Νίκος Δήμου: διαφωτίζοντας σκοταδιστικά
Μερικές φορές, ο διάβολος κρύβεται στις λεπτομέρειες. Όχι στις θέσεις και στις τοποθετήσεις, αλλά στο ήθος -ή στην έλλειψη αυτού- που κρύβεται πίσω από τον τρόπο έκθεσής τους. Αυτό αποκτά πρόσθετη σημασία όταν τα κείμενα κάποιου ανθρώπου γίνονται «πηγές», στις οποίες παραπέμπει ο κόσμος για του λόγου το αληθές, για να διατρανώσει κάποιο επιχείρημα.
Στο παρόν σημείωμα δεν θα ασχοληθώ με τις θέσεις του κ. Δήμου, είτε γενικά είτε ειδικά σε σχέση με το άρθρο «ο Χρυσούς Μεσαίων». Δεν είναι της παρούσης: αλλού και άλλοτε. Θέλω να επικεντρωθώ σε μία φράση του: σύμφωνα με το άρθρο, ο κ. Δήμου πιστεύει ότι «μόνη η εν Ελλάδι περιουσία του Αγίου Τάφου πρέπει να υπερκαλύπτει όλο μας το χρέος».
Τώρα, οποιοσδήποτε διατηρεί μια στοιχειώδη επαφή με την πραγματικότητα γνωρίζει ότι η παραπάνω πρόταση είναι ψευδής – όχι τόσο σκανδαλωδώς ψευδής, όσο ιλαροτραγικά ψευδής. Το να είναι «τρόπος του λέγειν», «ρητορική υπερβολή» ή να κατατίθεται «ποιητική αδεία» το αποκλείω: ο κ. Δήμου δεν την διαφοροποιεί από τις λοιπές φράσεις του άρθρου, και αν είναι έτσι, για κάθε ψευδή πρόταση του οποιουδήποτε δημοσιολογούντος θα πρέπει να λέμε ότι κατετέθη χάριν παιδιάς, ακόμη κι αν τίποτα στο κείμενο δεν προκαταλαμβάνει για κάτι τέτοιο, ενώ δήθεν μόνο οι αληθείς προτάσεις λέγονται… στα σοβαρά. Ούτε βεβαίως επαρκεί η διαφοροποίηση ανάμεσα στο «υπερκαλύπτει» και στο «πρέπει να υπερκαλύπτει». Άρα μένουμε με δύο ενδεχόμενα: ή ο κ. Δήμου δεν γνωρίζει το ψευδές της πρότασής του είτε το γνωρίζει και ψεύδεται συνειδητά. Πάλι το πρώτο αποκλείεται: μια τόσο κραυγαλέα αναντιστοιχία με την πραγματική πραγματικότητα όσο η… ισότητα του δημοσίου χρέους και π.χ. της εν Ελλάδι περιουσίας του Παναγίου Τάφου είναι αδύνατον να διαφεύγει ακόμα και από έναν Νίκο Δήμου. Αποκλείεται, λοιπόν, η προχειρότητα ή η αφέλεια.
Άρα μένουμε με ένα μόνο λογικό ενδεχόμενο: το συνειδητό ψεύδος. Στο όνομα, βεβαίως βεβαίως, του Ορθολογισμού και του Διαφωτισμού. Η κυνική, συνειδητή διασπορά ψευδολογιών με σκοπό το πολιτικό/κοινωνικό αποτέλεσμα.
«Και τί μ’ αυτό; Τί μας νοιάζει αν μια ούτως ή άλλως υπερβολική πρόταση του κάθε Δήμου είναι ψευδής;»
Ο ευρέως αναγιγνωσκόμενος Νίκος Δήμου γνωρίζει πολύ καλά πως ό,τι γράψει στην ευρέως αναγιγνωσκόμενη ιστοσελίδα αποκτά αυτόματα κύρος και αυθεντία: πόσοι και πόσοι θα το επικαλεστούν σε πηγαδάκια, πόσα επιχειρήματα θα βασιστούν στην επίκληση των στοιχείων που παραθέτει ως, δήθεν, πραγματολογικά δεδομένα, πόσες συνειδήσεις θα επηρεαστούν, θα διαμορφωθούν. Ο Δήμου γνωρίζει την επιρροή που έχει ο λόγος του στους μη έχοντες σκέψη και κρίση για επαλήθευση των γραφέντων, επίσης γνωρίζει ότι αυτό που δηλώνει είναι ψεματάρα ολκής -αδύνατον, είπαμε, να είναι τόσο αφελής- και παρ’ όλα ταύτα, με κυνισμό που εκπλήσσει, κάνει την «πολιτική» του ενδύοντας ένα τρελό ψεύδος με τον μανδύα της αυθεντίας («το έγραψε είπε ο Δήμου»), αδιαφορώντας για την αλήθεια – σα μουλάς που λέει συνειδητά ψεύδη για να αφιονίσει τους οπαδούς του και να τους στείλει στον «ιερό πόλεμο» της βίαιας εκκοσμίκευσης. Στο όνομα, βεβαίως βεβαίως, του Ορθολογισμού και του Διαφωτισμού.
Και, αγαπητέ αναγνώστη, κάπως έτσι έχουμε φτάσει να έχουμε γεμίσει συμπολίτες που πιστεύουν ότι η Εκκλησία ΔΕΝ φορολογείται ΚΑΘΟΛΟΥ, ότι η εκκλησιαστική περιουσία είναι μεγαλύτερη από το ΑΕΠ των ΗΠΑ και από τα 600 δις του Σώρρα, ότι δεν μπορείς να δώσεις όνομα στο παιδί σου χωρίς βάφτιση και ότι στις αλλες χώρες δεν υπάρχει καμμία δημόσια ή συνταγματική αναφορά σε συγκεκριμένη θρησκεία. Δηλαδή ψεκασμενολογία, αλλά από την ανάποδη. Όλος αυτός ο οχετός ψεμμάτων, που αποκτούν εγκυρότητα διά της ανακύκλωσής τους, στο όνομα πάντα του… ορθολογισμού.
Το θέμα δηλαδή είναι το συνειδητό ψεύδος, με την επίγνωση ότι η επίκλησή του από έναν επιφανή δημοσιολογούντα του δίνει κύρος. Είναι μια ανηθικότητα ειδικού τύπου. Είναι «Τσοχατζοπουλιά», αλλά στο πνευματικό επίπεδο: διότι ο πολιτικός ενίοτε (ανάλογα με το ήθος) κυνηγά την ψήφο με όλα τα υπόλοιπα να σχετικοποιούνται μπροστά σε αυτόν τον σκοπό, όμως, να είσαι «πνευματικός άνθρωπος» (χμ…), αυτόκλητος επαγγελματίας του «ορθολογισμού» και του «διαφωτισμού» και να διαπρέπεις σε τέτοιες ποταπές μεθόδους, πάει πολύ.
Το συγκεκριμένο άρθρο του Δήμου, όπως και τόσα άλλα, είναι από την πρώτη πρότασή του γεμάτο από τέτοιες «ζυγισμένες ανακρίβειες» (διάβαζε: χονδροειδή ψεύδη, ειδικά ως προς την σύγκριση με άλλες χώρες), είναι σαφώς γραμμένο για να φανατίσει τον οπαδό, για να αφηνιάσει τον αναγνώστη, να του ξυπνήσει ενστικτώδεις αντιδράσεις, να καλύψει την λογική διερεύνηση της πραγματικότητας και να απευθυνθεί κατ’ ευθείαν στα ιδεολογικά αντανακλαστικά. Ο Δήμου, όπως και τόσοι άλλοι*, γνωρίζει καλά ότι οι αναγνώστες του θα τον πιστέψουν χωρίς να ελέγξουν τους ισχυρισμούς του και θεωρεί πως κάνει «κοινωνική μηχανική» από το πληκτρολόγιό του. Έχει κάθε δικαίωμα, και φυσικά ο ιερός σκοπός του Δήμειου Ορθολογισμού και Διαφωτισμού αγιάζει τα μέσα της συνειδητής προπαγάνδας. Όμως, δεν τρώμε και κουτόχορτο…
Αστυάναξ Καυσοκαλυβίτης
(* Επί παραδείγματι, δεν είναι δυνατόν ΟΛΟΙ όσοι επικαλούνται το γερμανικό σύστημα εκκλησιαστικού φόρου για τους πιστούς να αγνοούν ότι το γερμανικό κράτος, πέρα απ’ αυτόν τον εκκλ. φόρο και άσχετα με οποιονδήποτε διαχωρισμό πιστών-μη πιστών, δίδει κάθε χρόνο εκατοντάδες εκατομμύρια (sic) Ευρώ στις χριστιανικές εκκλησίες ως έξτρα ενισχύσεις, προφανώς από τα έσοδα της φορολόγησης όλων των πολιτών αδιακρίτως. Κάποιοι από όσους μιλάνε για τον «εκκλησιαστικό φόρο» μπορεί όντως να μην το γνωρίζουν – οι υπόλοιποι όμως, δεν μπορεί, το γνωρίζουν, το αποκρύβουν και μας δουλεύουν κανονικά.)