Στην χώρα των πολυπραγμόνων νεοελλήνων όλοι έχουν άποψη και γνώμη, σύμφωνα με μια διαστροφική και διαστρεβλωτική ερμηνεία της έννοιας Δημοκρατία. Οι συντάκτες αυτού του άρθρου, προφανώς μετά από μια συζήτηση στο καφενείο, έκριναν ότι έχουν τις γνώσεις, την πείρα και την εξειδίκευση να διορθώσουν την ελληνική Παιδεία! Ποιοί; Κάποιοι που δεν γνωρίζουν ούτε σωστά ελληνικά! Όσο για την πρόταση να αναλάβει την αναμόρφωση της Παιδείας η "Επιτροπή Παιδείας της Βουλής" είναι μάλλον ανέκδοτο. Θα αναμορφώσουν την Παιδεία αυτοί που κατέστρεψαν, όχι μόνον την Παιδεία, αλλά ολόκληρη την χώρα! Έλεος!
ΔΕΕ
Η Ελλάδα θα πεθάνει, όταν πεθάνει η παιδεία της.
Διαβάστε μια πρόταση για την αναγέννηση της ελληνικής παιδείας.
Γ΄ βάθμια Εκπαίδευση
Του Crusius Popularis
Πηγή: Πολιτικός Οργανισμός ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΙΔΕΩΝ
Το παρόν άρθρο θα παρουσιάσει μία κεντρική στρατηγική για την ολική μεταρρύθμιση και εκσυγχρονισμό της Γ΄βάθμιας παιδείας στην Ελλάδα.
ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΗΣ ΒΟΥΛΗΣ
Η ουσιαστική μεταρρύθμιση και ανασυγκρότηση της παιδείας αφορά και είναι υποχρέωση ολόκληρης της Ελληνικής κοινωνίας και κατ’επέκταση των εκφραστών και εκπροσώπων της – τους Έλληνες εκλεγμένους αξιωματούχους. Στα πλαίσια της κεντρικής αυτής στρατηγικής μεταρρύθμισης απαιτείται η ενίσχυση και προσαρμογή της υπάρχουσας «Επιτροπής για την Παιδεία» της Βουλής.
Η αλήθεια είναι πως στην Ελληνική σύγχρονη πραγματικότητα, όπου η εκτελεστική εξουσία αποτελεί τον πρωταγωνιστή και ταυτόχρονα δυνάστη της πολιτικής ζωής, η ανάπτυξη, ενίσχυση και αυτοδυναμία των υπόλοιπων εξουσιών (νομοθετική και δικαστική), θα ήταν μια ελπιδοφόρα νίκη και δημοκρατική πρόοδος. Η αρχή θα μπορούσε να γίνει στα πλαίσια της νομοθετικής εξουσίας (μέσω της προτεινόμενης Εκπαιδευτικής Επιτροπής της Βουλής) μιας και οι υπάρχουσες επιτροπές της Βουλής είναι ανήμπορες να δικαιολογήσουν την ύπαρξή τους στην κοινωνία και τους πολίτες, ενώ ταυτόχρονα υποβιβάζουν το κύρος και την αξία αυτών που τις απαρτίζουν.
Επί της ουσίας, η νέα Εκπαιδευτική Επιτροπή της Βουλής θα έχει αυξημένες αρμοδιότητες όσον αφορά θέματα Γ’ βάθμιας εκπαίδευσης. Η νέα της δομή θα πρέπει να απαρτίζεται από έναν εκπρόσωπο κάθε πολιτικού κόμματος το οποίο κατέχει βουλευτική έδρα. Για παράδειγμα, σε περίπτωση συμμετοχής τεσσάρων κομμάτων στη βουλή, η Εκπαιδευτική Επιτροπή θα έχει τέσσερις έδρες (μέλη), ένα δηλαδή μέλος από το κάθε κόμμα. Οι θέσεις αυτές θα πρέπει να είναι ισοδύναμες και ισάξιες (ένα μέλος μία ψήφος) ανεξαρτήτως αριθμού εδρών του κάθε κόμματος στη Βουλή. Η συγκεκριμένη πρόταση στοχεύει στον έλεγχο της επιρροής των κομμάτων στην επιτροπή αυτή (καθοδήγηση, διαφθορά, κτλ.) και δύναται να αναγκάσει τα μέλη της σε συνεργασία. Παρόλα αυτά απαιτείται η ενισχυμένη έκφραση της πλειοψηφίας των πολιτών και αυτή θα εκφράζεται όπως είναι φυσικό μέσω της κυβέρνησης. Συγκεκριμένα, το κυβερνών κόμμα θα έχει την αποκλειστική δυνατότητα και δικαίωμα πρωτοβουλίας για να προτείνει στην Εκπαιδευτική Επιτροπή υποψήφιους πρυτάνεις και μέλη πρυτανικών συμβουλίων για τα Ελληνικά πανεπιστήμια. Η εν λόγω πρόταση αναδεικνύει την νέα νοοτροπία της εκπαιδευτικής στρατηγικής που προτείνεται.
Αντίθετα με την υπάρχουσα κατάσταση, όπου οι διοικητές-διαχειριστές των πανεπιστημίων (πρυτάνεις-πρυτανικά συμβούλια), εκλέγονται είτε από τους φοιτητές (διεφθαρμένα μέσω των καταστροφικών φοιτητικών νεολαιών), είτε από τους υπόλοιπους καθηγητές (πελατειακά και κομματικά), η Εκπαιδευτική Επιτροπή θα είναι το μοναδικό όργανο που θα μπορεί να αποφασίζει για τα ανώτατα αυτά όργανα συνδιοίκησης των σχολών. Στην πράξη, η Κυβέρνηση, έχοντας μοναδικό δικαίωμα πρωτοβουλίας για την επιλογή πρυτάνεων και μελών πρυτανικών συμβουλίων, θα αναλαμβάνει την έρευνα και εντοπισμό πιθανών και άξιων υποψηφίων τους οποίους και θα συστήνει στην Εκπαιδευτική Επιτροπή. Έπειτα, η Εκπαιδευτική Επιτροπή θα ψηφίζει για την έγκριση ή απόρριψη των προτάσεων της Κυβέρνησης, καθώς και θα έχει την δυνατότητα κατά τη διάρκεια της έρευνας πιθανών υποψηφίων να κάνει απλές συστάσεις στην κυβέρνηση για πιθανούς υποψηφίους.
Πέραν της απόφασης και διορισμού πρυτάνεων και πρυτανικών συμβουλίων, η Εκπαιδευτική Επιτροπή θα πρέπει να είναι αυτή που δέχεται και διαχειρίζεται την Αξιολόγηση των μελών Δ.Ε.Π. (διδακτικό – ερευνητικό προσωπικό) από τους φοιτητές. Η Αξιολόγηση αυτή θα είναι εξαμηνιαία (δύο φορές ανά ακαδημαϊκό έτος), υποχρεωτική για όλους τους φοιτητές (θα απαιτείται η υποβολή φόρμας Αξιολόγησης για να κοινοποιηθούν στον φοιτητή οι ακαδημαϊκοί του βαθμοί), και θα κατατίθεται από κάθε τμήμα στην υπεύθυνη πρυτανική αρχή. Στη συνέχεια η πρυτανική αρχή θα προωθεί τις περιπτώσεις που χρήζουν σημασίας στην Εκπαιδευτική Επιτροπή, η οποία και θα αποφασίζει για την επιβράβευση ή την πειθαρχία και πιθανή αποβολή των μελών Δ.Ε.Π.
Τέλος, η Εκπαιδευτική Επιτροπή θα έχει ελεγκτικές αρμοδιότητες στα οικονομικά των σχολών, και θα μπορεί να επιβάλλει ποινές σε περιπτώσεις παρατυπιών. Για λοιπά θέματα λειτουργίας των πανεπιστημίων, υπεύθυνες θα είναι οι πρυτανικές αρχές οι οποίες θα λειτουργούν με ενισχυμένη αυτονομία.
Όσον αφορά την μεταρρύθμιση στις ίδιες τις σχολές, η παρούσα στρατηγική προβλέπει ριζικές αλλαγές της Γ’ βάθμιας εκπαίδευσης πάνω σε δύο άξονες.
1ος ΑΞΟΝΑΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ: ΚΡΑΤΙΚΗ ΠΑΙΔΕΙΑ
Η κρατική παιδεία στη χώρα θα πρέπει να παραμείνει μη κερδοσκοπική αλλά όχι δωρεάν. Συγκεκριμένα πρέπει να υπάρχει ένα συγκεκριμένο και σχετικά χαμηλό αντίτιμο για εγγραφή και συμμετοχή στα κρατικά πανεπιστήμια. Το αντίτιμο αυτό θα καταβάλλεται άπαξ κατά την εγγραφή στη σχολή, και στη συνέχεια με την συμμετοχή του φοιτητή σε κάθε εξάμηνο. Ο στόχος εδώ είναι να καλλιεργηθεί σε γονείς και φοιτητές ένα αίσθημα δέσμευσης και εκπαιδευτικής επένδυσης στο Ελληνικό πανεπιστήμιο. Ο φοιτητής θα πρέπει να συνειδητοποιήσει ότι η διάρκεια φοίτησής του είναι η σημαντικότερη στιγμή στην επαγγελματική του πορεία και το αντίτιμο συμμετοχής συμβάλλει άμεσα σε αυτό. Επιπλέον, μία επένδυση τέτοιου τύπου θα οδηγήσει σε μεγαλύτερη συμμετοχή στα μαθήματα και σε λιγότερες απουσίες μιας και πλέον το κάθε μάθημα που χάνεται θα συμβολίζει αντίστοιχα χαμένο χρηματικό ποσό.
Φοιτητές με οικονομικές δυσκολίες, θα δικαιούνται κρατικές υποτροφίες για στήριξη του κόστους των διδάκτρων. Επιπλέον, λοιποί φοιτητές που το επιθυμούν θα μπορούν εύκολα να λαμβάνουν αντίστοιχες κρατικές υποτροφίες εφόσον επιλέξουν να συμμετέχουν σε προγράμματα εθελοντισμού και προσφοράς στην κοινωνία.
Στο ίδιο κλίμα, θα υπάρχουν και άλλες αλλαγές που θα σκοπεύουν σε παρόμοια αποτελέσματα. Θεωρείται αυτονόητο πως θα χρειαστεί η αύξηση του ανταγωνισμού κατά τη διάρκεια φοίτησης στη σχολή (βλ. το επερχόμενο άρθρο «Από επιλογή και όχι από τύχη»). Αρχικά, θα υπάρχει συγκεκριμένος αριθμός επιτρεπόμενων απουσιών σε κάθε εξάμηνο (ενδεικτικά τρεις ανά μάθημα) και περαιτέρω απουσίες θα οδηγούν σε «άμεση αποτυχία» του μαθητή στο εν λόγω μάθημα. Ουσιαστικά η παρακολούθηση μαθημάτων θα είναι υποχρεωτική. Στην περίπτωση που ο φοιτητής αποτύχει σε έναν συγκεκριμένο αριθμό μαθημάτων ανά εξάμηνο (είτε λόγω απουσιών, είτε λόγω αποτελεσμάτων στην εξεταστική περίοδο) θα αποβάλλεται από την σχολή. Επιπλέον, στην περίπτωση που ο φοιτητής διατηρεί έναν χαμηλό μέσο όρο (χαμηλότερο από έναν συγκεκριμένο βαθμό) για ένα ολόκληρο ακαδημαϊκό έτος, θα αποβάλλεται και σε αυτή την περίπτωση από τη σχολή. Η όλη προσπάθεια θα οδηγήσει και στην πάταξη του τεράστιου προβλήματος των αιωνίων φοιτητών, οι οποίοι πολλοί συχνά είναι κομματικοί υπάλληλοι που παραμένουν στις σχολές για να «προετοιμάζουν» τις επόμενες γενιές των φοιτητικών νεολαίων. Είναι σαφές ότι το οικονομικό κόστος, η υποχρεωτική παρακολούθηση και η διατήρηση ελάχιστου μέσου όρου θα οδηγούσε στην εξάλειψη του εν λόγω φαινομένου.
Το σκεπτικό του όλου εγχειρήματος, όπως θα αναλυθεί και σε επερχόμενο άρθρο, είναι να οδηγήσουμε τους φοιτητές στο να εντείνουν τις προσπάθειές τους κατά τη διάρκεια φοίτησης στη σχολή της επιλογής τους και όχι κατά τη διάρκεια της γενικής Β’ βάθμιας εκπαίδευσης. Τη συγκεκριμένη στιγμή ισχύει το αντίθετο και η εισαγωγή στις σχολές οδηγεί σε σίγουρη μελλοντική αποφοίτηση για όλους ανεξαρτήτως προσπάθειας, γνώσης και κατάρτισης.
Τέλος, τα κρατικά πανεπιστήμια θα διατηρήσουν την αυτονομία και αυτοδιοίκηση τους, η οποία πολλές φορές ουσιαστικά θα ενισχύεται. Παρόλα αυτά, οι σχολές θα πρέπει να κάνουν συνετή χρήση των εσόδων (κρατικές, και ιδιωτικές από τους φοιτητές και λοιπές δωρεές) και θα ελέγχονται γι’ αυτό από την Εκπαιδευτική Επιτροπή της Βουλής. Συγκεκριμένα, η οικονομική συμβολή των φοιτητών αποτελεί ένα τελείως αυτόνομο εισόδημα για τα όργανα διοίκησης των σχολών, το οποίο όμως θα πρέπει να αξιοποιήσουν για την προώθηση και διεξαγωγή ακαδημαϊκών ερευνών – κάτι που είναι τελείως άγνωστο στα σημερινά Ελληνικά πανεπιστήμια.
2ος ΑΞΟΝΑΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ: ΙΔΙΩΤΙΚΗ ΠΑΙΔΕΙΑ ΚΑΙ ΠΑΙΔΕΙΑ ΜΙΚΤΟΥ ΤΥΠΟΥ
Εδώ μιλάμε ξεκάθαρα για «μη κρατική» παιδεία αγνοώντας το παιχνίδι των taboo λέξεων, συμβόλων, εννοιών και προπαγάνδας (παιχνίδια που είχε παίξει το Κ.Κ.Ε., ο Συνασπισμός και το ΠΑ.ΣΟ.Κ το 2006). Επίσης μιλάμε και για παιδεία μικτού τύπου με συνεργασία δημόσιων και ιδιωτικών φορέων. Σκοπός του άξονα αυτού είναι η ρεαλιστική προοπτική της κατάστασης και η δημιουργική συνολική αντιμετώπιση της «υπό διάλυση» παιδείας στην Ελλάδα. Στο ίδιο κλίμα, πρέπει να παραδεχτούμε πως λόγω της ισχύουσας πολιτικής και κοινωνικής κατάστασης στη χώρα (Κακιστοκρατία – κόμματα, Μ.Μ.Ε., διαφθορά, πελατειακές σχέσεις, κτλ.), κρίνεται προς το παρόν αδύνατη η δημιουργία και λειτουργία παραγωγικών και υγιών ιδιωτικών σχολών στην Ελλάδα (αντίθετα με τις τρομακτικές προτάσεις της Ν.Δ. το 2006 για ιδιωτικές σχολές της Εκκλησίας, κτλ.). Ευελπιστούμε πως σε μελλοντική αλλαγή της υφιστάμενης κατάστασης και πραγματικότητας κάτι τέτοιο θα μπορούσε να είναι δυνατό.
Στο εντωμεταξύ (Σημ. ΔΕΕ: sic!), για να μην αγνοούμε το θέμα και το πρόβλημα, προτείνουμε την υποστήριξη και ενίσχυση της ήδη υπάρχουσας ιδιωτικής παιδείας στην Ελλάδα. Συγκεκριμένα, προτείνεται η πλήρης αναγνώριση των ξένων ιδιωτικών σχολών ανωτάτης εκπαίδευσης που υπάρχουν στην χώρα, και η προώθηση πολιτικών που θα οδηγήσουν στην προσέλκυση νέων και περισσοτέρων αντιστοίχων σχολών του εξωτερικού. Με τον όρο πλήρης αναγνώριση εννοείται η αναγνώριση των πτυχίων των σχολών αυτών, ως πτυχίων Γ’ βάθμιας εκπαίδευσης και ίσης ισχύος με τα πτυχία των κρατικών σχολών Γ΄ βάθμιας εκπαίδευσης.
Η συγκεκριμένη πρόταση αποτελεί απόρροια της σύγχρονης εκπαιδευτικής πραγματικότητας και όχι μόνο. Είναι αλήθεια πως όποιος έχει την οικονομική δυνατότητα να σπουδάσει στο εξωτερικό μπορεί πολύ απλά και εύκολα να το κάνει. Αυτή είναι η πραγματικότητα και αντί να κρυβόμαστε πίσω από αυτήν και να εθελοτυφλούμε μπορούμε πραγματικά να την εκμεταλλευτούμε. Είναι σημαντικό επίσης να αναλύσει κανείς την εν λόγω πρόταση υπό το πρίσμα των νέων προτάσεων της Δημοκρατίας Ιδεών για την εισαγωγή στην Γ’ βάθμια εκπαίδευση (κατάλυση του θεσμού των πανελληνίων εξετάσεων, κτλ.).
Αρχικά, τα πρώτα κέρδη της ιδιωτικής παιδείας (που αναφερθήκαμε παραπάνω) στη χώρα είναι το τέλος των αρνητικών επιπτώσεων της εκπαιδευτικής μετανάστευσης. Συγκεκριμένα, νομιμοποιώντας τα ήδη υπάρχοντα ξένα πανεπιστήμια στην Ελλάδα, και δίνοντας την δυνατότητα στον Έλληνα φοιτητή να σπουδάσει σε αυτά στη χώρα του, έχουμε πολλά οφέλη.Από οικονομικής απόψεως, θα σταματήσει με αυτόν τον τρόπο η ογκώδης ετήσια εκροή συναλλάγματος από τη χώρα μας στο εξωτερικό. Από κοινωνική σκοπιά, θα σταματήσει η εκροή ανθρώπινου δυναμικού στο εξωτερικό. Στην περίπτωση αυτή, οι Έλληνες φοιτητές, αποφασίζουν να εργαστούν και τελικά να διαμείνουν μόνιμα μακρυά από την χώρα τους μετά την αποφοίτησή τους από τις σχολές του εξωτερικού. Αξίζει να σημειωθεί, ότι με αυτό τον τρόπο, χάνουμε ανθρώπινο δυναμικό στην πιο θετική, ενεργητική και δημιουργική στιγμή της ζωής και καριέρας του. Η Ελλάδα αιμορραγεί με αυτόν τον τρόπο κάθε χρόνο. Στη συνέχεια, κοιτώντας το θέμα από την ανθρώπινη του σκοπιά, εύκολα συνειδητοποιεί κανείς την ψυχολογική επιβάρυνση των Ελληνικών οικογενειών με παιδιά που σπουδάζουν στο εξωτερικό, ενώ κάτι τέτοιο θα μπορούσε εύκολα να αποφευχθεί με την νομιμοποίηση των ήδη υπαρχόντων σχολών του εξωτερικού στην Ελλάδα. Τέλος, εξετάζοντας την εκπαιδευτική και σημαντικότερη πλευρά του όλου θέματος, η εισαγωγή ιδιωτικής παιδείας στη χώρα θα οδηγούσε σε σίγουρο ανταγωνισμό μεταξύ ιδιωτικών και κρατικών πανεπιστημίων, ο οποίος θα ήταν αναγκαίος για την επιβίωση πολλών κρατικών σχολών, και θα οδηγούσε σε ανάπτυξη και εξυγίανση της λειτουργίας και των δύο. Η ανάγκη βελτίωσης και ανάπτυξης των σημερινών κρατικών πανεπιστημίων στην Ελλάδα θεωρείται δεδομένη και αδιαμφισβήτητη.
Στη σημερινή πραγματικότητα, π.χ. η Φιλοσοφική σχολή δεν έχει κάποιο ιδιαίτερο κίνητρο να κρατήσει κάποιο επίπεδο και ποιότητα στον κύκλο σπουδών (γι’ αυτό ακριβώς και δεν έχει), διότι ακόμα και αν κάποιος φοιτητής είχε πρόβλημα με την ανεπάρκεια αυτή, δεν θα είχε άλλη επιλογή στη χώρα μας. Τα όργανα συνδιοίκησης και τα μέλη Δ.Ε.Π. των σχολών γνωρίζουν πολύ καλά πως από τη στιγμή που έχουν το «μονοπώλιο» στη χώρα, έχουν αυτόματα σίγουρους και μόνιμους «πελάτες» και δεν χρειάζεται να κάνουν κάτι ούτε για να τους κερδίσουν αλλά ούτε και για να τους κρατήσουν. Σε όλη αυτή την πραγματικά άθλια κατάσταση θα μπορούσε να παίξει μεγάλο θετικό ρόλο η εισαγωγή ιδιωτικών και μεικτών πανεπιστημίων και ο ανταγωνισμός που η εισαγωγή αυτή θα προκαλούσε. Με την παραπάνω επιλογή, ο φοιτητής θα μπορέσει να επιλέξει κάτι διαφορετικό. Στην περίπτωση αυτή, και σε περίπτωση που μειωθεί ο αριθμός νεοεισαχθέντων σε μία σχολή (πολύ πιθανόν κρατική σχολή), η Εκπαιδευτική Επιτροπή της Βουλής θα ανάγκαζε την σχολή αυτή είτε να μεταρρυθμιστεί και εξυγιανθεί πλήρως, είτε να κλείσει με αποτέλεσμα οι ανεπαρκείς καθηγητές να χάσουν την εργασία τους όπως ακριβώς τους αξίζει. Αυτό το μέτρο θα μπορούσε να ακουστεί σκληρό σε κάποιους, αλλά θα χανόταν κάθε αμφιβολία αν αναλογιζόταν κανείς τον μοναδικό ρόλο που κατέχουν οι καθηγητές στην Ελληνική κοινωνία. Η διδασκαλία δεν είναι μία απλή δουλειά όπως την αντιμετωπίζουμε σήμερα. Αντιθέτως, αποτελεί ένα ευγενές λειτούργημα. Οι άνθρωποι που αναλαμβάνουν το δύσκολο έργο της διάπλασης και ανύψωσης των νέων Ελλήνων ως ανταγωνιστικά, μορφωμένα και εμπνευσμένα στελέχη της χώρας μας, πρέπει να είναι οι ιδανικότεροι ανάμεσα μας για αυτόν τον σκοπό. Απαιτείται επιπλέον, να λατρεύουν το έργο και την ουσία της διδασκαλίας, και να θέτουν οικειοθελώς τον εαυτό τους στην αξιολόγηση των αρμόδιων Εκπαιδευτικών οργάνων για το συνολικό καλό της πατρίδας. Η εκπαίδευση των νέων και δημιουργικών πολιτών της Ελλάδας είναι υψηλό καθήκον και τιμή και γι’ αυτό δεν μπορεί να δεχόμαστε ημίμετρα στην παιδεία.
Στη συνέχεια, θα υπάρξουν επιπλέον οφέλη από την ταυτόχρονη ύπαρξη ιδιωτικών, μεικτών και κρατικών πανεπιστημίων στην χώρα. Αρχικά θα προωθηθεί η ανταλλαγή φοιτητών μεταξύ ιδιωτικής και κρατικής σχολής (ίδιου αντικειμένου) για ορισμένο αριθμό μαθημάτων. Ως αποτέλεσμα της πολιτικής αυτής, ο φοιτητής θα λαμβάνει μια πιο σαφή και συνοπτική εικόνα του αντικειμένου του από διαφορετικές σχολές, καθηγητές και περιβάλλον. Λογική απόρροια αυτού είναι η παραγωγική σύγκριση ιδεών, καθηγητών, και τμημάτων, ο ανταγωνισμός μεταξύ κρατικών και ιδιωτικών πανεπιστημίων, και τέλος η συνολική βελτίωση της ποιότητας της παιδείας στη χώρα.
Επιπλέον, θα ήταν χρήσιμο και εποικοδομητικό να διεξάγονται από κοινού εκδηλώσεις και σεμινάρια μεταξύ ιδιωτικών και κρατικών σχολών. Γενικότερα, θα προωθηθεί η διαρκής επαφή και η δημιουργική συνεργασία (και πιθανή αντιστοίχιση) μεταξύ ομοούσιων σχολών διαφορετικού τύπου.
Τέλος, είναι αυτονόητο πως η ύπαρξη (αναγνώριση/νομιμοποίηση και προώθηση δημιουργίας νέων) διεθνών ιδιωτικών σχολών στη χώρα θα αναπτύξει το ακαδημαϊκό γόητρο της Ελλάδας. Λόγω των σχολών αυτών, θα είναι ίσως ευκολότερο όσο ποτέ να προσκληθούν διεθνούς φήμης ακαδημαϊκοί, και να εμπλουτίσουν τις αίθουσες σεμιναρίων, εκδηλώσεων και πιθανώς διδασκαλίας. Αντίστοιχα ο αριθμός των ακαδημαϊκών και επιστημονικών διεθνών συνεδρίων στην Ελλάδα θα αυξανόταν ανάλογα. Το σημαντικότερο όμως είναι ότι μία τέτοια νοοτροπία θα οδηγούσε στην αναγκαία έξοδο της χώρας μας από την εκπαιδευτική διεθνή απομόνωση και σε πιθανή αύξηση της ανταγωνιστικότητας της όχι μόνο ως χώρα που παρέχει ανώτερη παιδεία στους πολίτες της, αλλά και ως μια χώρα - πόλο έλξης διεθνών φοιτητών.
ΠΕΡΑΙΤΕΡΩ ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ
Διχοτόμηση κάθε ακαδημαϊκού ιδρύματος σε Εκπαιδευτικό και ένα Ερευνητικό κέντρο της εν λόγω σχολής. Τα πανεπιστήμια δεν αποσκοπούν μόνο στην διάδοση της παιδείας και της γνώσης αλλά και στις ακαδημαϊκές προόδους και εξελίξεις της επιστήμης τους. Ο μονομερής χαρακτήρας των σημερινών πανεπιστήμιων ως εκπαιδευτικά κέντρα, αποτελεί αιτία στασιμότητας, αδράνειας και μετριότητας του συνολικού συστήματος της Γ’ Βάθμιας Εκπαίδευσης στην Ελλάδα. (βλ. μελλοντικό αντίστοιχο άρθρο για λεπτομέρειες).
Πλήρη και οριστική πάταξη της μάστιγας που ονομάζεται φοιτητικές νεολαίες/παρατάξεις/κομματικοί στρατοί (βλ. μελλοντικό αντίστοιχο άρθρο για λεπτομέρειες).
Κατάργηση της δικαιολογίας τρόμου και εγκλημάτων που ονομάζεται ακαδημαϊκό άσυλο. Η πλειοψηφία της Ελληνικής κοινωνίας συμφωνεί ήδη με την κατάργηση αυτή. Δεν είναι δυνατόν να πωλούνται κλεμμένοι ηλεκτρονικοί υπολογιστές από το Ε.Μ.Π. στο Μοναστηράκι, ούτε να παίρνει φωτιά το κτήριο της Νομικής και να απαγορεύεται να εισέλθει σε αυτό η Πυροσβεστική Υπηρεσία επειδή η ίδια θεωρείται «σώμα ασφαλείας».
Κάποιοι πιστεύουν ότι η ιδέα του ασύλου είναι ορθή αλλά έχει απλά στις μέρες μας διαστρεβλωθεί. Μία τέτοια σκέψη είναι απόλυτα ανακριβής. Ναι είναι αλήθεια πως ο ισχύων νόμος περί ασύλου είναι ένα νομικό έκτρωμα. Είναι αλήθεια ότι δεν είναι δυνατόν να αποτελούν οι Ελληνικές σχολές κέντρα αγοραπωλησίας κλοπιμαίων και ναρκωτικών ακριβώς λόγω της ύπαρξης ασύλου. Ούτε βέβαια είναι δυνατόν να τρομοκρατούνται οι φοιτητές και να φοβούνται να παρακολουθήσουν μαθήματα ή να κινδυνεύει άμεσα η σωματική τους ασφάλεια αν κάποια από τις νεολαίες αποφασίσει να τους επιτεθεί, ή απλά λόγω της μόνιμης κομματικής βίας και επεισοδίων στις σχολές. Παρόλα αυτά, η αλήθεια είναι ότι ποτέ δεν είχαμε την ανάγκη της διαστρεβλωμένης ιδέας που ονομάζεται άσυλο. Η ελεύθερη διακίνηση ιδεών και απόψεων είναι συνταγματικά κατοχυρωμένη σε μία Δημοκρατία. Ακόμα και αν δεν ήταν, η συμμετοχή μιας χώρας σε διεθνείς οργανισμούς όπως είναι ο Ο.Η.Ε. και η Ε.Ε. βεβαιώνει μέσω του Χάρτη Δικαιωμάτων των οργανισμών αυτών και εξασφαλίζει τις βασικές αυτές ανθρώπινες ελευθερίες. Η αλήθεια είναι πως η ιδέα του ασύλου συλλήφθηκε αρχικά και υποστηρίζεται μέχρι και σήμερα από αυτούς που εξυπηρετούνται πλήρως από αυτήν: κομματικούς οπαδούς/στρατιώτες, κλέφτες ιδιωτικού ή/και δημοσίου, κλεπταποδόχους, τρομοκράτες και λοιπούς εγκληματίες.
Υποχρεωτική διεξαγωγή όλων των μεταπτυχιακών προγραμμάτων των κρατικών πανεπιστημίων στα αγγλικά. Το γεγονός αυτό και το χαμηλό αντίτιμο συμμετοχής στις Ελληνικές κρατικές σχολές μπορεί να οδηγήσει σε ελκυστικότητα και εκπαιδευτική ανταγωνιστικότητα. Είναι σαφώς απαραίτητη στο σημείο αυτό η κατάλληλη πολιτική υποστήριξη του κράτους. Να σημειωθεί ότι η χώρα μας είναι από τις τελευταίες δυτικές (και όχι μόνο) χώρες που δεν έχει προχωρήσει στο εν λόγω μέτρο.
Πλήρης απαγόρευση των καταλήψεων των σχολών.
Οι καταλήψεις είναι μια Ελληνική, πραγματικά καταστροφική εφεύρεση/μόδα η οποία δεν συναντάται σε κανένα πολιτισμένο και δημοκρατικό κράτος. Ο λόγος είναι ένας αλλά απόλυτος. Η κατάληψη πανεπιστημίου είναι 100% αντισυνταγματική και αποτελεί επίθεση και ύβρη εναντίον των βασικών δικαιωμάτων του ανθρώπου. Είναι αντισυνταγματική διότι η πρόσβαση στην παιδεία στην Ελλάδα είναι συνταγματικά κατοχυρωμένη (και αυτή σαφώς διακόπτεται σε περίπτωση κατάληψης). Αποτελεί ύβρη διότι η πρόσβαση στην παιδεία είναι βασικό και αναφαίρετο δικαίωμα κάθε ανθρώπου. Με άλλα λόγια, δεν έχει δικαίωμα, κανένας άνθρωπος, καμία ομάδα προσώπων, και κανένα δημοκρατικά εκλεγμένο σώμα το οποίο δρα και ψηφίζει/αποφασίζει δημοκρατικά, να αφαιρέσει σε έναν ή περισσότερους ανθρώπους το δικαίωμα τους στην παιδεία. Η κατάληψη μιας σχολής αποτελεί αντισυνταγματική πράξη και απεχθή παραβίαση του δικαιώματος πρόσβασης στην παιδεία των ανθρώπων που το επιθυμούν. Υπάρχουν τρόποι υγιούς έκφρασης προβλημάτων και αντίρρησης με πολιτικές, καθώς και ειρηνικής οργάνωσης πολιτών αλλά η κατάληψη δεν είναι μία από αυτές. Όσο και αν θεωρείται δεδομένο στην Ελληνική πραγματικότητα, παραμένει λάθος, ανήθικο, και δίνει την δυνατότητα σε κάθε φοιτητική νεολαία (ή αντίστοιχα κομματικό ηγέτη) να κλείνει σχολές με παράνομες/αντικατασταστικές γενικές συνελεύσεις, με τη βία και με την κυριαρχία κλίματος τρόμου. Τέλος, σε μία Ελληνική παιδεία υγιή (χωρίς νεολαίες και φοιτητές – στρατιώτες), και λειτουργική (με ποιότητα και ακαδημαϊκά/επαγγελματικά αποτελέσματα) η κατάληψη μιας ανώτατης εκπαιδευτικής σχολής θα μπορούσε να θεωρηθεί μόνο έγκλημα.
Ουσιαστική λειτουργία των γραμματειών των σχολών, παρέχοντας πλήρη υποστήριξη αλλά και καθοδήγηση στον φοιτητή και απόφοιτο.
Οι γραμματείες οφείλουν να μεταμορφωθούν από τις σημερινές βραδυκίνητες γραφειοκρατίες σε όργανα και εργαλεία στήριξης των φοιτητών. Συγκεκριμένα, οι γραμματείες θα πρέπει να είναι μόνιμα σε θέση να εξηγήσουν στους φοιτητές (υποψήφιους και εγγεγραμμένους) για τις επαγγελματικές τους επιλογές και προοπτικές. Επίσης θα πρέπει να ενημερώνονται και αντίστοιχα να ενημερώνουν τους φοιτητές και αποφοίτους (μέσω απλής email λίστας) για συνέδρια και σεμινάρια σχετικά με το αντικείμενο της σχολής, καθώς και να παίρνουν πρωτοβουλίες για την διεξαγωγή τέτοιων σεμιναρίων. Επιπλέον, θα οφείλουν να ψάχνουν και στην συνέχεια να ενημερώνουν τους φοιτητές εβδομαδιαίως για θέσεις πρακτικής άσκησης ή μερικής απασχόλησης, και τους αποφοίτους για ίδιες ευκαιρίες καθώς και για ευκαιρίες πλήρης απασχόλησης. Η ενημέρωση αυτή θα πρέπει να σταματάει μόνο κατόπιν αιτήματος του φοιτητή να διαγραφεί από τις λίστες επικοινωνίας. Είναι πολύ σημαντικό και απαραιτήτως αναγκαίο να σταματήσει η γραμματεία να βλέπει τους φοιτητές ως πρόβλημα ή απλά ως «φοιτητές», αλλά ως μελλοντικούς (και τωρινούς) επιστήμονες, επαγγελματίες, κτλ. Στο ίδιο πνεύμα, οφείλουν οι γραμματείες να έχουν ως σημαντικότερο σκοπό τους όχι την γραμματειακή υποστήριξη (στόχο σαφώς απλούστερο και υποδεέστερο) αλλά την δημιουργία και ανεύρεση ακαδημαϊκών και επαγγελματικών ευκαιριών για τον φοιτητή του οποίου η επιτυχία θα πρέπει να ορίζει την όλη ύπαρξη των γραμματειών. Τέλος, χρειάζεται να αναλογιστούμε ότι η επιτυχία των φοιτητών, οδηγεί σε διαφήμιση για το ίδιο το τμήμα και σε μεγαλύτερη προσέλευση νέων φοιτητών στο μέλλον.
Κατάλυση του θεσμού των υποχρεωτικών βιβλίων των οποίων συγγραφέας είναι ο καθηγητής - κάτοχος της αντίστοιχης έδρας στη σχολή.
Τα βιβλία αυτά τις περισσότερες φορές είναι ανεπαρκή και πεπαλαιωμένα. Ουσιαστικά, με την τωρινή κατάσταση το Υπουργείο Παιδείας ζητάει από τον καθηγητή – κάτοχο της έδρας να αποφασίσει για το βιβλίο το οποίο θα πρέπει να διδάσκεται με το μάθημά του. Ως αποτέλεσμα, και με διαδικασίες και νοοτροπία πλήρους διαφθοράς και έπαρσης, κάποιοι καθηγητές αποφασίζουν υπέρ των δικών τους βιβλίων για να εξοικονομήσουν την μαζική αγορά αυτών από το Υπουργείο Παιδείας (για διανομή στους φοιτητές). Με άλλα λόγια, το εν λόγω «τρικ» θεωρείται γνωστό «bonus» για κάθε καθηγητή κάτοχο έδρας. Αντ’αυτού θα οφείλει ο καθηγητής να ζητάει ως υποχρεωτικά, βιβλία διεθνούς φήμης, και ευρέως αναγνωρισμένων ακαδημαϊκών, καθώς και κάποια άλλα ως προτεινόμενα για προαιρετική επιπλέον μελέτη των φοιτητών που το επιθυμούν (ισάξιας ποιότητας).
http://infognomonpolitics.blogspot.com/2011/09/blog-post_1069.html