Ένα πρόσφατο άρθρο ενός στελέχους του Ποταμιού, που το αναδημοσιεύω για να δούμε τον τρόπο σκέψης τους
ΔΕΕ
Πρόεδρος της Δημοκρατίας,
εκλογές, μνημόνιο, συντεχνίες
Γιάννης Αναστασάκος
Το «σύστημα» που μας κληρονόμησε η μεταπολίτευση είναι ένα παγιωμένο δίκτυο εκπροσώπησης μικρών, μεσαίων και μεγάλων επαγγελματικών συμφερόντων. Αυτά συνομιλούν με τους πολιτικούς, τροφοδοτούν και συντηρούν το κομματικό υπο-σύστημα. Είτε πρόκειται για τα ακραία «ευγενή» επαγγέλματα γιατρών, δικηγόρων, μηχανικών στη μια πλευρά, είτε για τις ακραίες συνδικαλιστικές οργανώσεις ταξί, μεταφορών, δημοσίου στην αντίπερα όχθη, είτε για τις κάστες δικαστών, πανεπιστημιακών, καθηγητών, ενστόλων, όλες αυτές οι ομάδες πίεσης, παρά την κρίση, παραμένουν ισχυρές, σχεδόν άθικτες στην επιρροή και τη διαπλεγμένη σχέση τους με την πολιτική εξουσία.
Η ελληνική κοινωνία μοιάζει, συγκριτικά με άλλες στην ΕΕ, κάθετα οργανωμένη και εκπροσωπούμενη από αυτό το «σύστημα». Είναι κι αυτός ένας τρόπος συγκρότησης της αντιπροσώπευσης. Απέδωσε στη μεταπολίτευση αλλά είναι πλέον εκτός εποχής, χωρίς παραγωγική δύναμη και, κυρίως, χωρίς καμία προοπτική. Στην Ελλάδα, λοιπόν, δεν πρόκειται μόνο για τον συνήθη χαρακτήρα οργάνωσης και επιρροής του κεφαλαίου και των ισχυρών επιχειρηματιών Μέσων, ενέργειας, εφοπλιστών, τηλεπικοινωνιών, τεχνικών έργων, που υπάρχουν παντού και δρουν με αρκετή διαφάνεια και θεσμικό έλεγχο, λόγω του μεγέθους και της ορατότητάς τους. Το υπόλοιπο πυκνό δίχτυ, πελατειακής συσχέτισης πνίγει θεσμούς και αλλοιώνει τη δημοκρατική εκπροσώπηση.
Η αδυναμία ή μάλλον άρνηση της διακυβέρνησης Ν.Δ.-ΠΑΣΟΚ με την πλήρη συμπαράσταση ΣΥΡΙΖΑ για αλλαγές στο ασφαλιστικό, τη δημόσια διοίκηση, την παιδεία και τη φορολογία έχουν δημιουργήσει τείχος ακινησίας στις προσπάθειες της ελληνικής κοινωνίας για ανασυγκρότηση και ανάπτυξη. Αυτό το δίχτυ δεν επιτρέπει την ανάπτυξη ενός κοινού νοηματικού πεδίου του δημοσίου συμφέροντος, ούτε πρακτικά διευκολύνει πολιτικές ορθολογικού σχεδιασμού. Το κοινό συμφέρον γίνεται ένα μάζεμα από χώριες σερπαντίνες, κι η κοινή λογική διαμελίζεται σε φωνές παραθύρων. Οι πολιτικοί του εκπρόσωποι λειτουργούν με ad hoc μέτρα, επιδόματα και ρητορικές αναπαραστάσεις αναμοχλεύοντας παρωχημένα στερεότυπα και φαντασιακές νοσταλγίες.
Μετά από 5 χρόνια απίστευτης λιτότητας, οριζόντιων μέτρων στους μη ισχυρά συντεχνιακά εκπροσωπούμενους δηλαδή μισθωτούς, υπαλλήλους ιδιωτικού τομέα και συνταξιούχους το «σύστημα» μένει περήφανα, απρόσμενα, εξοργιστικά άθικτο. Εκτός από δημοσιονομική προσαρμογή και αγορά εργασίας τα υπόλοιπα παραμένουν. Κανένα σοβαρό σχέδιο αλλαγών στον νομοθετικό δαίδαλο και τις διατάξεις του δημοσίου που αυτοκαταργούν την αποστολή του. Καμιά πρόοδος πολιτικών στην ασφαλιστική μεταρρύθμιση εκτός από συνεχείς μελέτες περικοπών και ασαφών υπονοουμένων για τις συντάξεις. Η φορολογική μεταρρύθμιση παραμένει στο πρόγραμμα και τις εξαγγελίες του μέλλοντος. Οι επενδύσεις στην έρευνα και καινοτομία που υποχρεωτικά πρέπει να υπερβούν το 1% του ΑΕΠ ώστε να κτίσουμε μέλλον, δεν αναφέρονται. Χρειάσθηκαν 3 χρόνια για να ακρωτηριασθεί ο νόμος Διαμαντοπούλου, να εφαρμοσθεί επιτέλους το ελάχιστο του διοικητικού του σκέλους με τις εκλογές πρυτανικών αρχών. Και ακόμη κοιτάμε στοχαστικά και τάχα έκπληκτοι επεισόδια τα σκουπίδια στη Σύγκλητο και την τζιχάντ στα Προπύλαια λες και δεν είναι αποτέλεσμα της πολιτικής απραξίας και συντεχνιακών συμβιβασμών της διακυβέρνησης.
Δυστυχώς από τις αρχές του 2014, με τα πρώτα ενθαρρυντικά μέτρα δημοσιονομικής ανάκαμψης και μπροστά στις σκοπιμότητες των ευρωεκλογών και της προεδρικής εκλογής του 2015, η κυβέρνηση διολίσθησε σε μεταρρυθμιστική απεργία, προσπαθώντας να ανανεώσει τους διαταραγμένους δεσμούς της με αυτό το συμπαγές συντεχνιακό δίχτυ. Το περίφημο success story ήταν το πολιτικό σχέδιο, η κυβερνητική εκδοχή μιας «συριζαίικης» λογικής. Δεν στηρίχθηκε δηλαδή σε διαρθρωτικές αλλαγές με τόλμη για δίκαιες λύσεις, αλλά σε παλιομοδίτικες συνταγές αποκατάστασης «αδικιών», επιδοματική αναδιανομή και ρητορεία για την απαλλαγή από την κακή τρόικα και το σκίσιμο των μνημονίων. Η πολιτική εξόδου από την κρίση έγινε με όρους εθνικοαπελευθερωτικού αγώνα. Όσο κι αν τα επιτόκια ανέβαιναν, όσο κι αν η Ευρώπη κοίταζε με έκπληξη, που σιγά-σιγά εξελίχθηκε σε ανανεούμενη δυσπιστία και τελικά σκληρή αντίθεση, το σχέδιο δεν μεταβλήθηκε. Και φυσικά απέτυχε.
Το εν ενεργεία επεισόδιο στο σίριαλ του αδιόρθωτου συστήματος εκτυλίσσεται με την προεδρική εκλογή. Εάν δεν βγει Πρόεδρος, η χώρα θα καταστραφεί λένε οι μεν. Το απλό ερώτημα είναι: Αν όντως έτσι πιστεύουν, τι κάνουν, ποιες πολιτικές, ποιες προσωπικές και κομματικές υπερβάσεις επιχείρησαν ή επιχειρούν για να αποτρέψουν την υπέρτατη απειλή; Για να το θέσω αλλιώς: πιστεύει κανείς πως η κυβέρνηση έχει ασκήσει αυτό τον καιρό ή εξαντλήσει τα μέσα ώστε να αποφύγει την καταστροφή που επικαλείται; Εάν όχι, αυτό οφείλεται σε ανήκεστη ανικανότητα των κυβερνώντων;
Εάν συνεχίσει το μνημόνιο η χώρα θα καταστραφεί απαντούν οι δε. Το επίσης απλό ερώτημα είναι: Μας βγάζει από τη χρεοκοπία η επαναφορά δικαιωμάτων, μισθών και επιδομάτων, στην προ μνημονίου εποχή; Να το πω κι αλλιώς: Λεφτά δεν υπάρχουν. Δανειζόμαστε με περίπου 1,5% (μνημόνιο) ώστε να δημιουργήσουμε- που δεν δημιουργούμε- παραγωγική βάση ανάπτυξης. Η εναλλακτική είναι να δανειζόμαστε με περίπου 10% από τις αγορές. Τι ακριβώς θέλουμε να καταργήσουμε; Το 1,5%; Είναι παράλογοι, όλοι παλαβοί στην ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ όταν τα λένε αυτά;
Δεν πρόκειται ούτε για ανήκεστη ανικανότητα των μεν ούτε για ολική παλαβομάρα των δε. Απλώς και οι δύο ακολουθούν την ίδια λογική. Η προσπάθειά τους συνίσταται στο να ορίσουν τον εχθρό, να δώσουν κομματικό σώμα στην απειλή. Έτσι επιβιώνουν, έτσι διοικούν. Αυτό το σύστημα είναι πλέον αντιπαραγωγικό. Προστατεύοντας τα κεκτημένα ομάδων και συντεχνιών, εμποδίζει κάθε διαρθρωτική μεταρρύθμιση και κατά συνέπεια παραγωγική ανάπτυξη και έξοδο από την κρίση. Η κομματική του δομή είναι ο διπολισμός. Με τον ένα πόλο, τη Ν.Δ. τελικά σταθερό προ και μετά την κρίση, η ψευδαίσθηση αλλαγής προέρχεται από τη μεταλλαγή του άλλου πόλου από ΠΑΣΟΚ σε ΣΥΡΙΖΑ. Η ισχυρή πόλωση, απαραίτητο, αναπόδραστο στοιχείο του διπολισμού οδηγεί αναπόφευκτα στην πελατειακή εξυπηρέτηση, αφού οι θεσμοί είναι αδύναμοι. Όταν οι μεν είναι ο διάβολος, το απόλυτο κακό για τους δε, και το κράτος δικαίου είναι αδύναμο, η πελατειακή εξυπηρέτηση νομιμοποιείται σαν «δίκαιη» και κυρίως σκόπιμη κι επωφελής μέθοδος διακυβέρνησης. Εξάλλου, με τον άλλο για διάβολο δεν χρειάζεται να ‘σαι ο ίδιος θεός. Στη χειρότερη δηλαδή, ο ΣΥΡΙΖΑ αν κερδίσει, θα κάνει ό,τι κι οι άλλοι. Γιατί λοιπόν να μην τον ψηφίσουμε, σκέφτεται ο διπολικός πολίτης και σκάβει τον οργισμένο λάκκο του!
Κι έτσι, και γι' αυτό, καταλήγουμε να είμαστε το κράτος με ειδικές ανάγκες το ΚΡΑΜΕΑ της Ευρώπης. Δεν πρόκειται όμως ούτε για τη μοίρα ούτε την ιδιομορφία, ούτε για το ιστορικό χνάρι ή το πολιτισμικό μας γονιδίωμα. Η Ελλάδα οδεύει στην απομόνωση. Έτοιμη να ξαναπιστέψει πως είναι ανάδελφη.. Επικρατούν αδιάλλακτες φιγούρες κωμικών και καμένων. Βουτάμε στο παρελθόν με συνθήματα χωρίς επιχειρήματα, αφού δεν ξέρουμε πώς να βαδίσουμε στο μέλλον. Απέναντι ή μάλλον γύρω μας μια ουσιωδώς αδύναμη, ιδεολογικά εγκλωβισμένη και καθόλου ενωμένη Ευρωπαική Ένωση. Ανάμεσα στον Νότο και στον Βορρά υπάρχουν δομικές διαφορές που δεν λύνονται με την παλιά δοκιμασμένη και αποτυχημένη μέθοδο της επιβολής. Το πιο απειλητικό: στην κάθε χώρα ξεχωριστά επιστρέφουν τα εθνικά της φαντάσματα για να στοιχειώσουν ελπίδες αλληλεγγύης και ένωσης... Μικρές ηγεσίες εδώ κι εκεί, μοιραία πρόσωπα, σκεπάζουν τον δυναμισμό, ξοδεύουν ενέργεια πολιτών που ψάχνουν να επιβιώσουν, να βελτιώσουν, να ζήσουν.
Η επόμενη μέρα δεν φαίνεται καλή, αντίθετα μοιάζει απελπιστικά δυσοίωνη, επικίνδυνα ακραία με επάλληλους κύκλους οργής, ματαίωσης, ταλαντώσεων στα άκρα του πολιτικού φάσματος. Πώς να αλλάξει το πολιτικό σκηνικό όσο δεν υπάρχει ριζοσπαστική σκέψη.