ΒΟΥΝΙΣΙΟ ΤΣΙΠΟΥΡΟ
'H... ΠΡΑΣΙΝΟ ΤΣΑΪ ΜΕ ΣΤΕΒΙΑ;
Φαήλος Κρανιδιώτης 26.01.2018
Με διασκεδάζει να βλέπω τις κωλοτούμπες σχολιαστών και πολιτικών μετά το μεγαλειώδες συλλαλητήριο της Θεσσαλονίκης
Αυτοί που παίρνουν στα σοβαρά τα Pride και ριγούν από συγκίνηση μπροστά στην καρναβαλική εικόνα ανθρώπων οι οποίοι αυτοεξευτελίζονται με φτερά στον απαυτό τους, στρας, πούλιες και τρίβοντάς μας εμμονικά στα μούτρα τις ιδιαιτερότητές τους λοιδορούν τους ντουλαμάδες των Μακεδονομάχων, τα μαύρα πουκάμισα και τα στιβάνια των Κρητικών. Λιγώνονται από χαρά για τα άρματα, όπου πάνω τους φασώνονται μισόγυμνοι μαντράχαλοι, κάνοντας τους πατεράδες τους να κλαίνε το χιλιάρικο που έδωσαν στην νοσοκόμα, αλλά τους πειράζουν οι καβαλάρηδες με τα άλογά τους.
Οι πιο γραφικοί των γραφικών, οι απόστολοι του μαρασμού και οι σταλινικοί απολογητές κάθε παρακμής που διακωμωδεί το πρόσωπο του Ανθρώπου θεωρούν... γραφικούς τους πατριώτες, τις εθνικοτοπικές ενδυμασίες, τα περήφανα και όμορφα άλογα.
Το συλλαλητήριο τους θύμισε ότι είναι μια αναιμική μειοψηφία, δέκατα του πυρετού. Μπορεί να έχουν κατσικωθεί προσωρινά στην πρώτη γραμμή του δημόσιου λόγου, σε κόμματα, ΜΜΕ, στη λιποτακτήσασα «διανόηση», όμως το μέγα πλήθος των κανονικών ανθρώπων τούς θύμισε την ταπεινή θέση τους στο περιθώριο της Ιστορίας και στον πάτο του αξιακού πλαισίου του λαού μας, το οποίο συστηματικά βρίζουν, συκοφαντούν, ειρωνεύονται.
Ακόμη και αλανιάρες τηλεπερσόνες, που έχουν γράψει πιο πολλά χιλιόμετρα από το αγοραίο ταξί του μακαρίτη του Διογένη στο Μαυρομμάτι, έβγαλαν γλώσσα. Ηταν τόσο σίγουροι για την αποτυχία.
Εναντίον ο ΣΥΡΙΖΑ, το πασοκάκι, οι μπακακαίοι του Σταύρου, το ΚΚΕ. Ο Μητσοτάκης είχε βάλει την Ευταξά να ρίξει απαγορευτικό στις οργανώσεις της Θεσσαλονίκης και τον Αυγενάκη να κάνει το ίδιο στους βουλευτές, ενώ, μέγας απολογητής της σύνθετης ονομασίας, ο Αδωνις «είχε δουλειά και δεν θα πήγαινε», όπως και δεν τόλμησε, διά λόγους κηπευτικούς και γαλακτοκομικούς.
Ηταν τόσα τα «γαλλικά» που άκουσαν από τους απείθαρχους Μακεδόνες πολίτες, που έκαναν αεροπλανικό α λα (συγχωρεμένου) Σουγκλάκου, και ο γόνος άλλαξε γνώμη και είπε να πράξουν κατά συνείδηση για τη συμμετοχή στο συλλαλητήριο. Και τι του υπαγόρευσε η δική του συνείδηση; Να πάει για σκι. Και πήγε. Τώρα κάνουν τους Μακεδονομάχους.
Υποθέτω, διορθώνοντας το λάθος, ίσως συμμετάσχουν στο συλλαλητήριο της Αθήνας, όπου θα διαδηλώσουν κατά της σύνθετης ονομασίας, την οποία υποστηρίζουν.
Εμείς ήμασταν εκεί [...], ανταποκρινόμενοι στο κάλεσμα των Μακεδόνων αδελφών μας. Περπατήσαμε χιλιόμετρα μέσα στον κόσμο, μιλώντας μαζί του: οικογένειες με τα παιδιά τους, παππούδες και γιαγιάδες, παπάδες με τους ενορίτες τους. Κι εμείς, όπως όλοι, μόνο με ελληνικές σημαίες και μόνο με συνθήματα υπεράσπισης της Μακεδονίας και των εθνικών συμφερόντων. Είδα ένα ατέλειωτο ειρηνικό, αλλά σκληρά αποφασισμένο, ποτάμι, που ξεκινούσε πέρα από το λιμάνι και έφτανε ως μετά το Μέγαρο Μουσικής.
Σπούδασα στη Θεσσαλονίκη, την ξέρω, κι αυτό το πλήθος ήταν πάνω από μισό εκατομμύριο. Σας το ορκίζομαι στον διεθνισμό του Μουζάλα, στην επί δικτατορίας αριστεροσύνη της Θεανούς Φωτίου και στα κόκκινα μποτάκια του σκιέρ και όψιμου «μακεδονομάχου».
Υπάρχει μια πληροφορία που δεν μπορούν να επεξεργαστούν οι εγκεφαλικές σπείρες του Πολάκη: Οταν η ηγεσία ενός Εθνους διαπραγματεύεται, όσο μεγαλύτερο είναι το πλήθος των διαδηλωτών υπέρ των εθνικών συμφερόντων τόσο μεγαλύτερο και το διαπραγματευτικό όπλο. Μια κυβέρνηση που σκοπό έχει να επιτύχει το βέλτιστο για τα εθνικά συμφέροντα πρέπει να επιθυμεί στην Αθήνα οι 500.000 να γίνουν τουλάχιστον 1.000.000 και να διαφυλάξει ως κόρην οφθαλμού τους πολίτες που με τις οικογένειές τους θα έρθουν στο Σύνταγμα από τις συμμορίες των κακοποιών.
Στη Θεσσαλονίκη, ο κόσμος θα ήταν ακριβώς ο ίδιος, ακόμη κι αν δεν υπήρχαν ομιλητές, ακόμη κι αν απλά ένα μικρό κορίτσι του δημοτικού από ένα από τα όμορφα μακεδονίτικα χωριά που υπέφεραν από τις τσέτες των κομιτατζήδων ανέβαινε απλά και διάβαζε ένα ψήφισμα.
Με διασκεδάζει να βλέπω τις κωλοτούμπες σχολιαστών, πολιτικών, που από την ώρα που είδαν ότι το πλήθος έγραψε τις ειρωνείες και τις ύβρεις στα κάκαλά του, στο «τεφτέρι του Πόντιου», που λέει τεμέτερόν μου, ενώ ήταν έτοιμοι να «δικαιωθούν», προσχωρούν περιδεείς στο... αγωνιστικό στρατόπεδο των αδιαπραγμάτευτων διεκδικητών.
Ως την Κυριακή το μεσημέρι έπιναν πράσινο τσάι με στέβια, έτοιμοι να γονατίσουν. Τώρα πίνουν βουνίσιο μακεδονίτικο τσίπουρο και ζώνονται τ’ άρματα. Δεν πειράζει. Καλώς ορίσατε, αρχοντόπουλα! Εμείς εδώ ήμασταν και σας περιμέναμε. Ήρθαμε αμετάθετοι, σαν τρένο στις ράγες των ελληνικών ιδεών μας.
Φ.Κ.