Τρίτη 18 Απριλίου 2017

«Η λογική του κατήφορου είναι ο πάτος»


«Η λογική του κατήφορου είναι ο πάτος»

Είναι κάπως αξιοθρήνητο, εκατό χρόνια μετά τα γεγονότα του 1917 να μην έχουμε μάθει, τι συνέβη τότε και από τότε

ΣΩΤΗ ΤΡΙΑΝΤΑΦΥΛΛΟΥ

Διάβασα μια κριτική της εφημερίδας «Ριζοσπάστης» για το ντοκυμαντέρ «Η μεγάλη ουτοπία» του Φώτου Λαμπρινού (μπορείτε, αν έχετε χρόνο για χάσιμο, να τη διαβάσετε εδώ.) την οποία μου έστειλαν επειδή είδα την ταινία και στήσαμε ολόκληρο καβγά με τον Φώτο Λαμπρινό. (Διαφωνούμε συχνά· έχει συμβεί να μου κλείσει το τηλέφωνο.) Τέτοιες διαφωνίες είναι για το ΚΚΕ «ντροπή»· ο Φώτος Λαμπρινός, αν ήταν συνεπής κομμουνιστής, δεν θα έπρεπε να συναναστρέφεται ιδεολογικούς εχθρούς. Το ΚΚΕ χρησιμοποιεί, ως συνήθως, τα επιχειρήματα και τις κατάρες των θεοσεβούμενων, των τρελών του θεού: ντροπή, κατάντια, θα μετανιώσετε, οι μέρες σας είναι μετρημένες...
Έκανα κάποιες σκέψεις διατρέχοντας το κείμενο που είχε τίτλο «Η λογική του κατήφορου είναι ο πάτος», μεταξύ των οποίων ότι, αν το σύστημα Δικαιοσύνης λειτουργούσε κανονικά, θα μπορούσε να θεωρηθεί συκοφαντική δυσφήμιση και να κριθεί σε δικαστήριο. Το αντιπαρέρχομαι και δεν έχω καμία διάθεση να ανοίξω διάλογο με τους φασίστες και τους ηλιθίους του ΚΚΕ. Αλλά η μικρόνοια, η μικροψυχία, η άγνοια και η μισαλλοδοξία αυτού του δήθεν «ιστορικού» κόμματος (το οποίοι πολλοί σέβονται και θεωρούν «σοβαρό»: ακόμα ένα ελληνικό παράδοξο) μου δίνει την ευκαιρία ενός σχολίου για τις αποχρώσεις της ελληνικής αριστεράς που προκύπτουν από την ίδια μήτρα. Και για το πώς συμπεριφέρεται προς αυτές το ΚΚΕ.
Ο συντάκτης του «Ριζοσπάστη» επιτίθεται, με ύφος πολύξερου ιστορικού, σε μια ταινία η οποία εξυμνεί, με τον τρόπο της, την επανάσταση των μπολσεβίκων και τον Λένιν. Η «Μεγάλη ουτοπία» είναι έργο ενός κομμουνιστή που έμαθε, με χαρακτηριστική καθυστέρηση, ότι διεπράχθησαν εγκλήματα και φρικαλεότητες ακόμα και πριν από τις σταλινικές εκκαθαρίσεις (τις οποίες το ΚΚΕ θεωρεί είτε δυτική προπαγάνδα, είτε απαραίτητες εφόσον οι εκτελεσθέντες ήταν αντεπαναστάτες και σπιούνοι).

Η ταινία είναι λοιπόν φιλομπολσεβικική, αλλά το ΚΚΕ δεν ανέχεται την παραμικρή επιφύλαξη για την εξέλιξη της επιλεγόμενης ουτοπίας. Και να τι γράφει, μεταξύ άλλων: «Ό,τι πιο αντιδραστικό και χυδαίο έχει κατά καιρούς παραχθεί στο βούρκο της αστικής αντικομμουνιστικής προπαγάνδας για την Οχτωβριανή Επανάσταση και την οικοδόμηση του πρώτου εργατικού κράτους, επιστρατεύτηκε στο ντοκιμαντέρ του Φώτου Λαμπρινού ‘Η μεγάλη Ουτοπία, 1917-2017’, που εμφανίστηκε στις κινηματογραφικές αίθουσες τη μέρα έναρξης του 20ού Συνεδρίου του ΚΚΕ, με τη μεγαλεπήβολη καθώς φαίνεται φιλοδοξία να αντιπαρατεθεί στις θέσεις και τη στρατηγική του Κόμματος. Η απόπειρα έληξε άδοξα, αφού το έργο κατέβηκε από τις οθόνες των αθηναϊκών κινηματογράφων σε μια μόλις βδομάδα, παρά τη γενναιόδωρη υποστήριξή του από τα αστικά μέσα μαζικής ενημέρωσης και λιγοστούς κριτικούς κινηματογράφου. Και δεν θα μπορούσε να γίνει διαφορετικά, γιατί ποιον άνθρωπο που σέβεται τον εαυτό του θα ενδιέφερε και θα έπειθε αυτό το εμπαθές «ντοκιμαντέρ μυθοπλασίας», όπως το όρισε ο ίδιος ο σκηνοθέτης του, αποκαλύπτοντας το μυθολογικό χαρακτήρα των όσων ― με γλωσσική αισθητική τηλεοπτικού μεσημεριανάδικου ― μας εξιστορεί;»
Κοντολογίς, οι άνθρωποι του ΚΚΕ χαρακτηρίζουν αντιδραστικούς και χυδαίους όλους όσοι, έστω ακροθιγώς, εκθέτουν κάποιες παραδρομές της επαναστατικής διαδικασίας. Αλλά βεβαίως, αυτό δεν είναι καινούργιο. Ούτε είναι καινούργια η ψυχωσική αυτοαναφορικότητα, η παρανοειδής εμμονή: η ταινία προβλήθηκε την ημέρα της έναρξης του 20ού συνεδρίου του ΚΚΕ · τυχαίο; Δεν νομίζω! (Είχαμε μια σκασίλα για το 20ό συνέδριο του ΚΚΕ…) Το πρόβλημα είναι ακριβώς αυτό: τίποτα δεν είναι καινούργιο, τίποτα δεν αλλάζει στο ΚΚΕ και στο ποίμνιό του.
Υπάρχουν δύο βασικά ρεύματα κριτικής και απόρριψης του κομμουνισμού. Το πρώτο είναι η κριτική στην εφαρμογή της θεωρίας (την οποία ασκούσε το πάλαι ποτέ ΚΚΕ εσωτερικού και την οποία ασκεί σήμερα ο ΣΥΡΙΖΑ ενσωματώνοντας αναρχίζοντα στοιχεία)· το δεύτερο είναι η κριτική στον ίδιο τον μαρξισμό ο οποίος οδήγησε σε αιματηρές επαναστάσεις και ολοκληρωτικά καθεστώτα. Το ΚΚΕ δεν ασχολείται με το δεύτερο ρεύμα διότι το εκπροσωπούμε εμείς οι φασιστοκαπιταλιστές, οι δεδηλωμένοι ταξικοί εχθροί, οι τσαρικοί εφόσον το σημείο αναφοράς είναι πάντοτε η Ρωσία. Επικεντρώνεται στους δικούς του «αποστάτες» που έχουν ελαφρώς διαφοροποιηθεί ασκώντας κριτική στο κομματικό αλάθητο και στα μονοκομματικά κράτη που οικοδομήθηκαν στις σοσιαλιστικές χώρες (αν και οι περισσότεροι θαυμάζουν τον Φιντέλ Κάστρο, έχουν αδυναμία στους τριτοκοσμικούς λαϊκιστές δικτάτορες και θαμπώνονται, κρυφίως, από τη στρατιωτική πειθαρχία).
Η κριτική εκ μέρους των «αποστατών» γίνεται συνήθως με ταπεινότητα, ψιθύρους και ηθελημένη απόκρυψη γεγονότων ώστε να μη δώσουν λαβή στους πολέμιους του σοσιαλισμού: οι αριστεροί δεν απομακρύνονται ποτέ από το ΚΚΕ από φόβο μήπως κατηγορηθούν για εσχάτη προδοσία, κάτι που, προφανώς, αποτελεί γι’ αυτούς την υπέρτατη ρετσινιά ― μοιάζουν σαν να περπατούν πάνω σε αυγά προσπαθώντας να την τα σπάσουν. Από την πλευρά του, το ΚΚΕ  παραμένει ανελέητο όπως ήταν όταν παρέσυρε τους Έλληνες σε μαξιμαλιστικά αιτήματα, σε αποχή από τις εκλογές, σε εμφύλιο πόλεμο, σε πεισματική στάση ηρωισμού, σε κατασκευή θυμάτων: επιτίθεται, με φονικά ένστικτα, σε οποιονδήποτε τολμάει να αρθρώσει κάτι που δεν έχει εγκρίνει η σταλινική ηγεσία.
Κι επειδή η τακτική του είναι σφοδρή και ισοπεδωτική, οι περισσότερες ομάδες που αποσχίστηκαν από το ΚΚΕ διατήρησαν τον αυταρχισμό, την τακτική της λάσπης και της προπαγάνδας, την πρόθεση της εξόντωσης του αντιπάλου, τον καθαγιασμό κάθε βρώμικου μέσου. Πράγματι, μερικές είναι λιγότερο πουριτανικές ως προς τα σεξουαλικά ήθη και τις ενδυματολογικές συνήθειες· άλλες, είναι εξίσου πουριτανικές αλλά διαφέρουν ως προς την πρόσληψη και την ερμηνεία ορισμένων ιστορικών γεγονότων. Αυτό που ενώνει όλες τις ομάδες που γεννήθηκαν από το ΚΚΕ είναι ― εκτός από τον εθνικισμό, τον μιζεραμπιλισμό και τη ρωσοφιλία ― ο κοινός εχθρός: ο αντικομμουνισμός, τον οποίον ταυτίζουν με τον φασισμό. Πρόκειται για μια μορφή νοσηρής νοσταλγίας: οι κομμουνιστές έχουν πολλά κοινά με τους φασίστες στο ήθος και στο πολιτικό πρόγραμμα, αλλά επίσης γνώρισαν την καλύτερη στιγμή τους, το ζενίθ της δημοτικότητάς τους, στη διάρκεια του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου.
Είναι κάπως αξιοθρήνητο, εκατό χρόνια μετά τα γεγονότα του 1917 να μην έχουμε μάθει, όσοι ενδιαφερόμαστε να μάθουμε, τι συνέβη τότε και από τότε. Το ΚΚΕ, όπως φανερώνει με γελοίο τρόπο αυτή η κριτική στην ταινία «Η μεγάλη ουτοπία», ζει στο σκοτεινό του σπήλαιο, με τα μουχλιασμένα του σταλινικά εγχειρίδια, αποκομμένο από την ιστοριογραφία κι από την εξέλιξη του πολιτισμού ― ακλυδώνιστο και μακαριότατο, φορέας της αλήθειας και της πίστης. Και σαν μην έφτανε αυτό, που είναι αρκούντως σοβαρό εφόσον περίπου 10% των Ελλήνων στηρίζουν το κόμμα των μπολσεβίκων, οι Κουκουέδες κατηγορούν τους δικούς τους για «γκεμπελική προπαγάνδα». 

Η λογική του κατήφορου είναι ο πάτος · η χιλιαστική νοοτροπία του ΚΚΕ («έρχεται το τέλος σας, προδότες και λακέδες του κεφαλαίου!») μου θυμίζει τον Paul Léautaud, ο οποίος, όταν του χτύπησε την πόρτα ένας μάρτυρας του Ιεχωβά λέγοντάς του ότι ήρθε η Συντέλεια του κόσμου, απάντησε: «Δεν έπρεπε να με ενοχλήσετε για κάτι τόσο ασήμαντο.»

Δεν υπάρχουν σχόλια: