιο». Γιατί τα ρήματα εις -έω μεταποιούνται εις -άω: «ζητά», «παρακαλά», «προχωρά», «μιλά», «εξηγά», «οδηγά». Γιατί η «προοδευτική» εκδοχή απαιτεί να λέμε: «η μέθοδο», «η πρόοδο», «η λεωφόρο», «η ψήφο», «η είσοδο». Γιατί το ανατριχιαστικό, πασοκικό και συριζαίικο: «η πλήρη εφαρμογή», «η διεθνή εκτίμηση», «η επισφαλή λύση». 

Αυτό που συμβαίνει με τη γλώσσα στην Ελλάδα θα είχε το ανάλογο αν η Σαουδική Αραβία αχρήστευε τις πετρελαιοπηγές της και η Νότια Αφρική τα αδαμαντωρυχεία της. Το πολιτικό μας προσωπικό αντιλαμβάνεται τη σύγκριση σαν εικόνα, συμβολικά. Δεν καταλαβαίνουν ότι η σύγκριση κυριολεκτεί.




Σάββατο 17 Σεπτεμβρίου 2016

«Ανθρωπισμός» αλά Βαλκανικά, υπό την αιγίδα του Σόρος

«Ανθρωπισμός» αλά Βαλκανικά, 
υπό την αιγίδα του Σόρος

του Γιώργου Ρακκά
Αρκούσε η δημοσιοποίηση μιας απόφασης από τον σύλλογο γονέων του 5ου Δημοτικού Συμβουλίου Ωραιοκάστρου, που αρνούνταν την τοποθέτηση παιδιών προσφύγων στο σχολείο τους για να φοιτήσουν σε ειδικές τάξεις μετά τις 2 μ.μ., για να ξεσπάσει μια πρωτοφανής υστερία στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης καταγγελίας του «φασισμού» και του «ρατσισμού», που συνοδεύονταν από ιερεμιάδες για το προσφυγικό παρελθόν της περιοχής και το υπέρτατο ανθρωπιστικό καθήκον της Ελλάδας.
Επειδή είναι σαφές ότι το ζήτημα που δημιουργήθηκε στο Ωραιόκαστρο αποτελεί μόνο την απαρχή ενός κύκλου αντιπαραθέσεων σχετικά με τις τύχες των εγκλωβισμένων προσφύγων και μεταναστών στην χώρα μας, κρίνουμε σωστό να παρέμβουμε επί του συνόλου του ζητήματος προκειμένου να ξεκαθαρίσουμε μερικά πράγματα.
Η αντιμετώπιση του προσφυγικού και μεταναστευτικού ζητήματος στη χώρα μας, δεν είναι, και δεν μπορεί να αντιμετωπιστεί αποκλειστικά ως, ανθρωπιστικό ζήτημα. Πόσο μάλλον όταν ο αφηρημένος «ανθρωπισμός» έχει μεταβληθεί σε πρόσχημα της συστηματικής πολιτικής συγκεκριμένων κέντρων πολιτικής και οικονομικής εξουσίας –του Σόρος, ως εκπροσώπου του ευρωατλαντισμού, στο «πεδίο» της κατά τα άλλα ισλαμοφασιστικής Τουρκίας–, με τον ίδιο ακριβώς τρόπο που λειτούργησε ως άλλοθι στους βομβαρδισμούς της Σερβίας, στο Ιράκ, στην ίδια τη Συρία.
Είτε το θέλουμε είτε όχι, η πραγματικότητα του εγκλωβισμού δεκάδων χιλιάδων ανθρώπων στην χώρα μας –με την προοπτική να καταστούν εκατοντάδες χιλιάδες, εφόσον η Τουρκία ξεκινήσει και πάλι να διοχετεύει πληθυσμούς στην Ελλάδα– κρίνει τη μελλοντική φυσιογνωμία της ελληνικής κοινωνίας. Ο συνδυασμός της δεινής δημογραφικής της κατάστασης, της χρεοκοπημένης οικονομίας της, καθώς και της εξαιρετικά ευαίσθητης γεωπολιτικής θέσης της –δίπλα στην εστία της μεγαλύτερης πολιτιστικής αντιπαράθεσης στον πλανήτη, εκείνην μεταξύ της Δύσης και του Ισλάμ– καθιστά διαφορετικό το διακύβευμα του μεταναστευτικού ζητήματος στον τόπο μας.
Η προοπτική της αναγκαστικής εγκατάστασης αρχικώς δεκάδων χιλιάδων ανθρώπων, που προέρχονται από τον μουσουλμανικό κόσμο, απειλεί μεσοπρόθεσμα να μεσανατολικοποιήσει την Ελλάδα· δηλαδή, να την μεταβάλει σε κομμάτι του πολέμου των πολιτισμών, ρίχνοντάς την στη χοάνη των πολυπολιτισμικών συγκρούσεων. Από αυτήν την εξέλιξη δεν διακυβεύεται μόνον η εθνική ή πολιτιστική συνοχή, αλλά ταυτοχρόνως υπάρχει ο κίνδυνος για μια μεγάλη οπισθοδρόμηση στη χώρα μας σε σχέση με το επίπεδο εκδημοκρατισμού της κοινωνίας, της εκκοσμίκευσής της, της ισότητας των φύλων κ.ο.κ. Για να το κάνουμε λιανά: η θεαματική αναβάθμιση της μόνιμης παρουσίας μουσουλμανικών πληθυσμών στη χώρα μας θα θέσει αναπόφευκτα ζητήματα που ούτε έχουμε διανοηθεί ότι θα αντιμετωπίσουμε. Θα επιτρέψουμε, άραγε, ένα ολοένα και μεγαλύτερο κομμάτι της κοινωνίας μας να ρυθμίζει τον ατομικό και συλλογικό του βίο από τονθείο νόμο και τη σαρία; Θα δικάζουν οι μουφτήδες με βάση το ακραία σοβινιστικό οικογενειακό δίκαιο στα τζαμιά; Τα νεαρά κορίτσια θα πηγαίνουν στα σχολεία; Θα διδάσκεται άραγε σε αυτά η Αντιγόνη, ο Δαρβίνος ή ο… ευρωπαϊκός διαφωτισμός, ή μήπως θα εξαναγκαστούμε σε αυτολογοκρισία στο όνομα του δικαιώματος στη διαφορετικότητα; Και ο κατάλογος δεν έχει τέλος, αν κρίνουμε από τις ανάλογες εμπειρίες που γνωρίζουν σήμερα άλλες μεσογειακές ή ευρωπαϊκές κοινωνίες[1].
Την ίδια στιγμή, η κοινωνική και πολιτιστική απορρύθμιση ανοίγει την πόρτα σε έξωθεν επεμβάσεις κατά το παραδεδομένο πλέον νεο-αποικιακό πρότυπο των τελευταίων χρόνων. Αυτό ήδη συνέβη στην Ελλάδα με αφορμή τη μεγάλη εισροή προσφύγων και μεταναστών και την ανθρωπιστική κρίση που δημιουργήθηκε: πλέον, κουμάντο κάνει ο ΟΗΕ, υπό την καθοδήγηση του… Σόρος, μυστικές υπηρεσίες δρουν ανεξέλεγκτα στα camps, η Τουρκία συνεχίζει να παίζει τον δουλεμπορικό της ρόλο, συνεπικουρούμενη από μαφίες της Κεντρικής Ασίας, ελληνικά κυκλώματα αισχροκέρδειας αλλά και τη νέα διαπλοκή πολλών ΜΚΟ που αναλαμβάνουν εργολαβίες αλληλεγγύης… υπερτιμολογώντας τις συχνά κάκιστες υπηρεσίες τους[2].
Ήδη, δηλαδή, η χώρα μας τείνει να πάρει τον δρόμο μιας αποσύνθεσης αλά Βαλκανικά, όπως συνέβη στην πρώην Γιουγκοσλαβία κατά τη δεκαετία του 1990. Ο «ανθρωπισμός» τους, επομένως, δεν είναι τόσο άδολος όσο θέλουν να πιστεύουν όσοι άκριτα και αλόγιστα σκοπεύουν να τον υιοθετήσουν με αναφορές στην… προσφυγιά του 1922, την αγάπη του Χριστού για τον «Ξένο», την αλληλεγγύη ή και την αλληλοβοήθεια ως συστατικό στοιχείο μιας προοδευτικής ιδεολογίας.
