του Παναγιώτη Κονδύλη
Δεν υπάρχουν ανθρώπινα δικαιώματα. Για να το πούμε ακριβέστερα: εν έτει 1998 δεν υπάρχουν ανθρώπινα δικαιώματα και κανείς δεν μπορεί να γνωρίζει αν θα υπάρξουν στο μέλλον. Η διαπίστωση αυτή είναι αναπόδραστη αν επιθυμούμε να ορίσουμε την έννοια του «δικαιώματος» και του «ανθρώπινου δικαιώματος» αυστηρά και αδιαφορώντας απέναντι σε πολιτικές – ιδεολογικές σκοπιμότητες. «Δικαίωμα» δεν είναι κάτι που απλώς διάγει βίο φαντάσματος μέσα στα κεφάλια των φιλοσόφων ή που ευδοκιμεί στα χείλη των προπαγανδιστών. Στην ουσία του δικαιώματος ανήκει εξ ορισμού η δυνατότητα να απαιτείται και να επιβάλλεται. Και ως «ανθρώπινο δικαίωμα» επιτρέπεται να θεωρείται μονάχα ένα δικαίωμα το οποίο απολαμβάνουν όλοι οι άνθρωποι μόνο και μόνο επειδή είναι άνθρωποι, δηλαδή χωρίς τη διαμεσολάβηση εξουσιαστικών αρχών και συλλογικών υποκειμένων (π.χ. εθνών και κρατών) που, από εννοιολογική και φυσική άποψη, είναι στενότερα από την ανθρωπότητα ως σύνολο.
Επιπλέον, ένα γνήσιο ανθρώπινο δικαίωμα θα πρέπει να ισχύει και να απολαμβάνεται παντού όπου υπάρχουν άνθρωποι, δηλαδή παντού όπου επιθυμεί να εγκατασταθεί καθένας. Ωστε σε τελευταία ανάλυση δεν υπάρχουν ανθρώπινα δικαιώματα δίχως απεριόριστη ελευθερία κίνησης και εγκατάστασης και δίχως αυτόματη νομική εξίσωση όλων των ατόμων με όλα τα άτομα χάρη στην οικουμενική ισχύ μιας ενιαίας νομοθεσίας. Οσο ο Αλβανός, π.χ., δεν έχει στην Ιταλία τα ίδια δικαιώματα με τον Ιταλό, μπορούμε stricto sensu να μιλάμε για πολιτικά και αστικά, όχι για ανθρώπινα δικαιώματα.
Βεβαίως, τα κράτη μπορούν να .....
.βαφτίζουν ορισμένα τουλάχιστον από τα δικαιώματα, τα οποία δίνουν στους πολίτες τους, «ανθρώπινα δικαιώματα», όμως η έκφραση αυτή θα είχε νόημα μόνον εάν το κράτος επεφύλασσε αποκλειστικά στους δικούς του υπηκόους τον χαρακτηρισμό «άνθρωπος», όπως κάνουν μερικές πρωτόγονες φυλές. Γιατί σε ενάντια περίπτωση κανένα κράτος δεν μπορεί να εγγυηθεί ότι δικαιώματα τα οποία θεωρούνται κατ\’ εξοχήν ανθρώπινα δικαιώματα, όπως π.χ. το δικαίωμα της σωματικής ακεραιότητας ή της ελευθερίας του λόγου, είναι δυνατό να τα απολαύσουν άτομα που βρίσκονται έξω από τα σύνορά του. Και αντίστροφα: κανένα κράτος δεν μπορεί, χωρίς να αυτοδιαλυθεί, να αναγνωρίσει σε όλους τους ανθρώπους ανεξαιρέτως ορισμένα δικαιώματα που θεωρούνται πολιτικά ή αστικά δικαιώματα, π.χ. το δικαίωμα του εκλέγειν και εκλέγεσθαι ή το δικαίωμα της ελεύθερης εγκατάστασης.
Εγκαθίδρυση ενός παγκόσμιου κράτους
Η κατάσταση στον σημερινό κόσμο είναι σαφής: δεν επιτρέπεται σε όλους τους ανθρώπους, υπό μόνη την ιδιότητά τους ως ανθρώπων, να κατέχουν όλα τα δικαιώματα (είτε αυτά λέγονται πολιτικά και αστικά είτε λέγονται ανθρώπινα) ανεξάρτητα από το πού γεννιούνται ή το πού βρίσκονται. Ανθρώπινα δικαιώματα, τα οποία θα άξιζαν πράγματι αυτό το όνομα, θα μπορούσε να χορηγήσει μονάχα ένα παγκόσμιο κράτος, προς το οποίο όλα τα άτομα θα βρίσκονταν σε ίση και άμεση σχέση, δηλαδή θα αποκτούσαν άμεσα όλα τους τα δικαιώματα απ\’ αυτό ως τον εκπρόσωπο ολόκληρης της ανθρωπότητας. Μόνο όποιος εκπροσωπεί ολόκληρη την ανθρωπότητα μπορεί και να θεωρήσει τον κάθε άνθρωπο υπό μόνη την ιδιότητά του ως άνθρωπο, ανεξάρτητα από φυλετικά ή εθνικά κατηγορήματα, και να του χορηγήσει ανθρώπινα δικαιώματα.
Η εγκαθίδρυση ενός παγκόσμιου κράτους στο μέλλον, και επομένως η καθιέρωση ανθρωπίνων δικαιωμάτων, δεν μπορεί να αποκλεισθεί, έτσι όμως δεν θα επιτυγχανόταν αυτόματα η εναρμόνιση ανάμεσα στην ηθική – κανονιστική και στη νομική έννοια των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, και μάλιστα υπό την αιγίδα της πρώτης. Γιατί το παγκόσμιο κράτος θα μπορούσε, π.χ., να καθιερώσει τα ανθρώπινα δικαιώματα υπό συνθήκες μεγάλης πληθυσμιακής πυκνότητας και σπάνης αγαθών, έτσι ώστε τα δικαιώματα αυτά πολύ λίγο θα αντιστοιχούσαν στις σημερινές δυτικές ηθικές – κανονιστικές αντιλήψεις. Οποιος λοιπόν είναι σε θέση να κάνει εννοιολογικές διακρίσεις, δεν μπορεί να θεωρήσει αναγκαία τη σχέση ανάμεσα στην εγκαθίδρυση ενός παγκόσμιου κράτους και στην ηθικοποίηση της παγκόσμιας κοινωνίας, όπως αρέσκονται να πράττουν οι οπαδοί του ηθικού οικουμενισμού.
Η διαφορά όμως ανάμεσα στις δύο παραπάνω έννοιες των ανθρωπίνων δικαιωμάτων καταφαίνεται και αν κάνουμε μιαν αισιόδοξη υπόθεση. Εννοούμε το εξής: είναι δυνατό να μην εγκαθιδρυθεί ένα παγκόσμιο κράτος, αλλά παρ\’ όλα αυτά να επικρατήσει καθολικά το ηθικό – κανονιστικό περιεχόμενο εκείνου που ονομάζουμε σήμερα «ανθρώπινα δικαιώματα», γιατί όλα τα κράτη ανεξαιρέτως θα το καθιστούσαν γνώμονα και οδηγό προκειμένου να διατυπώσουν τα πολιτικά και αστικά δικαιώματα που παραχωρούν στους υπηκόους τους. Αυτό σημαίνει: τα ηθικά αιτήματα μπορούν να ικανοποιηθούν και χωρίς να καταφύγει κανείς στη ρητορική των πανανθρώπινων δικαιωμάτων, και όποιος θεωρεί τούτην εδώ κενή δεν ανήκει σώνει και καλά σε όσους χαίρονται όταν γίνονται αυθαίρετες συλλήψεις και βασανιστήρια, όπως αφήνουν συχνά να εννοηθεί οι οπαδοί της οικουμενικής ηθικής.
Συμπέρασμα: η πρόταση «δεν υπάρχουν ανθρώπινα δικαιώματα» είναι αυτονόητη αν δεν τη συγχέουμε με κανέναν τρόπο και σε κανένα επίπεδο με τις προτάσεις «δεν είναι ορθό να υπάρχουν ανθρώπινα δικαιώματα (με την ηθική – κανονιστική έννοια)» και «δεν θα υπάρξουν ποτέ ανθρώπινα δικαιώματα». Η πρόταση «δεν υπάρχουν ανθρώπινα δικαιώματα» επιβεβαιώνεται άλλωστε καθημερινά από την πολιτική, νομική και αστυνομική πρακτική της ίδιας της «Δύσης», η οποία προσπαθεί να παρακάμψει τις οδυνηρές έσχατες συνέπειες της δικής της προπαγάνδας περί «ανθρωπίνων δικαιωμάτων» εμμένοντας στην κρίσιμη διάκριση ανάμεσα σε ανθρώπινα και πολιτικά δικαιώματα και δίδοντας το προβάδισμα στα δεύτερα, δηλαδή αρνούμενη να αναγνωρίσει όλα τα δικαιώματα σε όλους τους ανθρώπους υπό μόνη την ιδιότητά τους ως ανθρώπων.
Η συνταγή της Δύσης για το «κράτος δικαίου»
Τα «ανθρώπινα δικαιώματα» ασκούνται πάντοτε υπό την επιφύλαξη των (εθνικών, «ευρωπαϊκών» κτλ.) κυριαρχικών δικαιωμάτων. Το κάθε κυρίαρχο κράτος ή η κάθε κυρίαρχη εξουσία έχει το δικαίωμα να συλλαμβάνει ανθρώπους από άλλες χώρες μόνο και μόνο επειδή αυτοί εισέρχονται ή παρεπιδημούν, δίχως άδεια, στην επικράτειά της, όμως δεν έχει, π.χ., το δικαίωμα να τους ξυλοκοπήσει, γιατί η ίδια διακηρύσσει το ανθρώπινο δικαίωμα της σωματικής ακεραιότητας λες και η σύλληψη καθ\’ εαυτήν δεν αποτελεί eo ipso άρση του δικαιώματος του ατόμου να διαθέτει το σώμα του όπως θέλει! Με αυτή τη συνταγή η Δύση νομίζει ότι «δύναται δυσί κυρίοις δουλεύειν», όμως το κάνει με αντίτιμο τη λαθραία εισαγωγή των αρχών και της πρακτικής του «κράτους δικαίου» μέσα στον χώρο των ανθρωπίνων δικαιωμάτων.
Οι παράνομοι μετανάστες, οι οποίοι απελαύνονται, υφίστανται βέβαια τη μοίρα τους σύμφωνα με τις (μεταβλητές) διατάξεις του «κράτους δικαίου», όμως δεν την υφίστανται επειδή δεν είναι άνθρωποι, παρά επειδή δεν είναι Γάλλοι, Ελληνες, Γερμανοί κτλ. Στην κρίσιμη αυτή περίπτωση αποφασιστικό αποδεικνύεται το κριτήριο της εθνικότητας, όσα και αν ισχυρίζεται η ρητορική της Δύσης περί «αξιοπρέπειας του ανθρώπου» κ.τ.τ. Το «κράτος δικαίου» εμφανίζεται εδώ καταχρηστικά ως φύλακας των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και συμπεριφέρεται εξίσου ανακόλουθα όσο και ένας οπαδός του ηθικού οικουμενισμού, ο οποίος, όταν βρίσκεται σε μια ξένη χώρα και αντιμετωπίζει δυσκολίες, προκειμένου να διευκολυνθεί δεν τηλεφωνεί στην… ανθρωπότητα, αλλά στην πρεσβεία της χώρας εκείνης που έχει εκδώσει το διαβατήριό του.
Επιλεκτική επίκληση και χρήση
Η εννοιολογική σύγχυση συχνότατα βολεύει εξαιρετικά τα άτομα και τα κράτη, επειδή συγκαλύπτει κραυγαλέες αντιφάσεις ανάμεσα στη θεωρία και στην πράξη. Ωστόσο η δική μας πρόθεση εδώ δεν είναι να εξαναγκάσουμε κατά κάποιο τρόπο τα δρώντα υποκείμενα να υιοθετήσουν ηθικά «ορθολογική» συμπεριφορά, αποσαφηνίζοντας τις έννοιες και ξεσκεπάζοντας ασυνέπειες και υποκρισίες. Τέτοιες δουλειές μπορεί να τις αφήσει κανείς στους πολλούς υψηλόφρονες φιλοσόφους, οι οποίοι περιμένουν την ώρα της πανηγυρικής τους εμφάνισης. Η εννοιολογική σύγχυση και η αμφιλογία θα επικρατούν στην παγκόσμια σκηνή όσο επικρατούν και τα συμφέροντα που κρύβονται πίσω τους. Και η πολιτική εκμετάλλευση των «ανθρώπινων δικαιωμάτων» θα καταφαίνεται πρώτα πρώτα στην επιλεκτική τους επίκληση και χρήση με βάση εξωηθικά κριτήρια.
Ηδη την εποχή του Ψυχρού Πολέμου η προγραμματική επιστράτευση των «ανθρωπίνων δικαιωμάτων» εναντίον του «ολοκληρωτισμού» δεν εμπόδισε τις στενές συμμαχίες του δυτικού στρατοπέδου με ωμές δικτατορίες. Η πολύ διαφορετική συμπεριφορά των Ηνωμένων Πολιτειών, π.χ., έναντι της Σαουδικής Αραβίας και του Ιράν, μολονότι και οι δύο αυτές χώρες αντιμετωπίζουν κατά τον ίδιο τρόπο τα «ανθρώπινα δικαιώματα», μαρτυρεί ότι η Δύση δεν εννοεί να ξεκόψει από τις παραδόσεις της στο σημείο αυτό. Βεβαίως, τα διδακτικά παραδείγματα είναι πολυάριθμα. Ας περιοριστούμε λοιπόν σε μια γενική παρατήρηση. Η πολιτική εκμετάλλευση των «ανθρωπίνων δικαιωμάτων», δηλαδή η χρήση τους ως μέσου πίεσης και επέμβασης, είναι αναπόδραστη ήδη λόγω του γεγονότος ότι τα τέτοια «δικαιώματα» μπορούν να επιβληθούν μονάχα από τους ισχυρότερους πάνω στους ασθενέστερους, το αντίστροφο όμως είναι αδύνατο να γίνει, ούτε είναι δυνατό στην περίπτωση αυτή να υπάρξουν οποιεσδήποτε θεσμικές ρυθμίσεις.
Επαναλαμβάνουμε: εδώ δεν καυτηριάζουμε ηθικά παραπτώματα, αλλά περιγράφουμε μια κατάσταση μέσα στην οποία τα ηθικά παραπτώματα είναι αναπόδραστα. Αναπόσπαστο στοιχείο της περιγραφής αυτής είναι βέβαια και η επισήμανση της αντίφασης ανάμεσα στην εξιδανικευμένη εικόνα των δρώντων υποκειμένων για τον εαυτό τους και στην πραγματική τους ιδιοσυστασία και πρακτική. Πριν από λίγα χρόνια ακόμη παρόμοιες επισημάνσεις προέρχονταν συχνά από τα αναλυτικά εργαστήρια της μαρξιστικής «Αριστεράς», στο μεταξύ όμως η πηγή αυτή έχει στερέψει. Μετά την κατάρρευση της ουτοπίας της Ανατολής η εξημερωμένη πλέον δυτική «Αριστερά» έχει εγκολπωθεί την ουτοπία της Δύσης, δηλαδή την ουτοπία μιας παγκόσμιας κοινωνίας που τείνει προς την αρμονία πάνω στη βάση των «ανθρωπίνων δικαιωμάτων».
Ψευδαισθήσεις «αριστερών»
Διάφοροι «αριστεροί», και μάλιστα πρώην κομμουνιστές ή φιλοκομμουνιστές, επιστρατεύουν σήμερα ποικίλες εκλογικευτικές ακροβασίες προκειμένου να προσαρμόσουν την «προοδευτική» τους συνείδηση στην πραγματικότητα όπως αυτή διαμορφώθηκε μετά την αμερικανική νίκη στον Ψυχρό Πόλεμο. Η παθιασμένη ομολογία πίστεως στα «ανθρώπινα δικαιώματα» τους προσφέρει τη δυνατότητα να στήσουν γέφυρες συμβιβασμού ανάμεσα στο παρελθόν και στο παρόν χωρίς να εξευτελισθούν φανερά, γιατί αυτήν την ομολογία πίστεως στην ιδεολογία του πρώην εχθρού την καλύπτουν πίσω από την δήθεν εμμονή στο αρχικό «ανθρωπιστικό ιδεώδες» της «δυτικής Αριστεράς». Ετσι, η ίδια εκείνη «Αριστερά», η οποία χθες ακόμη έπαιζε τον ρόλο του «χρήσιμου ηλίθιου» (Λένιν) στις διάφορες εκστρατείες ειρήνης του Κρεμλίνου και δεν υπέφερε την έκφραση «ανθρώπινα δικαιώματα», όταν αυτή έβγαινε από τα χείλη του Ρίγκαν και της Θάτσερ η ίδια εκείνη «Αριστερά» αποτελεί σήμερα τον «χρήσιμο ηλίθιο» των πολυεθνικών εταιρειών και του οικουμενιστικού αμερικανισμού. Κίνητρά της είναι η πολιτική αφέλεια και τα χειροπιαστά κοινωνικά οφέλη, αν και σε πολύ διαφορετικές δόσεις και μείξεις εκάστοτε.
Βέβαια, πολλοί «αριστεροί» τρέφουν ακόμη την ψευδαίσθηση ότι εκπροσωπούν την αντίθεση προς το «σύστημα», μόνο και μόνο επειδή ενίοτε επικαλούνται την ιδεολογία του συστήματος ενάντια στην πραγματικότητά του. Ετσι πορίζονται τον άσπιλο μανδύα, τον οποίο κατόπιν φορούν επιδεικτικά. Η ιδεολογία όμως του συστήματος, δηλαδή η συνείδησή του, αποτελεί εξίσου μέρος του όσο αποτελεί και η πρακτική του, δηλαδή η κοιλιά του. Και υπάρχουν σοβαρές ενδείξεις ότι εδώ η κοιλιά κοιμάται λιγότερο από τη συνείδηση και την κατευθύνει.
Τα «ανθρώπινα δικαιώματα» είναι πολιτικό εργαλείο μέσα σε μια πλανητική κατάσταση, η πυκνότητα της οποίας καθιστά βέβαια απαραίτητη τη χρήση οικουμενιστικών ιδεολογημάτων, μέσα στην οποία όμως η δεσμευτική ερμηνεία των ιδεολογημάτων αυτών συνεχίζει να εναπόκειται στις διαθέσεις και στα συμφέροντα των ισχυρότερων εθνών.
Τα «ανθρώπινα δικαιώματα» υπόκεινται στην επαμφοτερίζουσα λογική αυτής της κατάστασης και αντικατοπτρίζουν τις αντιφάσεις και τις εντάσεις που σημαδεύουν κατά τρόπο δραματικό την παγκόσμια κοινωνία. Γι\’ αυτό ο αγώνας για την ερμηνεία τους αναγκαστικά θα μετατραπεί σ\’ έναν αγώνα μεταξύ ανθρώπων γύρω από ό,τι θεωρεί εκάστοτε ο καθένας τους δικό του αναφαίρετο δικαίωμα. Αυτός ο αγώνας περί ερμηνείας έχει αρχίσει από καιρό ανάμεσα σε «Βορρά» και «Νότο» ή «Δύση» και «Ανατολή» και οξύνεται στον βαθμό όπου τα δισεκατομμύρια του «Νότου» ή της «Ανατολής» ερμηνεύουν όχι τυπικά, παρά υλικά τα «ανθρώπινα δικαιώματα», απαιτώντας μια ουσιαστική ανακατανομή του παγκόσμιου πλούτου χωρίς να τους ενδιαφέρει η ηθική των χορτασμένων. Οπως η εσωτερική λογική του «ελεύθερου εμπορίου», έτσι και η εσωτερική λογική των «ανθρωπίνων δικαιωμάτων» θα στραφεί σύντομα εναντίον της Δύσης, και τότε αυτή θα εγκαταλείψει τις σημερινές ιδεολογικές της θέσεις. Είναι βέβαια πολύ αμφίβολο αν κι έτσι ακόμη θα μπορέσει να κερδίσει τους τρομακτικούς αγώνες κατανομής, οι οποίοι θα συγκλονίσουν τον 21ο αιώνα
.
πηγή: ΤΟ ΒΗΜΑ, Κυριακή 3 Μαΐου 1998
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου