Του Δημήτρη Κωνσταντακόπουλου
Το ζήτημα του ευρώ είναι από τα σημαντικότερα που αντιμετωπίζει η χώρα, θέμα που μπορεί να επηρεάσει για πολλές δεκαετίες τη θέση της, και οικονομικά και γεωπολιτικά. Εντούτοις το θέμα αυτό αντιμετωπίζεται και συζητείται με χαρακτηριστική ελαφρότητα και επιπολαιότητα, εν μέσω σύγχυσης και προσπαθειών παραπλάνησης (που ενδεχομένως κατευθύνονται από ισχυρά όσο και αφανή διεθνή κέντρα).
Μερικά από τα ερωτήματα που τέθηκαν στη σχετική συζήτηση είναι τα εξής:
- Μας συμφέρει η έξοδος από την ΟΝΕ (ή/και την ΕΕ), είναι η εισαγωγή της νέας δραχμής η λύση στα προβλήματά μας;
- Ποιες θα είναι οι πιθανές συνέπειες μιας εξόδου από το ευρώ (ή/και την ΕΕ);
- Είναι δυνατόν να καταγγελθεί το μνημόνιο και οι δανειακές και να μείνουμε στην ευρωζώνη;
- Πρέπει να ζητήσουμε να φύγουμε από το μνημόνιο εντός ευρωζώνης, ή να επιδιώξουμε να φύγουμε από την ευρωζώνη;
- Ποιες είναι οι πιθανές γεωπολιτικές συνέπειες μιας εξόδου από το ευρώ; Θα γίνουμε περισσότερο ανεξάρτητο κράτος ή μήπως γίνουμε καταστρεφόμενο προτεκτοράτο ενός άξονα «ναυτικών δυνάμεων» (ΗΠΑ-Ισραήλ-Βρετανία, ίσως και Τουρκία);
Θα επιδιώξουμε να αντιμετωπίσουμε μερικά από αυτά τα ερωτήματα, όσο βέβαια είναι δυνατό στα πλαίσια ενός κατ’ ανάγκη σύντομου άρθρου.
1. Είναι πρόβλημα το ευρώ;
Αναντίρρητα, μόνο που δεν είναι το μόνο, ούτε το οξύτερο. Το ευρώ και η όλη δομή της ΕΕ συνέβαλαν για να βρεθούμε στην κατάσταση που βρεθήκαμε τον Μάιο 2010, αλλά σε αυτό συνέβαλε και πληθώρα άλλων παραγόντων (παγκοσμιοποίηση, φούσκα χρέους, εσωτερικές επιδόσεις ελληνικού «κλεπτοκρατικού καπιταλισμού», ύπαρξη μιας εξαιρετικά διεφθαρμένης, εξαρτημένης και ανίκανης πολιτικής τάξης και κρατικής ελίτ). Δεν μας εμπόδισε η ισοτιμία του ευρώ να φτιάξουμε χωματερές, ούτε επέβαλε να πηγαίνουν όλα σχεδόν τα λεφτά των ευρωπαϊκών κονδυλίων στον κορβανά της διαφθοράς και της διαπλοκής. Δεν μας υποχρέωσε το ευρώ ή η συμμετοχή στην ΕΕ να ξοδέψουμε όσα ξοδέψαμε για τους Ολυμπιακούς, για να δώσουμε μερικά από τα άπειρα παραδείγματα που θα μπορούσαμε να επικαλεσθούμε. Κυρίως όμως, δεν ήταν το Μάαστριχτ ή κάποιος υποχρεωτικός ευρωπαϊκός μηχανισμός που μας ανάγκασε να εκλέξουμε έναν τόσο απερίγραπτο τύπο όπως ο Γιώργος Παπανδρέου ως Πρωθυπουργό και να πάμε στα Μνημόνια και τις Δανειακές. Οικεία βουλήσει και πανηγυρίζοντες προσχωρήσαμε!
2. Η εισαγωγή εθνικού νομίσματος θα βοηθήσει την ανταγωνιστικότητα;
Ναι, γιατί το νόμισμα αυτό θα υποτιμηθεί πιθανότατα αμέσως και πολύ. Μόνο που ήδη έχουμε κάνει μια μεγάλη εσωτερική υποτίμηση της αμοιβής και κάθε προστασίας της εργασίας και όλων των κοινωνικών μισθών. Σκοπεύουμε να φτάσουμε σε επίπεδο Νίγηρα με νέες υποτιμήσεις;
Αλλά η ανταγωνιστικότητα δεν είναι μόνο τεχνική συνάρτηση της ισοτιμίας του νομίσματος, είναι πολύ περισσότερα. Παραδόξως, αυτό το απέδειξε το ίδιο το Μνημόνιο. Η εσωτερική υποτίμηση (που είναι και αυτή μορφή υποτίμησης) είχε πολύ λιγότερα οφέλη για την ελληνική οικονομία, από όσα περίμενε αίφνης το ΔΝΤ.
3. Η εισαγωγή εθνικού νομίσματος έχει μόνο πλεονεκτήματα;
Φανταστείτε προς στιγμήν τι προσπάθεια θα χρειαστεί ένα ανάπηρο, κατεστραμμένο κράτος για να εισάγει νέο νόμισμα σε συνθήκες διεθνούς σύγκρουσης, όταν δεν μπορεί να σκάψει μια λακούβα σε έναν δρόμο. Υπάρχουν σοβαρά πολιτικά και νομικά ζητήματα για την αποχώρηση της Ελλάδας από την ΟΝΕ. Οι περισσότεροι αναλυτές υποστηρίζουν ότι πρέπει να φύγει και από την ΕΕ. Προφανώς μια τέτοια διαδικασία θα την κάνει και πιο ευάλωτη στις γεωπολιτικές πιέσεις από όλες τις κατευθύνσεις του ορίζοντα. Επιπλέον, η αποχώρηση υπό συγκρουσιακούς όρους από το ευρώ, κινδυνεύει να προκαλέσει υπερπληθωρισμό και τιμωρητικές επιθέσεις των αγορών.
Όλα αυτά δεν σημαίνουν ότι πρέπει να μείνουμε πάση θυσία στο ευρώ. Σημαίνουν όμως ότι δεν πρέπει να θεωρούμε περίπατο την έξοδό μας.
4. Είναι η ανταγωνιστικότητα το πρόβλημα;
Είναι, αλλά για «κανονικά» κράτη και οικονομίες. Η Ελλάδα δεν είναι πλέον. Αντιμετωπίζει ένα σοβαρότερο πρόβλημα από την ισοτιμία του νομίσματός της, έχει μετατραπεί σε (καταστρεφόμενη) αποικία χρέους. Το βουνό του μη βιώσιμου χρέους, που καταστρέφεται για να αποπληρώσει, οι αποικιακές δεσμεύσεις των δανειακών συμβάσεων που έχει υπογράψει και η καταστροφή της διεθνούς εικόνας της είναι τα προβλήματά της. Πρέπει ασφαλώς να γίνει ανταγωνιστική, αλλά αυτό δεν φτάνει, αφού, όσο ανταγωνιστική κι αν γίνει, δεν θα μπορέσει να ξεπληρώσει το χρέος της. Η Ελλάδα έχει πάθει έμφραγμα και πεθαίνει, αν και αρνούμαστε να το πιστέψουμε. Πρέπει το ταχύτερο να τη σώσουμε από το έμφραγμα και, αφού το κάνουμε, να τη γιατρέψουμε κι από τις άλλες αρρώστιες της.
5. Τι πρέπει να κάνουμε;
Χρειαζόμαστε επειγόντως διαγραφή χρέους, αναθεώρηση των δανειακών συμβάσεων, ρήτρα ύφεσης, εγγυήσεις, ανθρωπιστική και αναπτυξιακή βοήθεια. Αν δεν μας τα δώσουν πρέπει να τα πάρουμε μόνοι μας οργανώνοντας στάση πληρωμών, καταγγέλλοντας τις ηγεσίες της ΕΕ, αντιδρώντας με όλα τα πολιτικο-θεσμικά μέσα στη διάθεσή μας, ως μελών της ΟΝΕ και της ΕΕ, περιλαμβανομένου του μπλοκαρίσματος της λειτουργίας της ‘Ενωσης, που σε πολλά ζητήματα λειτουργεί πάντα με την αρχή της ομοφωνίας.
6. Καλύτερα μέσα ή έξω;
Αυτά όλα είναι πολύ πιο εύκολο να τα ζητήσουμε και να τα διαπραγματευτούμε εντός της ευρωζώνης και της ΕΕ, παρά ζητώντας να φύγουμε. Φεύγοντας από την ευρωζώνη (ως ανεπρόκοποι, αποτυχημένοι «μπαταχτσήδες») δεν μεταβάλλεται το χρέος (που παγιώθηκε σε ευρώ με το αγγλικό δίκαιο), ούτε παύουν να ισχύουν οι αποικιακές συμβάσεις, ούτε βελτιώνεται η ισχύς της χώρας.
Άλλωστε αν έχουμε αρκετό θάρρος για να επαναστατήσουμε κατά του …παγκόσμιου καπιταλισμού, θα βρούμε οπωσδήποτε αρκετό για να κάνουμε μπάχαλο την ΟΝΕ και την ΕΕ, αν δεν μας προσφέρουν ικανοποιητική λύση επιβίωσης.
Καλώς ή κακώς, βρεθήκαμε σε ένα από τα ισχυρότερα κλαμπ παγκοσμίως. Προτού σηκωθούμε και φύγουμε, μοιάζει πιο λογικό και έξυπνο να χαλάσουμε τον κόσμο εκεί μέσα, ζητώντας μια άλλη λύση για την Ελλάδα και μια άλλη πολιτική για την Ευρώπη και διεκδικώντας τα δικαιώματά μας ως ισότιμου κράτους-μέλους.Γιατί να διευκολύνουμε τη Μέρκελ φεύγοντας μόνοι μας. Ας αναλάβει αυτή, αν θέλει, το κόστος της εκδίωξής μας και της κρίσης που αναπόφευκτα θα προκαλέσει σε όλο το οικοδόμημα. Στο βάθος, το σύνθημα αποχώρησης από το ευρώ αντανακλά βαθιά πεποίθηση εθνικής κατωτερότητας και ηττοπάθεια. Επαναλαμβάνουμε. Το πρόβλημά μας είναι το μη βιώσιμο χρέος και πώς να ξαναφέρουμε την Ελλάδα στη ζωή. Αν η Μέρκελ διαγράψει τα χρέη μας για να φύγουμε από το ευρώ γιατί όχι; Αμφιβάλλουμε πάντως ότι η Γερμανία, αν δεν χρηματοδοτεί την οικοδόμηση, θα χρηματοδοτήσει την αποσύνθεση της ευρωζώνης.
7. Ψυχολογία «ραγιά» και «ιδεολογία Ψωροκώσταινας»
Κατά βάθος, «ευρωπαϊστές» και «αντιευρωπαϊστές» ξεκινάνε συχνά και οι μεν και οι δε από την ψυχολογία του ραγιά και την ιδεολογία «της Ψωροκώσταινας». Οι μεν λένε «να κάνουμε ότι μας λένε, για να μη μας πετάξουν έξω», οι δε απαντάνε «να φύγουμε για να μην κάνουμε αυτά που λένε». Και στις δύο περιπτώσεις, η Ελλάδα δεν ενεργεί ως υποκείμενο, αλλά ως υποδεέστερη οντότητα. Να μην το ξεχνάμε άλλωστε: Μνημόνια, Δανειακές και PSI δεν προέκυψαν αυτομάτως από κάποια κείμενα ή μηχανισμούς της ΕΕ – για να επιβληθούν χρειάστηκε και προσφέρθηκε η ενθουσιώδης υποστήριξη και οι υπογραφές διαδοχικών ελληνικών κυβερνήσεων, που δεν είναι λιγότερο υπεύθυνες από την ΕΕ, την ΕΚΤ και το ΔΝΤ για την καταστροφή της χώρας
8. Δεν μπορούν να μας κάνουν τίποτα αν διακόψουμε το Μνημόνιο;
Αυτή είναι η θέση της πλειοψηφίας του ΣΥΡΙΖΑ, που υποστηρίζει ότι δεν μπορούν να μας πετάξουν έξω, ότι είμαστε συστημικός κίνδυνος κι ότι θα είναι καταστροφή γι’ αυτούς η αποχώρησή μας. Δυστυχώς, τα πράγματα δεν είναι έτσι. Οι άρχουσες τάξεις της Ευρωγερμανίας και η Αυτοκρατορία του παγκόσμιου Χρήματος δεν θα αποδεχθούν με τόση ευκολία μια απείθαρχη Ελλάδα. Εν πάση περιπτώσει κανείς δεν μπορεί να βασιστεί σε ένα τέτοιο ενδεχόμενο και να μην προετοιμάζεται και για το αναγκαίο, αν δεν πετύχει το σχέδιο Α, σχέδιο Β. Η ύπαρξη και η ατσαλένια, γνωστή στον αντίπαλο, αποφασιστικότητα να εφαρμοσθεί το σχέδιο Β’, σε περίπτωση αποτυχίας της διαπραγμάτευσης, είναι στοιχειώδης προϋπόθεση για να γίνει διαπραγμάτευση.
Η ΕΚΤ μπορεί να αποφασίσει τη διακοπή της χρηματοδότησης των ελληνικών τραπεζών προκαλώντας έμφραγμα στην ελληνική οικονομία και υποχρεώνοντας ενδεχομένως, από ένα σημείο και πέρα, στην εισαγωγή εσωτερικού μέσου πληρωμής. Το αν θα το κάνει ή όχι, εξαρτάται από το πολιτικό κλίμα στην Ευρώπη. Γι’ αυτό και απαιτείται, όσο είναι καιρός, η οργάνωση μιας πολύ μεγάλης και ποιοτικά πολύ ικανοποιητικής καμπάνιας υπεράσπισης της Ελλάδας (και της Κύπρου) διεθνώς, αλλά και η ανάπτυξη ενός πυκνότατου διεθνούς δικτύου επαφών και συμμαχιών, και μέσα στη Γερμανία, με επιχειρήματα βαθιά και «πανευρωπαϊκά», που θα δημιουργήσουν προσκόμματα και κόστος αν αύριο η γερμανική κυβέρνηση ή η ΕΚΤ αποφασίσουν να στραφούν κατά της Ελλάδας. ‘Εχει ήδη χαθεί «υπερπολύτιμος» χρόνος και ο ελληνικός λαός ενδέχεται να πληρώσει πολύ ακριβά αυτή την παράλειψη, που δείχνει μη επίγνωση της οξύτητας του προβλήματος που θα αντιμετωπίσει μια αντιμνημονιακή κυβέρνηση αύριο
Για να σωθεί η Ελλάδα χρειάζεται να γίνει πόλεμος. Η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ πρέπει να ετοιμαστεί με τη μεγαλύτερη δυνατή σοβαρότητα και επιμονή, προετοιμάζοντας και εμψυχώνοντας τον ελληνικό λαό και δραστηριοποιούμενη επιτέλους στο εξωτερικό. Δεν ωφελεί σε τίποτα να εξωραϊζει την πραγματικότητα, καθησυχάζοντας εαυτήν και την κοινωνία.
9. Νόμισμα, Έθνος, Παγκοσμιοποίηση
Όπως προκύπτει από τα όσα προαναφέρθηκαν, είναι σφάλμα να αναγορεύεται σε «φετίχ» το νόμισμα. Η λογική όμως επιβάλει να δοθεί η μάχη εντός Ευρώπης, προτού πάμε σε αποχωρήσεις ή «αποβολές». Ας αναλάβει, αν θέλει, η Γερμανία της Μέρκελ και η Κομισιόν του Μπαρόζο την ευθύνη «αποβολής» της Ελλάδας και μιας πρωτοφανούς στην ιστορία της ΕΕ κρίσης. Η θέση να ζητήσουμε μόνοι μας να φύγουμε είναι «αριστερίστικη», δήθεν «επαναστατική» θέση, που απομακρύνει την αριστερά από την εξουσία, αλλά μπορεί να νομιμοποιήσει άλλες γεωπολιτικές προβοκάτσιες.
Στην πραγματικότητα δεν αντιμετωπίζουμε απλά μια «δυσλειτουργία» της ‘Ενωσης, ούτε καν μια απλή προσπάθεια της Γερμανίας να μας επιβληθεί, ένα 4ο Ράιχ, μια γερμανική Ευρώπη, όπως ισχυρίζονται όσοι βλέπουν τον μικρό, για να μη δουν τον μεγάλο «νταβατζή». Αντιμετωπίζουμε κάτι πολύ πιο θεμελιώδες:
α) την επίθεση της Αυτοκρατορίας του Χρήματος εναντίον όλης της Ευρώπης, που άρχισε από την Ελλάδα,
β) την επιλογή των ιθυνουσών τάξεων της Ευρωγερμανίας να «ενώσουν» την Ευρώπη κάτω και όχι ανθιστάμενες στην ηγεμονία των Αγορών.
Ταυτόχρονα, στην περίπτωση Ελλάδας και Κύπρου έχουμε, κρυμμένες στις οικονομικές σκοπιμότητες, και τις γνωστές γεωπολιτικές επιδιώξεις των διαφόρων «Προστατών» (ΗΠΑ, Βρετανία, Χρήμα) να ελέγξουν ασφυκτικά τον ελληνικό χώρο, καταργώντας ει δυνατόν την ανεξαρτησία και κυριαρχία των δύο κρατών του, όπως φάνηκε ανάγλυφα στην απόπειρα κατάλυσης του κυπριακού κράτους με το σχέδιο Ανάν.
Επιπλέον, είναι πιθανό Ελλάδα και Κύπρος να χρησιμοποιούνται σε ευρύτερες στρατηγικές που αποβλέπουν στη διάλυση της ΕΕ. (*)
Πρέπει λοιπόν να υπερασπίσουμε το έθνος που απειλείται σήμερα από την παγκοσμιοποίηση, από τη δικτατορία δηλ. του χρηματιστικού κεφαλαίου και των εθνών που το ελέγχουν, γιατί κανείς άλλος δεν θα το κάνει στη θέση μας, γιατί είναι το μόνο επίπεδο όπου μπορεί να πραγματοποιηθεί μια κάποια κοινωνική και οικονομική δημοκρατία, για να σταματήσουμε τον επελαύνοντα ολοκληρωτισμό. Απέναντί του, το έθνος είναι απαραίτητη μεν, ανεπαρκής δε βάση άμυνας. Η δραχμή, η λίρα, η πεσέτα, μοιάζουν λίγο με τα ξύλινα τείχη των αρχαίων Αθηναίων. Αντιπροσωπεύουν το απερχόμενο παρελθόν των εθνών – κρατών. Χρειαζόμαστε μια συμμαχία εθνών και ένα άλλο πρόγραμμα για την Ευρώπη για να αντιμετωπίσουμε αποτελεσματικά την Αυτοκρατορία του Χρήματος και τις ευρωπαϊκές πραγματώσεις της. Και είναι πιο αποτελεσματικό και δημιουργεί έδαφος συμμαχιών να δώσουμε τη μάχη για τη σωτηρία μας εν ονόματι της Ευρώπης, όχι κατ’ αντίθεση προς την ιδέα της.
(*) Είναι πιθανό να έχουμε σύγκλιση σε ένα σχέδιο «αποβολής» Ελλάδας και Κύπρου από την ευρωζώνη ή/και την ΕΕ διαφορετικών δυνάμεων για διαφορετικούς λόγους. Η γερμανική συστημική ακροδεξιά που νομίζει ότι δεν χρειάζεται τους «ανεπρόκοπους Νότιους», κύκλοι του βαθέος συστήματος των ΗΠΑ ή ριζοσπαστικές δυνάμεις του Χρήματος, που μπορεί να θέλουν να χρησιμοποιήσουν την Ελλάδα και την Κύπρο για να ξεκινήσουν μια κρίση που υπερβαίνει την πολιτική δυνατότητα της ΕΕ να την αντιμετωπίσει και επομένως οδηγεί στη διάλυση του ευρώ, αν όχι της ΕΕ. Το μοντέλο αυτό χρησιμοποιήθηκε στην περίπτωση της ΕΣΣΔ, όταν επιμέρους τακτικοί παίκτες σπρώχτηκαν καταλλήλως σε τροχιές αποσταθεροποίησης του συστήματος, των οποίων αγνοούσαν τις στρατηγικές συνέπειες και κατέληξαν να γίνουν είδος «έξυπνων βομβών» που ανατίναξαν το ίδιο το σύστημά τους. Εμείς τουλάχιστο δεν μπορούμε να γνωρίζουμε τι σχεδιάζεται σε αυτό το επίπεδο των παγκόσμιων εξουσιών, αλλά δεν νομίζουμε φρόνιμο να αποκλείσουμε προκαταβολικά την ύπαρξη τέτοιων επιδιώξεων.