Οι κλαυθμοί και οι οδυρμοί, επομένως, η υστερία, το κυνήγι των εντός κι εκτός εισαγωγικών ρατσιστικών και φασιστικών μαγισσών λειτουργεί προς όφελος αυτής της εκστρατείας· και δευτερευόντως, επειδή ακριβώς όχι μόνο δεν απαντάει αλλά αρνείται τα προβλήματα που ανακύπτουν από τη φιλοξενία των εγκλωβισμένων πληθυσμών, καταλήγει να σπονσοράρει [...] τη διολίσθηση μερίδας της ελληνικής κοινωνίας σε ρατσιστικά αντανακλαστικά: το παράδειγμα του Αγίου Παντελεήμονα Αχαρνών είναι πρόσφατο και έχει αποδείξει τον πραγματικό αντίκτυπο αυτής της ιδεοληπτικής στάσης απέναντι στο μεταναστευτικό ζήτημα.
Θα πρέπει, επομένως, να κάνουμε μια βασική διάκριση, και πάνω σε αυτήν να αναπτύξουμε μια ολόκληρη πολιτική για τους πρόσφυγες και τους μετανάστες που έχουν εγκλωβιστεί στην χώρα μας: Είναι άλλο η φιλοξενία τουςμε τους πιο ανθρώπινους όρους και άλλο η εγκατάστασή τους εντός της ελληνικής κοινωνίας. Το πρώτο, όντως, είναι υποχρέωση της ελληνικής πολιτείας και κοινωνίας –  ταυτόχρονα με μια πολιτική που θα αποτρέψει να εξαπλωθούν και πάλι φαινόμενα Ειδομένης στον ελληνικό χώρο, με τα προβλήματα που τα συνοδεύουν. Το δεύτερο είναι μεθόδευση υπονόμευσης της ίδιας της χώρας και της φυσιογνωμίας της ελληνικής κοινωνίας, και πρέπει να αποφευχθεί πάση θυσία.
Η διάκριση αυτή ορίζει και ποια πολιτική αντιμετώπισης των εγκλωβισμένων προσφυγικών και μεταναστευτικών πληθυσμών θα πρέπει να ακολουθήσουμε: Όλοι οι πόροι, που τεχνηέντως διοχετεύονται από τα ξένα κέντρα στην προοπτική μόνιμης εγκατάστασης αυτών των ανθρώπων στην χώρα μας, θα πρέπει να ανακατευθυνθούν στη δημιουργία ολοκληρωμένων δομών προσωρινής φιλοξενίας, στις οποίες θα συγκεντρωθούν όλοι οι πρόσφυγες και μετανάστες. Δομών που να παρέχουν τις αναγκαίες εκπαιδευτικές και ιατροφαρμακευτικές υπηρεσίες και να διασφαλίζουν την αξιοπρεπή διαμονή αυτών των ανθρώπων για όσο χρειαστεί μέχρι να καταλαγιάσει ο πόλεμος στην Συρία, ή να βρεθεί μια δίκαιη διεθνής λύση για το πρόβλημά τους.
Με λίγα λόγια, θα πρέπει να απορρίψουμε την επιλογή της μόνιμης εγκατάστασης, ψύχραιμα και συντεταγμένα, επειδή ακριβώς θέλουμε να διαφυλάξουμε το –ήδη υπονομευμένο μέσα στις συνθήκες της κρίσης– επίπεδο ανεξαρτησίας της χώραςεκδημοκρατισμού της κοινωνίαςπροσωπικών ελευθεριών.
Αντίθετα, πρέπει να σπεύσουμε σε μια ολοκληρωμένη πολιτική φιλοξενίας, διότι, πέραν της αναγκαιότητας να οργανωθεί η παρουσία των εγκλωβισμένων στη χώρα μας, αναγνωρίζουμε ότι η αλληλεγγύη και η ανθρωπιά είναι συστατικό στοιχείο της κοινωνίας μας και του πολιτισμού μας. Και δεν επιθυμούμε να το απολέσουμε.
Αυτή δεν είναι η δικαιότερη και σωστότερη πολιτικά λύση «μόνον» για το Ωραιόκαστρο. Πρέπει να καταστεί πανεθνική πολιτική για το μεταναστευτικό ζήτημα σε ολόκληρη την Ελλάδα. Για να αποφύγουμε την πολιτική και κοινωνική μηχανική που προσβλέπει στην αποδόμηση της κοινωνίας μας· και για να μην στρέφεται ο ανθρωπισμός εναντίον… του ελληνικού λαού και του μέλλοντός του.
Σημειώσεις:
[1] Όσοι σπεύδουν στο πλαίσιο της ψευδοανθρωπιστικής υστερίας να καταγγείλουν αυτές τις απόψεις ως «ισλαμοφοβικές» (sic!) απλούστατα δεν ξέρουν που πατάν και που πηγαίνουν: Πρώτον, το Ισλάμ δεν λειτουργεί όπως καταλαβαίνουμε εμείς τη θρησκεία, δηλαδή ως κομμάτι της συλλογικής μας παράδοσής μας και των ατομικών μεταφυσικών μας πεποιθήσεων· αντίθετα, διδάσκει την υποταγή όλου του ανθρώπινου βίου, ατομικού και συλλογικού, ιδιωτικού και δημόσιου, στον θείο νόμο. Είναι, δηλαδή, μια μορφή θρησκευτικής οργάνωσης της κοινωνίας και της πολιτικής. Δεύτερον, το Ισλάμ διακατέχεται από έναν εγγενή επεκτατισμό, και δεν είναι εύκολο να τον διακρίνουμε ιστορικά, γιατί ο μουσουλμανικός κόσμος νικήθηκε και υποτάχθηκε στη δυτική αποικιοκρατία. Ωστόσο, πόσοι θυμούνται ότι, κατά τη «χρυσή εποχή» του ισλαμικού imperium (την οποία, ειρήσθω εν παρόδω, θέλουν να επαναφέρουν οι δυνάμεις του ισλαμικού φονταμενταλισμού), οι Άραβες είχαν αναπτύξει στην Αφρική δουλοκτησία αντίστοιχη και ισοδύναμη με εκείνη των Λευκών; Δέκα εκατομμύρια σκλάβοι μεταφέρθηκαν τότε από τον αφρικανικό νότο προς τη Μέση Ανατολή. Διόλου τυχαία, τα ιδεολογικά κέντρα του ριζοσπαστικού Ισλάμ, το οποίο πλέον τείνει να ηγεμονεύσει εντός του σουνιτικού κόσμου, προπαγανδίζουν καθημερινά, μέσα από φετφάδες και μηνύματα αντίστασης, ότι μετά τη μόνιμη εγκατάσταση μουσουλμανικών πληθυσμών στην Ευρώπη, η τελευταία έχει πλέον καταστεί «νταρ ελ Ισλάμ» (χώρος των πιστών) και όχι «νταρ ελ αχντ» (χώρος κατά συνθήκη ειρήνης). Η διαφορά έγκειται ότι στον «χώρο κατά συνθήκη ειρήνης» ο πιστός επιφορτίζεται μόνον με την τήρηση των τελετουργικών της θρησκείας του στον ατομικό του βίο, ενώ αντίθετα, ο «χώρος των πιστών» οφείλει να οργανωθεί κοινωνικά και πολιτικά σύμφωνα με τον θείο νόμο. Αυτό που διακυβεύεται με τη μόνιμη εγκατάσταση των μουσουλμανικών πληθυσμών στην Ελλάδα είναι να μεταβληθεί η τελευταία από «νταρ ελ αχντ» σε «νταρ ελ Ισλάμ».        
[2] Το σκάνδαλο των Σερρών είναι πλέον γνωστό στο πανελλήνιο, όπως και οι καταγγελίες του πρώην γενικού γραμματέα στο Υπουργείο Μεταναστευτικής Πολιτικής, Οδυσσέα Βουδούρη, ότι το κατά κεφαλήν κόστος φροντίδας των εγκλωβισμένων στη χώρα μας υπερβαίνει κατά 3.000€ το αντίστοιχο της Νορβηγίας. Και αν αναλογιστούμε τη χαοτική διαφορά που υφίσταται μεταξύ της ποιότητας των υπηρεσιών που προσφέρουν οι δομές φιλοξενίας στη Νορβηγία και εκείνων που προσφέρονται στην Ελλάδα, μπορούμε να καταλάβουμε ότι η διασπάθιση των πόρων έχει πάρει πολύ μεγαλύτερη έκταση από αυτήν που εκφράζει η διαφορά των 3.000€.

Τετάρτη 14 Σεπτεμβρίου 2016

Η B’ φάση: Μόνιμη εγκατάσταση των λαθρομεταναστών στην Ελλάδα


Η B΄ φάση: Μόνιμη εγκατάσταση 
των λαθρομεταναστών στην Ελλάδα

Του Γιώργου Καραμπελιά
 πρωτοδημοσιεύτηκε στο liberal.gr 

Όταν άρχισε η προσφυγική κρίση, ενάμιση χρόνο πριν, με την πολιτική της Μέρκελ και των Τσίπρα/Χριστοδουλοπούλου να μεταβάλουν την Ελλάδα σε ένα απέραντο hot spot, τονίζαμε πως η σημαντικότερη συνέπεια του καταστροφικού περάσματος του ΣΥΡΙΖΑ από τη διακυβέρνηση της χώρας θα είναι η ενίσχυση της παρουσίας μουσουλμανικών πληθυσμών. Δεδομένης της «συνοριακής» θέσης της χώρας μας μεταξύ Δύσης και ισλαμικής Ανατολής, και του τουρκικού επεκτατισμού, ο οποίος χρησιμοποιεί πλέον και το Ισλάμ ως όπλο του, η Ελλάδα, σε βάθος χρόνου, κινδυνεύει από την προϊούσα ενίσχυση των μουσουλμανικών πληθυσμών, οι οποίοι αναπόφευκτα θα μεταβληθούν σε όργανο της τουρκικής πολιτικής.

Παράλληλα με τη μουσουλμανική μειονότητα της Θράκης, η περαιτέρω ενίσχυση των μουσουλμανικών πληθυσμών θα μεταβληθεί σε ένα ακόμα όπλο του νεο-οθωμανισμού. Σε συνδυασμό με τη δημογραφική κατάρρευση της χώρας –το 2015, οι θάνατοι ξεπέρασαν κατά 30.000 τις γεννήσεις–, τη φυγή των νέων υψηλής μόρφωσης και ειδίκευσης και τα τεράστια συνεχιζόμενα μεταναστευτικά ρεύματα από την Ανατολή προς τη Δύση –και η Ελλάδα αποτελεί το σύνορό τους– κινδυνεύουμε μεσοπρόθεσμα με «λιβανοποίηση».

Και αν οι οικονομικές καταστροφές είναι ίσως αναστρέψιμες σε βάθος χρόνου, η πιθανή πληθυσμιακή αλλοίωση δεν είναι.

Εκείνη την περίοδο, μέσα στο κλίμα μιας κατασκευασμένης και ψευδεπίγραφης συναίνεσης, που εκμεταλλευόταν την «αλληλεγγύη» στο πραγματικό δράμα των προσφύγων, οι ανησυχίες μας χαρακτηριστήκαν υπερβολικές, κάποτε εθνοκαπηλικές και «ρατσιστικές». Διότι, όπως υποστήριζε τότε η κυβέρνηση, «οι πρόσφυγες δεν θέλουν να εγκατασταθούν στην Ελλάδα, αλλά είναι περαστικοί για την Ευρώπη», οπότε δεν υπάρχει λόγος ανησυχίας.

Δεν χρειάστηκε να περάσουν παρά ελάχιστοι μήνες για να καταφανεί πως δεκάδες χιλιάδες πρόσφυγες θα εγκατασταθούν στην Ελλάδα, για να αλλάξει το τροπάριο των κυβερνητικών. Τονίζεται πλέον από τον ίδιο τον οιονεί υπουργό Μουζάλα (οιονεί, διότι η πολιτική που εφαρμόζει είναι υπαγορευμένη μέχρι κεραίας από τους ξένους και τις ΜΚΟ του κ. Σόρος), στις 12 Αυγούστου, στον ΒΗΜΑ FM: «Έχει μαζευτεί ένας αριθμός ανθρώπων, ο οποίος τις παλαιότερες εποχές μπορεί να ήταν πολύ περισσότερος, αλλά ήταν ανανεούμενος πληθυσμός. Τώρα είναι ένας πληθυσμός που έχει εγκατασταθεί εκεί πάνω. Αυτό δημιουργεί πια δυσκολίες στη συνύπαρξη με τον ντόπιο πληθυσμό. Πρέπει να ισορροπήσουμε τα δικαιώματα του πληθυσμού με τα δικαιώματα των μεταναστών και των προσφύγων»!

Μέσα σε ελάχιστους μήνες, το κεντρικό ζήτημα έγινε η (μόνιμη; πάντως σταθερή) εγκατάσταση των προσφύγων στην Ελλάδα. Και μάλιστα, όχι πλέον σε χώρους φιλοξενίας, που διατηρούν ένα στοιχείο προσωρινότητας, αλλά σε δομές μόνιμες και κυρίως σε διαμερίσματα στο εσωτερικό των ελληνικών πόλεων. Όπως δηλώνει ο ίδιος πάντα Μουζάλας, σε επιστολή του στις 8 Σεπτεμβρίου προς την Περιφερειακή Ένωση Δήμων Κρήτης, για την εγκατάσταση 2.000 προσφύγων, «Το βέλτιστο σενάριο στο πλαίσιο του στρατηγικού σχεδιασμού του υπουργείου, είναι να καλυφθεί το σύνολο των 2.000 θέσεων με διαμερίσματα».

Ήδη, πάνω από 10.000 πρόσφυγες και μετανάστες έχουν εγκατασταθεί σε διαμερίσματα και ξενοδοχεία, που ενοικιάζονται έναντι αδρής αμοιβής, και, μέχρι τα τέλη του 2017, θα έχουν φθάσει τις 20.000, σύμφωνα με το πρόγραμμα του ΟΗΕ. Εκτός δε από το ενοίκιο, που φθάνει μέχρι τα 400 ευρώ μηνιαίως ανά διαμέρισμα, δίνονται σημαντικά κίνητρα (στη σχετική δραστηριότητα πρωτοστατούν οι δήμαρχοι Αθηναίων, Καμίνης, και Θεσσαλονίκης, Μπουτάρης), όπως ειδικά τιμολόγια για ηλεκτροδότηση, νερό κ.λπ.

Εξάλλου, όπως δήλωσε ο υπουργός Βίτσας στον Σκάι, στις 26/08/2016, «οι περίπου 60.000 εγκλωβισμένοι μετανάστες σε όλη τη χώρα δεν είναι και τεράστιος αριθμός» και μπορούμε να τους μοιράσουμε, «χωρίς να βγάζουμε φοβικά σύνδρομα, στους 200 από τους 300 δήμους της χώρας».

Μια κάποια αντίδραση εκδηλώθηκε μόνο στον Έβρο, όπου έγινε απόπειρα εγκατάστασης προσφύγων ώστε να… ενισχυθεί ο μουσουλμανικός πληθυσμός της Θράκης! Στις 14/02/2016, μετά την ανάρτηση στην επίσημη ιστοσελίδα της Ύπατης Αρμοστείας του ΟΗΕ της πρόθεσης αναζήτησης 180 διαμερισμάτων στον Έβρο, με πρωτοβουλία του περιφερειάρχη Ανατολικής Μακεδονίας Θράκης, του δημάρχου Αλεξανδρούπολης και του Μητροπολίτη κ. Άνθιμου, πραγματοποιήθηκε σύσκεψη για να αντιμετωπιστεί η προκλητική αυτή ενέργεια. Οι τρεις βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ βεβαίως απουσίαζαν και κατήγγειλαν με επιστολές τους… διαμαρτυρομένους!

Θα μπορούσαμε να αναφέρουμε αναρίθμητα περιστατικά σχετικά με τη μόνιμη εγκατάσταση στο εσωτερικό του ιστού των πόλεων. Την ίδια στιγμή, η κυβέρνηση, πιστή στην τακτική της εξαπάτησης, συνεχίζει να συντηρεί τη φενάκη της «προσωρινής εγκατάστασης των προσφύγων».

Ταυτόχρονα χρησιμοποιείται ο πακτωλός των χρημάτων που κατευθύνονται είτε στις ΜΚΟ και τις χιλιάδες απασχολούμενους είτε σε προμηθευτές και ιδιοκτήτες διαμερισμάτων, ώστε να δημιουργηθεί και το σχετικό λόμπυ.

Διαβάσαμε πρόσφατα την καταγγελία της βουλευτού Σερρών του ΣΥΡΙΖΑ, κ. Αφροδίτης Σταμπουλή, εναντίον του στελέχους του ΣΥΡΙΖΑ, Δημήτρη Τάπα, για συμμετοχή στο διαγωνισμό του Κέντρου Φιλοξενίας, όπου συντονίστρια είναι η κόρη του! Και τα χρήματα σε μια εποχή λιτότητας είναι παρά πολλά. Σύμφωνα με τον επίτροπο, Δημήτρη Αβραμόπουλο, έχουν προβλεφθεί μέχρι στιγμής 845 εκατομμύρια ευρώ.

Γύρω στα 50 εκατομμύρια ευρώ κοστίζει ετησίως η σίτιση ενώ αυτή τη στιγμή πάνω από 10.000 πρόσφυγες βρίσκονται σε διαμερίσματα και ξενοδοχεία.

Το πρόγραμμα έχει επίσης δώσει δουλειά σε χιλιάδες ανθρώπους που στελεχώνουν τα κέντρα υποδοχής και φιλοξενίας, μεταφραστές, ιατρικό και νοσηλευτικό προσωπικό, διοικητικούς κ.λπ., ενώ 63 οργανώσεις δραστηριοποιούνται στην Ελλάδα με το προσφυγικό.

Η Αρμοστεία, για την εφαρμογή του προγράμματος, έχει υπογράψει ήδη συμφωνίες συνεργασίας με έξι εταίρους: τον δήμο Αθηναίων και τις οργανώσεις «Praksis», «Αλληλεγγύη-Solidarity Now», «Ηλιαχτίδα», «Νόστος» και «Άρσις».

Η ΜΚΟ «Praksis» φιλοξενούσε ήδη τον Απρίλιο 690 πρόσφυγες σε 118 διαμερίσματα στην Αθήνα, καθώς και 1.700 σε 30 ξενοδοχεία σε Αθήνα, Θεσσαλονίκη, Πιερία, Λέσβο, Σάμο, Χίο, Κόρινθο και Πόρτο Χέλι ενώ, μέχρι το τέλος του 2016, θα ανοίξει 2.400 διαμερίσματα με 12.000 θέσεις φιλοξενίας. Ο δήμος Αθηναίων έχει αναλάβει την ενοικίαση 200 διαμερισμάτων με 1.200 θέσεις.

Η οργάνωση «Αλληλεγγύη-Solidarity Now», του περιβόητου Τζωρτζ Σόρος – σημαίνον στέλεχος της οποίας είναι ο Νίκος Αλιβιζάτος–, προχωράει πιο πέρα με 700 θέσεις φιλοξενίας μέσω συγκατοίκησης με τους ενοίκους διαμερισμάτων, σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη.

Ελάχιστες αντιδράσεις έχουν υπάρξει μέχρι σήμερα απέναντι σε αυτή τη συνειδητή στρατηγική του ΣΥΡΙΖΑ και του μεγάλου πάτρωνά του, Τζωρτζ Σόρος, για τη μεταβολή της Ελλάδας σε «Πολυπολιτισμική Ανοιχτή κοινωνία», δηλαδή την εν μέρει ισλαμοποίηση της.

Και για να μη νομιστεί ότι υπερβάλλω και πάλι, σας παραθέτω τις απόψεις ενός σημαίνοντος στελέχους του ΣΥΡΙΖΑ που ασχολείται ειδικά με το μεταναστευτικό. Στην ειδική συνεδρίαση της Κ.Ε. του ΣΥΡΙΖΑ με θέμα το Προσφυγικό, στις 6 Μαρτίου 2016, ο Μπάμπης Μπιλίνης, συντονιστής της Ν.Ε. Νότιας Αθήνας, αναφέρει: «Οι Δήμοι να δεσμευτούν, με νόμο, να κάνουν άμεσα σχέδιο φιλοξενίας ατόμων ίσο με το 0,5% του πληθυσμού τους άμεσα εφαρμόσιμο. [ ] Έτσι κι αλλιώς, με ανοιχτά ή κλειστά σύνορα, η χώρα μας το επόμενο διάστημα θα έχει μερικές δεκάδες χιλιάδες πρόσφυγες. Να αρχίσουμε να σχεδιάζουμε ότι κάποιοι από αυτούς θα μείνουν για μόνιμη εγκατάσταση. Να “εκμεταλλευτούμε” την αγωνία τους για ζωή, τις γνώσεις τους, τις δεξιότητες τους και να σχεδιάσουμε την παραγωγική μας ανασυγκρότηση». Και για να μη θεωρήσουμε τυχαία την αναφορά του στην παραγωγική ανασυγκρότηση μέσω των προσφύγων, εκθέτει το «όραμά» του, σε κείμενό του, «Προσφυγικό και Αριστερά», όπου, εναντίον του Δημάρχου «Ελληνικού – Αργυρούπολης και στις ξενοφοβικές δηλώσεις του», υπογραμμίζει: «Βλέποντας τις φωτογραφίες με τα ποτάμια των προσφύγων και των μεταναστών να πλημμυρίζουν τους κεντρικούς ευρωπαϊκούς δρόμους ξέρω καλά ότι η Ευρώπη θα αλλάξει. Οι άνθρωποι αυτοί αποτελούν το νέο αίμα που χρειάζεται η γερασμένη ήπειρός μας».

Δηλαδή, η στρατηγική του ΣΥΡΙΖΑ στο προσφυγικό/μεταναστευτικό δεν είναι ούτε τυχαία ούτε απλώς συνέπεια της παροιμιώδους ανικανότητάς του. Αποτελεί άμεση συνέπεια της εθνομηδενιστικής ιδεολογίας και στρατηγικής του. Και όμως, μέχρι σήμερα έχει αφεθεί το σχετικό ζήτημα να το «διαχειρίζεται» η Χρυσή Αυγή, η δε Αντιπολίτευση συναινεί ή στην καλύτερη περίπτωση σιωπά. Ελάχιστοι άνθρωποι από τον δημοκρατικό πατριωτικό χώρο έχουν μείνει να υπερασπίζονται τα αυτονόητα. Κλείνουμε με ένα απόσπασμα του πρ. πρέσβη της Κύπρου, Περικλή Νεάρχου, από άρθρο του στα «Επίκαιρα», τον Απρίλιο του 2016:
«Η επανεγκατάσταση μουσουλμανικών πλη­θυσμών σε ολόκληρη την Ελλάδα, με πρόσχη­μα το άσυλο και με τη λογική της διασποράς τους σ’ όλη τη χώρα για ν’ αποφευχθούν εκρη­κτικές συγκεντρώσεις σε λίγα μέρη, δημιουρ­γεί ένα νέο μεγάλο πρόβλημα για τη χώρα. Οι γεωπολιτικές διαστάσεις του δεν είναι, δυ­στυχώς, ορατές απ’ όλους. Ακόμη και μικρές μουσουλμανικές εστίες και πυρήνες που δημιουργούνται σε όλη την ελληνική επικρά­τεια, θα χρειασθεί να λειτουργήσουν ως ξε­χωριστές κοινότητες εφόσον έχουν ένα άλλο θρήσκευμα και άλλες αξίες ζωής και πρότυπα. Θα απαιτήσουν, βεβαίως, τζαμιά και σχολεία και κοινωνικά και πολιτικά δικαιώματα.
Η Άγκυρα θα σπεύσει να τους ποδηγετήσει και να τους εκμεταλλευθεί πολιτικά, κατά τον ίδιο τρόπο που το πράττει με τη μουσουλμα­νική μειονότητα στη Θράκη. Η εισροή δεν θα σταματήσει γιατί, για όσο διάστημα τουλάχι­στον συνεχίζεται η πολιτική των ανοικτών συ­νόρων, η Άγκυρα θα μπορεί να στέλνει συνε­χώς νέους πρόσφυγες και λαθρομετανάστες. Θα μπορεί επίσης, με τους μυστικούς της μηχανισμούς, να απειλεί την εσωτερική ασφάλεια και σταθερότητα της χώρας, αξιοποιώντας την παρουσία μουσουλμανικών πληθυσμών σε ολόκληρη την επικράτεια. Στη σημερινή συ­γκυρία, θα μπορεί να έχει επίσης τη συνδρομή και την επικουρία των τζιχαντιστικών οργα­νώσεων, με τις οποίες αποδεδειγμένα διατηρεί εκλεκτικές και οργανικές σχέσεις».